ευρωπαϊκών σχεδίων για δημιουργία μίας αγοράς “πράσινου” χάλυβα, με την επιβίωσή της να απειλείται από την έλλειψη ρευστότητας. Ως εκ τούτου, η ανακοίνωση της Hy24 πως προτίθεται να χρηματοδοτήσει τη Stegra προκάλεσε συγκρατημένη αισιοδοξία σε όσους ελπίζουν πως αυτή η επιχείρηση δεν θα καταλήξει όπως η προκάτοχός της.
Η γαλλική Hy24, η οποία είναι ο μεγαλύτερος ιδιωτικός επενδυτής σε έργα υδρογόνου παγκοσμίως, ανακοίνωσε πως θα συμμετέχει στον επόμενο χρηματοδοτικό γύρο της σουηδικής Stegra, ενός startup που στοχεύει να παράγει πράσινο χάλυβα. Η σύμπραξη της αναδυόμενης βιομηχανίας υδρογόνου με την ακόμα πιο άγουρη βιομηχανία πράσινου χάλυβα συνιστά μία μάλλον αναμενόμενη εξέλιξη δεδομένου ότι η παραγωγή του μετάλλου βασίζεται συνήθως στο υδρογόνο ή τις ΑΠΕ. Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές αναρωτιούνται κατά πόσο η απόφαση της Hy24 είναι επιχειρηματικά ορθή, δεδομένων των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η Stegra, αλλά και ο κλάδος ευρύτερα.
Κομβικό ρόλο για την ανάπτυξη της Stegra έχει η κατασκευή μίας γιγάντιας μονάδας παραγωγής κοντά στον σουηδικό Αρκτικό Κύκλο, η οποία έχει ολοκληρωθεί κατά 60%. Όμως, η νεοφυής επιχείρηση καλείται να επιλύσει μία σειρά προβλημάτων που υπονομεύουν τις προοπτικές της. Αρχικά, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Stegra έχουν τριπλασιαστεί τους τελευταίους μήνες, με τον μηνιαίο προϋπολογισμό της να φτάνει τα 280 εκατομμύρια ευρώ. Ένα πρόσφατο ρεπορτάζ των Financial Times εκτιμούσε πως η εταιρεία θα ξεμείνει από μετρητά πριν το τέλος του έτους αν δεν αποκτήσει πρόσβαση στη χρηματοδότηση που έχουν προσφέρει οι υφιστάμενοι επενδυτές.
Ακόμα χειρότερα, η κυβέρνηση της Σουηδίας— πιθανότατα φοβούμενη ότι η Stegra θα έχει την ίδια κατάληξη με τη Northvolt— αρνείται να εξουσιοδοτήσει μία επιδότηση ύψους 150 εκατομμυρίων ευρώ, η οποία έχει ήδη εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι σχέσεις του startup με τη σουηδική ηγεσία είναι ήδη τεταμένες καθώς η διοίκηση της Stegra είχε επικρίνει τις κρατικές αρχές για γραφειοκρατικές καθυστερήσεις στα επενδυτικά σχέδιά της, καθώς και μειωμένη πρόσβαση στο ηλεκτρικό δίκτυο και τις πρώτες ύλες.
Η Stegra έχει συγκεντρώσει συνολικά 6,5 δισεκατομμύρια ευρώ από δάνεια, επιδοτήσεις, και ιδιωτικούς επενδυτές. Ο πρώτος γύρος χρηματοδότησης το 2023 άγγιξε το 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ από τα ιδιωτικά κεφάλαια, με επενδυτές όπως η σκανδιναβική Altor Equity Partners, το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Σιγκαπούρης GIC, και η Hy24. Άλλοι παίκτες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπως η Maersk, η Mercedes-Benz, και η Siemens έχουν επίσης συνεισφέρει. Η επόμενη χρηματοδοτική προσπάθεια θα διαρκέσει αρκετούς μήνες και στοχεύει να προσεγγίσει τα 975 εκατομμύρια ευρώ. Αλλά αυτό το εγχείρημα δεν θα είναι εύκολο. Η αμερικανική Citigroup εμφανίζεται έτοιμη να αποσύρει τα κεφάλαιά της, κάτι που εξετάζουν και άλλες εμπλεκόμενες τράπεζες.
Η πραγματική “μαύρη τρύπα” στα ταμεία της Stegra δεν είναι γνωστή ούτε στο ίδιο του Διοικητικό Συμβούλιο, με τις εκτιμήσεις να κινούνται μεταξύ 500 εκατομμυρίων ευρώ και 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ. Το σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας, όμως, δεν είναι ο μόνος λόγος που αρκετοί συγκρίνουν τη Stegra με τη Northvolt. Πέρα από τους κοινούς αρχικούς επενδυτές, και τα δύο startups μοιράζονται τα υπερφιλόδοξα σχέδια για μονάδες παραγωγής κοντά στον Αρκτικό Κύκλο, ένα περιβάλλον που δεν είναι απλώς αφιλόξενο για το ανθρώπινο δυναμικό, καθιστώντας την εύρεση ταλέντου ακόμα πιο δύσκολη, αλλά και απροσπέλαστη για τις κρίσιμες προμήθειες και το ενεργειακό δίκτυο. Στην περίπτωση της Northvolt, η κατασκευή του gigafactory της στην πόλη Skellefteå είχε προκαλέσει σωρεία προβλημάτων.
Η πόλη Boden, όπου κατασκευάζεται το εργοστάσιο της Stegra είναι ακόμα πιο βόρεια, περίπου 100 χιλιόμετρα από τα σύνορα με τη Φινλανδία. Αξίζει να σημειωθεί πως η επιλογή του Boden ανάγκασε τη Stegra να ξοδέψει επιπλέον κεφάλαια ώστε να κατασκευάσει τις υποδομές που απαιτεί η μονάδα παραγωγής της, όπως σιδηροδρομικό δίκτυο και σύνδεση με το πιο κοντινό λιμάνι. Η ηγεσία της Stegra ξορκίζει τις όποιες συγκρίσεις με τη Northvolt, τονίζοντας πως η ζήτηση για πράσινο χάλυβα είναι υψηλότερη από τις μπαταρίες λιθίου.

Οι επενδύσεις που σχετίζονται με τον πράσινο χάλυβα και έχουν ακυρωθεί το τελευταίο έτος. Πηγή: gmk.center.
Εντούτοις, η βιομηχανία του πράσινου χάλυβα δεν έχει καταφέρει ακόμα να πείσει τους επενδυτές στην Ευρώπη. Εντός του 2025, πολλά έργα ακυρώθηκαν, κυρίως λόγω της απαισιοδοξίας των επιχειρήσεων πως υπάρχει αρκετή ζήτηση για να απορροφήσει την παραγωγή τους. Ταυτόχρονα, το ζήτημα του ενεργειακού κόστους— γενικευμένο σε όλη την ΕΕ— ταλανίζει ιδιαίτερα τον κλάδο. Αρκετοί ιδρυτές νεοφυών επιχειρήσεων στρέφονται και κατά των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και θεσμών, κατηγορώντας τους πως παρά τη ρητορική τους, η υποστήριξη που προσφέρουν είναι ανεπαρκής.
Η σύγκριση με την Κίνα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς οι πρώτες μονάδες πράσινου χάλυβα ξεκίνησαν να κατασκευάζονται ή να αλλάζουν από τις συμβατικές χρόνια πριν, με την πρώτη εμπορική παραγωγή να ξεκινά το 2026. Η Κίνα αποτελεί ήδη τον μεγαλύτερο παραγωγό παραδοσιακού χάλυβα με διαφορά και τον μεγαλύτερο κατασκευαστή έργων ΑΠΕ, και επομένως μπορεί εύκολα να κυριαρχήσει στον πράσινο χάλυβα άμεσα.