Οι απώλειες που συχνά φτάνουν στο 50%, οι ανεπαρκείς επενδύσεις και η κλιματική κρίση καθιστούν τη λειψυδρία υπαρξιακή απειλή.
Η ορθολογική διαχείριση, μαζί με μια τιμολόγηση που να αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος χωρίς να επιβαρύνει τους καταναλωτές, αποτελεί σύνθετη πρόκληση. Χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο και εφαρμόσιμο πλαίσιο με οδικό χάρτη υλοποίησης, στον οποίο θα δεσμεύονται όλοι οι αρμόδιοι φορείς.
Οι άξονες του Σχεδίου για τα Υδατα, που τέθηκαν σε δημόσιο διάλογο από την κυβέρνηση, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ομως χωρίς συστημική διαλειτουργικότητα, επαρκή χρηματοδότηση και ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, η εφαρμογή τους θα είναι εξαιρετικά δύσκολη.
Οι προτεινόμενες επενδύσεις, άνω των 10 δισ. ευρώ, στοχεύουν στην αντιμετώπιση της λειψυδρίας, στην ανθεκτικότητα των υποδομών και στη δημιουργία νέων έργων. Σημαντικές παρεμβάσεις έχουν ήδη δρομολογηθεί, όπως το Εθνικό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα για το Πόσιμο Νερό, το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Λυμάτων και το «Υδωρ 2.0». Ο απαιτούμενος προϋπολογισμός θα αυξηθεί περαιτέρω λόγω της νέας ευρωπαϊκής οδηγίας για αναβάθμιση εγκαταστάσεων σε τεταρτοβάθμιες και για συστηματική επεξεργασία ομβρίων.
Η πρόκληση είναι διπλή: εξασφάλιση πόρων και θεσμική αναδιάρθρωση του κλάδου, ώστε να λειτουργεί με σαφείς ρόλους, αποτελεσματική αλληλεπίδραση και λογοδοσία. Μια πιθανή κατεύθυνση είναι η συγκέντρωση όλων των αρμοδιοτήτων σε ένα υπουργείο, αρμόδιο για στρατηγική, νομοθεσία, εποπτεία και διαχείριση δεδομένων με σύγχρονα εργαλεία τεχνικής νοημοσύνης.
Δεδομένου του υπέρογκου κόστους, κρίνεται απαραίτητο ένα Εθνικό Ταμείο Υδάτων, που θα συγκεντρώνει και θα διαχειρίζεται πόρους με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα.
Τέλος, η νέα δομή θα μπορούσε να βασιστεί σε τέσσερα λειτουργικά συστήματα:
1. Υδροληψία: Ενας Εθνικός Διαχειριστής θα έχει την ευθύνη αδειοδότησης και ελέγχου της παραγωγής ύδατος, θα παρακολουθεί την ποιότητα και θα εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα. Θα μπορούσε να απορροφήσει υφιστάμενους φορείς, όπως οι Εταιρείες Παγίων ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ και οι Γενικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ).
2. Μεταφορά: Ο ίδιος φορέας θα είναι υπεύθυνος για το «εθνικό δίκτυο μεταφοράς νερού», με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, συντήρηση και διαχείριση κρίσεων, κατ’ αντιστοιχία με ενεργειακές υποδομές.
3. Διανομή πόσιμου ύδατος και διαχείριση αποχέτευσης: Να ενισχυθεί το μοντέλο λειτουργίας των ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ και Δημοτικών Επιχειρήσεων Υδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ), με στόχο τη μείωση απωλειών, την ποιοτική εξυπηρέτηση και την ανακύκλωση νερού. Είναι σημαντικό να θεσπιστούν κίνητρα (νομοθετικά, διοικητικά και οικονομικά) για την ενίσχυση της κεφαλαιακής και επιχειρησιακής τους επάρκειας, με στόχο την επιτάχυνση των επενδύσεων και τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας.
4. Διανομή αρδευτικού ύδατος: Να διεξάγεται μέσω υφιστάμενων Τοπικών Οργανισμών Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ), είτε μέσω νέων φορέων, όπως ο Οργανισμός Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας (ΟΔΥΘ), οι οποίοι θα ασκούν έλεγχο ποιότητας, κοστολόγηση και περιορισμό απωλειών, σε συνάρτηση με την εθνική αγροτική στρατηγική. Οι παραπάνω φορείς θα πρέπει να λάβουν τα ίδια κίνητρα με τις εταιρείες διανομής πόσιμου ύδατος.
Τα αποθέματα νερού στην Αττική έχουν μειωθεί σχεδόν 50% την τελευταία τριετία, ενώ οι συχνές ελλείψεις σε τουριστικές περιοχές αποτυπώνουν την ένταση στο υδατικό ισοζύγιο.
Παράλληλα, η ΡΑΑΕΥ πρέπει να επιταχύνει την έγκριση κωδίκων διαχείρισης, τιμολόγησης και ελέγχου, ώστε να δημιουργηθεί ενιαίο και συνεκτικό πλαίσιο.
Τα αναμενόμενα οφέλη είναι πολλαπλά:
– Αποσαφήνιση ρόλων και δημιουργία ισχυρών διαχειριστών για την προσέλκυση δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων.
– Ενίσχυση διαφάνειας και εμπιστοσύνης των πολιτών.
– Δημιουργία ευέλικτου, αξιόπιστου συστήματος που αφουγκράζεται τις τοπικές ανάγκες.
– Εγκαιρη ενημέρωση και συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στον σχεδιασμό.
Η απόφαση 190/2022 της Ολομέλειας του ΣτΕ επαναβεβαίωσε τη συνταγματική προστασία του νερού ως δημόσιου αγαθού με αναπτυξιακή διάσταση, επιβάλλοντας την ενεργό συμμετοχή του Δημοσίου και τη θεσμική θωράκιση της διαχείρισης.
Η οργάνωση του κλάδου υδάτων με διακριτούς ρόλους, κρατική εποπτεία και κοινωνική λογοδοσία είναι όχι απλώς θεσμικά συμβατή, αλλά και απολύτως αναγκαία για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος.
Το νερό δεν είναι απλώς φυσικός πόρος – είναι θεμέλιο κοινωνικής συνοχής και βιώσιμης ανάπτυξης. Αν δεν κινηθούμε άμεσα, επιτυγχάνοντας την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, οι συνέπειες δεν θα είναι μόνο τεχνικές ή περιβαλλοντικές, αλλά και βαθύτατα κοινωνικές και οικονομικές. Τα χρονικά περιθώρια «στερεύουν».
*Ο κ. Αναστάσιος Τόσιος είναι Εταίρος και Επικεφαλής του προγράμματος «Ιnnovation in Energy» του ΙΕΝΕ, στέλεχος επιχειρήσεων και πρώην αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος ΕΥΔΑΠ Α.Ε.
Από την Καθημερινή