Όπως πληροφορούμεθα, η Ευρωπαϊκή Ένωση την τελευταία εβδομάδα εξετάζει την δυνατότητα αποθηκεύσεως μεγάλου όγκου φυσικού αερίου σε υπόγειες δεξαμενές στην Ουκρανία, όπου υπάρχει διαθέσιμη δυναμικότης, προκειμένου να διασφαλίσει την επάρκεια της προσφοράς τον χειμώνα και την αποφυγή μίας ενεργειακής κρίσεως σαν την περσινή. Το σχέδιο αφορά καταρχήν στις υπόγειες εγκαταστάσεις της Bilche-Volytsko-Uhershe, που ευρίσκονται περίπου 60 μίλια από τα σύνορα της ΕΕ με την Ουκρανία και έχουν την δυνατότητα να αποθηκεύουν πάνω από τέσσερεις φορές περισσότερο φυσικό αέριο σε σχέση με οποιονδήποτε αποθηκευτικό χώρο της Γερμανίας

Η διασύνδεσίς του με τα δίκτυα αγωγών της ΕΕ είναι εύκολη, καθώς η Ουκρανία αποτελούσε (και αποτελεί) επί δεκαετίες διαμετακομιστικό κόμβο για την ροή του ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

Ο ενδοιασμός που υπάρχει στην Ευρώπη για το σχέδιο αυτό έχει σχέση με το θέμα της ασφάλειας των αποθεμάτων, καθώς η χώρα δέχεται πυραυλικές επιθέσεις από την Ρωσσία σε κρίσιμες ενεργειακές υποδομές της.

Η πληρότης των δεξαμενών αποθηκεύσεως της ΕΕ έχει υπερβεί ήδη το 70% και αναμένεται να φθάσει το 100% στις αρχές Σεπτεμβρίου, οπότε η χρήσις των ουκρανικών εγκαταστάσεων θα απέτρεπε έναν κίνδυνο υπερβαλλούσης προσφοράς τους επόμενους μήνες και υπερβαλλούσης ζητήσεως τον ερχόμενο χειμώνα.

«Οι ουκρανικές αποθήκες μπορεί να βοηθήσουν στην ισορροπία προσφοράς και ζήτησης κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του φετινού καλοκαιριού, με δεδομένη την εξαιρετική διασύνδεση τους με τις αγορές αερίου της ΕΕ» δήλωσε στο BLOOMBERG εκπρόσωπος της εταιρείας RWE.

Το θέμα της αποθήκευσης φυσικού αερίου σε υπόγειες δεξαμενές απασχολεί και την Ελλάδα, αφού ελλείψει μόνιμων αποθηκευτικών χωρών ο ΔΕΣΦΑ, ως ο πλέον αρμόδιος φορέας, έχει καταφύγει στην Βουλγαρία, όπου, στις αρχές Ιανουαρίου, συνήψε συμφωνία με την Bulgartransgaz για την αποθήκευση 0,7 bcm στο συγκρότημα αποθήκευσης στο Chiren (βλ. εδώ).

Η εν λόγω εμβαλωματική λύση έρχεται να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες του εθνικού συστήματος φ. αερίου, πλην, όμως, δεν αποτελεί μόνιμη λύση. Στο πλαίσιο της στρατηγικής για ενίσχυση της εθνικής ενεργειακής ασφάλειας, θα πρέπει με κάθε τρόπο να επιδιωχθεί η δημιουργία μόνιμης εγκατάστασης σε κατάλληλο χώρο εντός της Ελληνικής επικράτειας (βλ. εδώ).

Το σχέδιο για την μετατροπή του εξαντληθέντος κοιτάσματος αερίου της Νότιας Καβάλας σε μόνιμη υπόγεια δεξαμενή, μετά από 5 χρόνια παλινωδιών, κυριολεκτικά καρκινοβατεί αφού μετά από τρεις προσπάθειες ο διεθνής διαγωνισμός που είχε προκηρύξει το ΤΑΙΠΕΔ - ο πλέον ακατάλληλος οργανισμός για την προώθηση του συγκεκριμένου project-απέβη άγονος, (βλ. εδώ), αφού οι ενδιαφερόμενες εταιρείες δεν διατίθενται να διακινδυνεύσουν μια επένδυση της τάξης των € 700-800 εκατ. χωρίς τις απαραίτητες διασφαλίσεις ως προς την βιωσιμότητα λειτουργίας του έργου (βλ. εδώ).

Τέτοιες διασφαλίσεις αρνήθηκε να προσφέρει το ελληνικό κράτος, μέσω της ΡΑΕ και του κανονισμού λειτουργίας του έργου που αυτή πρότεινε. Έτσι σήμερα το εθνικό σύστημα αερίου λειτουργεί με υποβαθμισμένη ασφάλεια αφού εξαρτάται αποκλειστικά από τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις αποθήκευσης του LNG terminal στη Ρεβυθούσα, χωρητικότητας 225,000 κυβ. μέτρων, έχοντας μειωθεί μετά την απομάκρυνση της μονάδας FSU, χωρητικότητας 145,000 κμ, τον περασμένο Απρίλιο. Η προσφυγή στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης της Βουλγαρίας, σε περίπτωση κρίσης, αποτελεί την ύστατη λύση αφού δημιουργεί εξαρτήσεις τις οποίες η βόρειος γείτων, ως γνωστόν, σπεύδει να εκμεταλλευθεί εις βάρος της Ελλάδας (βλέπε λ.χ. την μακρόχρονη συμφωνία που πρόσφατα υπέγραψε η κυβέρνηση της Βουλγαρίας με την Τουρκία για την προμήθεια αερίου μέσω του Turk Stream αγνοώντας επιδεικτικά τον κοινό διασυνδετήριο αγωγό IGB και την προμήθεια μέσω του ΤΑΡ που αυτός προσφέρει).