των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Εντούτοις, αρκετοί αναλυτές πιστεύουν πως ακόμα και αν τελικά επιβληθούν οι έμμεσες κυρώσεις, το αδύναμο ρούβλι θα βοηθήσει ώστε να μην καταρρεύσουν τα έσοδα της Ρωσίας.
Μπορεί οι επενδυτές να μην πιστεύουν τις απειλές του Αμερικανού Προέδρου για επιβολή κυρώσεων στους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου, πόσο μάλλον όταν ο Τραμπ επιτάχυνε το τελεσίγραφό του από 50 σε 10 ημέρες κατόπιν των αντιδράσεων, όμως ακόμα και αν αυτές οι απειλές υλοποιηθούν, η Μόσχα δεν θα βρεθεί σε αδιέξοδο. Πιο συγκεκριμένα, τόσο η στάση του Τραμπ, όσο και οι πρόσφατες κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν οδηγήσει το ρωσικό ρούβλι σε υποχώρηση έναντι των άλλων νομισμάτων, και ειδικά του δολαρίου. Πρόκειται για την αντιστροφή μίας τάσης που καταγραφόταν από τις αρχές του 2025, όταν η πολιτική της Ουάσιγκτον είχε οδηγήσει σε μείωση του δολαρίου έναντι των υπόλοιπων νομισμάτων. Χαρακτηριστικά, το ρούβλι έχασε το 4,3% της αξίας του την τελευταία εβδομάδα.

Το ρούβλι υποχωρεί έναντι του δολαρίου την τελευταία εβδομάδα.
Όπως εξηγούν οι αναλυτές, η εξασθένιση του ρωσικού νομίσματος σημαίνει πως τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου θα είναι υψηλότερα χάρη στη διαφορά ανάμεσα στο ρούβλι και στο δολάριο. Με τις ενεργειακές εξαγωγές να συνιστούν το 27% των κρατικών εσόδων της Ρωσίας για το α’ εξάμηνο του 2025— σαφώς χαμηλότερο από το 30% για το 2023 και 2024— οι τιμές του πετρελαίου είναι καθοριστικές για τον ρωσικό προϋπολογισμό. Ένα ακριβό ρούβλι θα σήμαινε πως οι εξαγωγές δεν θα ήταν απλώς μειωμένες εξαιτίας των κυρώσεων, αλλά και λιγότερο κερδοφόρες κατόπιν της συναλλαγματικής μετατροπής. Αντιθέτως, ένα αδύναμο ρούβλι εξασφαλίζει πως ακόμα και αν μειωθούν οι εξαγωγές, η συναλλαγματική μετατροπή θα δρα ως παράγοντας συγκράτησης των εσόδων.
Η πραγματικότητα αυτή αναδεικνύει πόσο δυσεπίλυτη είναι η εξίσωση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Τρεισήμισι χρόνια μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η διαχρονική «αδύναμη ρωσική οικονομία» φαίνεται ιδιαίτερα ανθεκτική. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές πως η τακτική των κυρώσεων δεν αποτελεί λύση, ειδικά όταν οι επιπτώσεις πλήττουν και εκείνους που τις επιβάλλουν. Ταυτόχρονα, είναι ασαφές το κατά πόσο ο Πρόεδρος Τραμπ θα λάβει μία τόσο δραστική απόφαση. Η επιβολή δευτερευόντων κυρώσεων προς τους μεγαλύτερους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου, δηλαδή την Κίνα και τη Ρωσία, θα είχε αρνητικά αποτελέσματα και για τις ΗΠΑ, έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των δύο κρατών. Πέραν αυτού, η κίνηση Τραμπ θα οδηγούσε σε εκ νέου ψύχρανση των σχέσεών του με τον Πρόεδρο Πούτιν, κάτι που ο Αμερικανός ηγέτης δεν επιθυμεί καθόλου.