Γιατί η Πολιτική Τραμπ Απειλεί τη Βιομηχανική Ανασύσταση των ΗΠΑ

Γιατί η Πολιτική Τραμπ Απειλεί τη Βιομηχανική Ανασύσταση των ΗΠΑ
της Αρχοντίας Γ. Καλλιτέρη
Σαβ, 25 Οκτωβρίου 2025 - 13:00

Το εμβληματικό πλέον σύνθημα του Ντόναλντ Τραμπ “Make America Great Again” βασιζόταν σε ορισμένα κομβικά ζητήματα, μεταξύ αυτών και η βιομηχανική ανασύσταση των ΗΠΑ. Ωστόσο, σχεδόν μία δεκαετία μετά την πρώτη θητεία του σημερινού Προέδρου, η επιστροφή της βαριάς βιομηχανίας στη χώρα παραμένει στη σφαίρα του φανταστικού. Αντ’αυτού, οι πόροι που θα μπορούσαν να επιταχύνουν την επαναβιομηχάνιση έχουν μετακινηθεί στον κλάδο της Τεχνητής Νοημοσύνης, υπονομεύοντας την ανάπτυξη οποιουδήποτε άλλου κλάδου.

Πρόσφατα γράψαμε για το πώς η ανάπτυξη της ΑΙ στο Τέξας απειλεί να αφήσει τη Λεκάνη Permian— την πιο παραγωγική λεκάνη εξορύξεων στις ΗΠΑ— χωρίς ηλεκτροδότηση. Όμως, η ΑΙ δεν θέτει σε κίνδυνο μόνο την ενεργειακή στρατηγική του Τραμπ, αλλά και τη βιομηχανική του. Για χρόνια, ο Αμερικανός Πρόεδρος υπόσχεται πως θα φέρει τις βαριές βιομηχανίες, που έχουν τις περισσότερες φορές μετακομίσει στην Κίνα ή το Μεξικό, εντός αμερικανικών συνόρων. Δυστυχώς για τους ψηφοφόρους, οι περισσότεροι από τους οποίους προέρχονται από τις πρώην βιομηχανικές ζώνες, η δέσμευση αυτή δεν υλοποιείται.

Αντιθέτως, ο Τραμπ και η κυβέρνησή του έχουν λάβει πολλές αποφάσεις που δυσχεραίνουν την επιστροφή της βιομηχανικής παραγωγής στις ΗΠΑ. Η πρώτη είναι σίγουρα η επιβολή δασμών κατά φίλων και εχθρών της Ουάσιγκτον. Θεωρητικά, οι δασμοί αυτοί θα βοηθούσαν τα αμερικανικά προϊόντα. Στην πραγματικότητα, δημιούργησαν χάος για τις εφοδιαστικές αλυσίδες των λίγων αγαθών που συνεχίζουν να κατασκευάζονται επί αμερικανικού εδάφους και χάρη στους ανταποδοτικούς των άλλων κρατών, κατέστησαν τα αγαθά αυτά λιγότερο ανταγωνιστικά διεθνώς. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, οι δασμοί Τραμπ είναι η μεγαλύτερη αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων από τη δεκαετία του ’90, και δύσκολα μπορούν να αντισταθμιστούν από τα φορολογικά κίνητρα που προσφέρει ο νόμος One Big Beautiful Bill.

Η δεύτερη είναι η καταπολέμηση της μετανάστευσης. Μολονότι οι περισσότεροι πολίτες και πολιτικοί στις ΗΠΑ συμφωνούν πως η παράνομη μετανάστευση χρήζει καλύτερης διαχείρισης, δεν υπάρχουν πολλοί ορθολογικοί αναλυτές που να αμφισβητούν τη σημασία των μεταναστών για την οικονομία της χώρας. Περισσότεροι μετανάστες— παράτυποι ή μη— σημαίνουν φθηνότερο εργατικό δυναμικό, μεγαλύτερη κατανάλωση, και ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές. Ο μηδενισμός της μετανάστευσης και η ανοργάνωτη, και συχνά απάνθρωπη, απέλαση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που δούλευαν στις αμερικανικές επιχειρήσεις έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο κενό στην αγορά εργασίας. Φυσικά, οι θέσεις αυτές δύσκολα θα καλυφθούν από όσους έχουν γεννηθεί στις ΗΠΑ, καθώς συνήθως αφορούν δουλειές με χαμηλότερες απολαβές, δυσκολότερες συνθήκες, και κατώτερο κοινωνικό στάτους.

Το τρίτο είναι η αναξιοπιστία της κυβέρνησης. Αν οι ΗΠΑ ήταν γνωστές για κάτι, αυτό ήταν η laisez-faire προσέγγιση στην οικονομία. Οι αρχές επέτρεπαν στους επενδυτές να ποντάρουν τα κεφάλαιά τους όπου επιθυμούσαν και τυχόν κρατικές επιδοτήσεις δίδονταν με βάση τις πραγματικές προοπτικές μίας βιομηχανίας. Παρά την άκρατη απορρύθμιση που έχει προωθήσει σε ορισμένους τομείς, όπως τα αγαπημένα ορυκτά καύσιμα του Τραμπ, ο Λευκός Οίκος έχει προχωρήσει σε πρωτοφανείς παρεμβάσεις σε άλλους κλάδους. Ο χώρος που έχει πληγεί πιο έντονα είναι αδιαμφισβήτητα οι πράσινες τεχνολογίες. Η σημερινή κυβέρνηση όχι απλώς απέσυρε τη ρυθμιστική και οικονομική υποστήριξη που είχε θεσπίσει η προηγούμενη— πλήττοντας κάθε έννοια «συνέχειας» στη διακυβέρνηση— αλλά ξεκίνησε να στοχοποιεί διάφορα υπό κατασκευή προσπαθώντας να αποσπάσει ανταλλάγματα από τους επενδυτές. Η σχεδόν πειρατική αυτή συμπεριφορά σε συνδυασμό με την έλλειψη προβλεψιμότητας που χαρακτηρίζει το στυλ του Τραμπ έχουν οδηγήσει αρκετούς διεθνείς ομίλους και αμερικανικά startups να αποχωρήσουν από την αμερικανική αγορά.

Με αυτά τα δεδομένα, η εμμονή της αμερικανικής κυβέρνησης με την ΑΙ λειτουργεί ως το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της βιομηχανικής ανάπτυξης. Ο Λευκός Οίκος έχει προωθήσει μία σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών για την επιτάχυνση της ανάπτυξης της ΑΙ, με τον Πρόεδρο να έχει μάλιστα συναντηθεί πολλές φορές με τους ανθρώπους-κλειδιά του χώρου, όπως ο Σαμ Άλτμαν της OpenAI. Παράλληλα, η Ουάσιγκτον έχει φροντίσει να εξαιρέσει τους περισσότερους τομείς που σχετίζονται με την ΑΙ από τους δασμούς που έχει εφαρμόσει, διασφαλίζοντας την απρόσκοπτη προμήθειά τους με τον εξοπλισμό που χρειάζονται. Η στάση του Τραμπ λειτουργεί ως καταλύτης για την περαιτέρω γιγάντωση της επένδυσης στην ΑΙ.

 

Οι επενδύσεις που σχετίζονται με την ΑΙ αυξάνονται με μεγαλύτερη ταχύτητα έναντι όλων των υπόλοιπων τομέων. Πηγή: Bloomberg.

 

Είναι δύσκολο να υποτιμήσει κανείς τον ρόλο των επενδύσεων για την ΑΙ στη σημερινή αμερικανική οικονομία. Σύμφωνα με την Pantheon Macroeconomics, η ανάπτυξη του ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά το α’ εξάμηνο του 2025 θα ήταν σχεδόν 60% χαμηλότερη χωρίς τις επενδύσεις αυτές, από το 1,6% στο 1%. Για πολλούς αναλυτές, η φούσκα της ΑΙ δεν απειλεί απλώς την πορεία του χρηματιστηρίου, αλλά αποκρύπτει και τα πολύ πραγματικά προβλήματα της υπόλοιπης οικονομίας. Μέχρι το 2030, οι επενδύσεις στις ψηφιακές υποδομές θα φτάσουν τα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αυτοί οι πόροι θα λείψουν από άλλους κλάδους, μεταξύ αυτών και η βιομηχανία.

Η άμεση χρηματοδότηση δεν είναι το μόνο στοιχείο που θα στερηθεί η αμερικανική βιομηχανία εξαιτίας της ΑΙ. Με τα data centers να καταναλώνουν τεράστια φορτία ενέργειας και την κυβέρνηση Τραμπ να έχει φρενάρει την ανάπτυξη των ΑΠΕ, οι βιομηχανικές μονάδες θα αναγκαστούν να ανταγωνιστούν για την ισχύ που απομένει. Αναπόφευκτα, η περιορισμένη προσφορά και η αυξημένη ζήτηση θα οδηγήσουν σε εκτίναξη του κόστους ενέργειας, ένα πρόβλημα που ήδη αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ συγκριτικά με την Κίνα και μία επιπλέον επιβάρυνση για τους καταναλωτές.

Ακόμα χειρότερα, η κυβέρνηση Τραμπ συνεχίζει να πριμοδοτεί την ΑΙ έναντι των άλλων κλάδων όσον αφορά την ενέργεια. Σύμφωνα με πληροφορίες, το Υπουργείο Ενέργειας διέταξε τις ρυθμιστικές αρχές να εξετάζουν τις αιτήσεις σύνδεσης των data centers εντός 60 ημερών, επιταχύνοντας μία διαδικασία που κρατούσε ακόμα και χρόνια. Η αλλαγή αυτή θα σηματοδοτήσει μία δραματική εισροή μεγάλων καταναλωτών στα τοπικά δίκτυα, κάτι που δεν μπορεί να καλύψει η σημερινή παραγωγή ή οι υφιστάμενες υποδομές.

 

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr