στη μεγαλύτερη ηπειρωτική πολιτεία, δημιουργώντας έντονα προβλήματα στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων που στηρίζει ολόκληρη την ενεργειακή στρατηγική των ΗΠΑ. Το Τέξας φιλοξενεί δύο από τις μεγαλύτερες λεκάνες εξορύξεων, την Eagle Ford στα νοτιοανατολικά και την Permian στα βορειοδυτικά.
Μολονότι η πρώτη είναι παραγωγική, η σημασία της δεύτερης δεν μπορεί να υπερτονισθεί. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ, η Permian παράγει περίπου το 62% του πετρελαίου και το 25% του φυσικού αερίου της χώρας. Δεν θα ήταν υπερβολή αν κανείς χαρακτήριζε τη Λεκάνη Permian ως το σημερινό επίκεντρο της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων της Βόρειας Αμερικής.

Η Λεκάνη Permian είναι η πιο παραγωγική στις ΗΠΑ. Πηγή: EIA.
Εντούτοις, οι τελευταίοι μήνες είναι ιδιαίτερα δύσκολοι για το Τέξας. Οι τιμές του πετρελαίου έχουν καταρρεύσει κάτω από τα 65 δολάρια ανά βαρέλι που προϋποθέτουν τα σχιστολιθικά πηγάδια, τα λειτουργικά κόστη έχουν εκτιναχθεί καθώς οι δασμοί Τραμπ πλήττουν βασικούς τομείς που σχετίζονται με τις εξορύξεις, οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν πως η αύξηση της παραγωγής εκ μέρους του OPEC+ θα οδηγήσει σε κορεσμό της παγκόσμιας αγοράς αργού. Το πιο απροσδόκητο, όμως, πρόβλημα προέρχεται από την ίδια την πολιτεία: το Τέξας έχει ξεμείνει από ενέργεια.
Μοιάζει ειρωνικό, αλλά οι παραγωγοί ορυκτών καυσίμων στην Permian δεν μπορούν να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες τους. Η βιομηχανία είχε στραφεί στον ηλεκτρισμό τα προηγούμενα χρόνια ώστε να μειώσει τους ρύπους της. Ωστόσο, σε μία πολιτεία όπου καταγράφεται έκρηξη της ζήτησης ενέργειας, η Λεκάνη κινδυνεύει να βρεθεί στο περιθώριο. Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού και μία σειρά φυσικών καταστροφών έχουν σίγουρα επιβαρύνει το δίκτυο. Ο μεγαλύτερος “ένοχος” όμως είναι η ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Το Τέξας συνιστά έναν ιδιαίτερα δημοφιλή προορισμό για τα AI data centers, με τους τοπικούς παρόχους ενέργειας και τους διαχειριστές δικτύου να έχουν επανειλημμένα αναφερθεί στο ζήτημα της δραματικής αύξησης της ζήτησης. Αλλά καθώς τα data centers συνδέονται στο δίκτυο, η πρόσβαση των παραγωγών ορυκτών καυσίμων— οι οποίοι βρίσκονται συνήθως μακριά από τα αστικά κέντρα— καθίσταται όλο και πιο δύσκολη.
Και η κατάσταση πιθανότατα θα χειροτερέψει. Σύμφωνα με τον διαχειριστή του δικτύου του Τέξας, το Ercot, η ζήτηση το 2031 θα φτάσει τα 145 GW έναντι 85 GW το 2023. Στην περιοχή της Permian, η ζήτηση από τα data centers και την εξόρυξη κρυπτονομισμάτων αναμένεται να υπερδιπλασιαστεί μέχρι το 2030, αγγίζοντας τα 26 GW, ή όσο χρειάζεται το μητροπολιτικό κέντρο του Ντάλας- Φορτ Γουόρθ— μία μεγαλούπολη με πάνω από 8 εκατομμύρια πληθυσμό.
Με τους παραγωγούς να αντιμετωπίζουν ήδη σωρεία προβλημάτων και τις πολιτειακές αρχές να δυσκολεύονται να διαχειριστούν τα ζητήματα, αρκετές επιχειρήσεις στρέφονται προς την ενεργειακή αυτονομία. Αυτό περιλαμβάνει επενδύσεις σε υποδομές, όπως στο τοπικό δίκτυο και σε μονάδες παραγωγής, καθώς και συμφωνίες με παρόχους ενέργειας. Βεβαίως, οι λύσεις αυτές απαιτούν μεγάλα κεφάλαια, κάτι που δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο υπό τις τρέχουσες πιεστικές συνθήκες της αγοράς.
Η πολιτεία σχεδιάζει να κατασκευάσει ένα σύστημα υψηλής τάσης που εξυπηρετεί την Permian. Αλλά η κατασκευή θα ξεκινήσει το 2028 και θα ολοκληρωθεί το 2030, εφόσον δεν προκύψουν περαιτέρω εμπόδια. Για πολλούς μικρότερους παραγωγούς, η ηλεκτροδότηση βρίσκεται πολύ μακριά. Καθώς οι τιμές του πετρελαίου παραμένουν σε πτωτική πορεία και η Ουάσιγκτον ακολουθεί τη δική της “απρόβλεπτη” ενεργειακή πολιτική, τα γεωτρύπανα στην Permian συνεχίζουν να σβήνουν.