πραγματοποιηθεί την Πέμπτη και την Παρασκευή στην ελληνική πρωτεύουσα, θα παραστούν τέσσερις υπουργοί της κυβέρνησης Ντόναλντ Τραμπ, υπουργοί Ενέργειας από περισσότερες από 25 χώρες και περισσότερα από 400 υψηλόβαθμα στελέχη κορυφαίων ενεργειακών εταιρειών στον κόσμο.
Μεταξύ αυτών, στελέχη της Chevron, της ExxonMobil, της Cheniere, της Google, της Westinghouse, της Venture Global LNG και της Baker Hughes. Η παρουσία τους σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τη χώρα και αποτυπώνει το αυξημένο ενδιαφέρον της διεθνούς αγοράς για το ενεργειακό δυναμικό που κρύβει η ΝΑ Ευρώπη.
«Την εβδομάδα που έρχεται, το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τα ζητήματα ενέργειας θα συγκεντρωθεί στην Πατρίδα μας», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, ο οποίος υπογράμμισε ότι η παρουσία κορυφαίων κυβερνητικών αξιωματούχων από τις ΗΠΑ, όπως ο υπουργός Ενέργειας, Κρις Ράιτ και ο επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ενεργειακής Κυριαρχίας, Νταγκ Μπέργκαμ, επιβεβαιώνει τη γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας.
«Η συνάντηση αυτή και οι σημαντικές ενεργειακές συμφωνίες που αισιοδοξούμε ότι θα ανακοινωθούν, θα ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τη θέση της χώρας μας στο διεθνές ενεργειακό και γεωστρατηγικό πεδίο», πρόσθεσε ο κ. Παπασταύρου ο οποίος δεν παρέλειψε να επισημάνει τον ιδιαίτερο ρόλο της Chevron στις έρευνες υδρογονανθράκων στα τέσσερα θαλάσσια μπλοκ.
«Η ενέργεια γίνεται μοχλός αναβάθμισης του ρόλου μας. Η Ελλάδα εξελίσσεται σε κύριο συνδιαμορφωτή του ενεργειακού χάρτη της περιοχής», κατέληξε ο υπουργός ΠΕΝ.
Σημειώνουμε ότι το συνέδριο διοργανώνεται από το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ελλάδας και το Atlantic Council Global Energy Center. Οι συζητήσεις θα περιστραφούν στα θέματα της ενεργειακής ασφάλειας, της ανταγωνιστικότητας και των επενδυτικών ευκαιριών που παρουσιάζονται όσον αφορά σε νέες υποδομές και καινοτόμες τεχνολογίες.
Την πρώτη ημέρα θα πραγματοποιηθεί το business forum, που περιλαμβάνει θεματικές οι οποίες αποτυπώνουν τη νέα ενεργειακή πραγματικότητα της Ευρώπης, όπως ο ρόλος του φυσικού αερίου στη μεταβατική περίοδο, ο Κάθετος Διάδρομος Φυσικού Αερίου (Vertical Gas Corridor) και οι δυνατότητες διασύνδεσης, καθώς επίσης, η προσέλκυση κεφαλαίων για υποδομές, η σύνδεση ενέργειας και τεχνητής νοημοσύνης, η ανθεκτικότητα των συστημάτων απέναντι σε κρίσεις και κυβερνοαπειλές, και οι αναδυόμενες τεχνολογίες που διαμορφώνουν το ενεργειακό μέλλον του κόσμου.
Η δεύτερη ημέρα θα είναι αφιερωμένη στις υπουργικές εργασίες του P-TEC, με συζητήσεις που θα στραφούν γύρω από τη διαμόρφωση στρατηγικών για βιώσιμες υποδομές, τη διασφάλιση του εφοδιασμού και το ρόλο του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) ως καταλυτικού εργαλείου περιφερειακής σταθερότητας.
Η συνεδρίαση πραγματοποιείται σε μια κομβική συγκυρία για την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, καθώς ο εκπεφρασμένος στόχος της Ε.Ε. να προχωρήσει σε μια πλήρη απεξάρτηση από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου, έως το 2027, δημιουργεί ένα σημαντικό κενό στον εφοδιασμό, που η χώρα μας είναι σε θέση να καλύψει, μέσω της αξιοποίησης του τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ρεβυθούσα και του FSRU στην Αλεξανδρούπολη.

Παράλληλα, η πρόσφατη επιτυχής δημοπρασία για τη δέσμευση δυναμικότητας εξαγωγής φυσικού αερίου προς την Ουκρανία, μέσω του συστήματος αγωγών Ελλάδας – Βουλγαρίας – Ρουμανίας – Μολδαβίας – Ουκρανίας, (που αποτελεί την κύρια όδευση του Κάθετου Διαδρόμου) ενισχύει το ρόλο της χώρας μας ως διευρωπαϊκής πύλης ενέργειας.
Η ουκρανική Naftogaz, που συμμετείχε στη σχετική διαβούλευση, χαρακτήρισε το ελληνικό LNG ως «βασικό εργαλείο διαφοροποίησης των ροών φυσικού αερίου προς την Ουκρανία», και ανέφερε ότι οι ελληνικοί τερματικοί σταθμοί LNG κατέχουν προνομιακή θέση για να καλύψουν τις ανάγκες της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας για τη χειμερινή περίοδο θέρμανσης.
Επιπρόσθετα, η ανάδειξη της Ελλάδας σε κομβικό «stakeholder» στο πλαίσιο της διατλαντικής ενεργειακής ατζέντας, δεν περιορίζεται μόνο σε ζητήματα υποδομών. Αφορά, ταυτόχρονα, μια ευρύτερη μετατόπιση του ρόλου της χώρας, από κόμβος διέλευσης φυσικού αερίου, σε οντότητα που διαμορφώνει τις ροές της ενέργειας, και από τοπικό “παίκτη”, σε στρατηγικό περιφερειακό κόμβο που συνδέει Ανατολική Μεσόγειο, Βαλκάνια και Κεντρική Ευρώπη.
Υπό αυτό το πρίσμα η συνάντηση της Αθήνας αναμένεται να λειτουργήσει ως “πολλαπλασιαστής” επιρροής για την ελληνική διπλωματία, σε μια περίοδο κατά την οποία η ενέργεια αποκτά νέα, διευρυμένη σημασία και καθοριστικό εργαλείο γεωπολιτικής ισχύος.