Αλλά το τέλος του κινεζικού μονοπωλίου δεν αφορά τόσο την πρόσβαση σε πετρώματα, όσο το αν οι δυτικές κυβερνήσεις θα επεκτείνουν την οικονομική υποστήριξη σε μια επιχείρηση με ελάχιστα λειτουργικά περιθώρια. Οι σπάνιες γαίες δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο σπάνιες: τα 17 στοιχεία –όπως το λανθάνιο και το νεοδύμιο– αφθονούν στον φλοιό της Γης. Το δύσκολο κομμάτι είναι η επεξεργασία τους. Ο διαχωρισμός των μεμονωμένων στοιχείων είναι μια πολύπλοκη επεξεργασία, που συχνά περιλαμβάνει τουλάχιστον 50 στάδια. Επίσης η ζήτηση δεν είναι τεράστια: ένα αυτοκίνητο μπορεί να χρειαστεί μόνο ένα κιλό σπάνιων γαιών, αν και αυτό το κιλό είναι απαραίτητο. Αυτός ο συνδυασμός περιορισμένης ζήτησης και ακατάστατης, δαπανηρής επεξεργασίας καθιστά την επιχείρηση μη ελκυστική. Είναι επιπλέον εκπληκτικά μικρή: ο συνολικός όγκος που αγοράστηκε παγκοσμίως το 2024 ήταν μόλις 3,5 δισ. δολάρια, σε σύγκριση με πάνω από 300 δισ. δολάρια για τον χαλκό. Αυτό το μικροσκοπικό μέγεθος, όπως και με άλλα κρίσιμα ορυκτά σαν το γάλλιο και το γερμάνιο, καθιστά τις τιμές ασταθείς και το εμπόριο επικίνδυνο.
Αλλά το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι οι δυτικοί μεταλλωρύχοι επικεντρώνονται ολοένα και περισσότερο στην εξόρυξη πρώτων υλών, κάτι που είναι πολύ πιο κερδοφόρο από τη διύλιση και την επεξεργασία. Η διύλιση αποτελεί έως και το 75% του λειτουργικού κόστους της συνολικής αλυσίδας εφοδιασμού του κλάδου λόγω των ενεργειακών δαπανών και των περιβαλλοντικών κανονισμών. Τα χαμηλά περιθώρια κέρδους συγκρούονται με τα επιχειρηματικά μοντέλα των δυτικών μεταλλωρύχων, γεγονός που εξηγεί την κυριαρχία των κινεζικών εταιρειών που αντέχουν σε χαμηλότερα επίπεδα κερδοφορίας, χάρη στις κρατικές επιδοτήσεις. Η Κίνα αντιπροσώπευε το 91% της παραγωγής διυλισμένων σπάνιων γαιών πέρυσι, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Χυτήρια όπως η Shenghe Resources, αξίας 4 δισ. δολαρίων, και η China Rare Earth Resources, αξίας 6 δισ. δολαρίων, μπορούν να λειτουργήσουν σε τιμές που είναι πολύ χαμηλές για να ανταγωνιστούν οι Δυτικοί. Ενα άλλο πρόβλημα είναι ότι οι σπάνιες γαίες δεν παράγουν χρήσιμα υποπροϊόντα όταν διυλίζονται, στερώντας από τις εταιρείες μια πηγή εσόδων χρήσιμη για την αύξηση των κερδών σε άλλες αγορές επεξεργασίας όπως ο χαλκός. Αυτό υποδηλώνει την ανάγκη να παρέμβουν οι δυτικές κυβερνήσεις. Υπάρχουν ήδη ορισμένα παραδείγματα. Από το 2021, η Νότια Κορέα έχει επεκτείνει σημαντικά τα κρίσιμα ορυκτά της αποθέματα μέσω μιας κρατικής υπηρεσίας, η οποία λαμβάνει τακτικές κεφαλαιακές ενέσεις από τη Σεούλ. Εν τω μεταξύ, η γαλλική κυβέρνηση και Ιάπωνες ιδιώτες επενδυτές υποστηρίζουν ένα εγχώριο εργοστάσιο αξίας 250 εκατ. δολαρίων από τη γαλλική εταιρεία εξόρυξης Caremag, το οποίο από το 2027 θα επεξεργάζεται σπάνιες γαίες για την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία Stellantis. Και την περασμένη εβδομάδα το υπουργείο Αμυνας των ΗΠΑ δήλωσε ότι θα χρηματοδοτήσει, την επέκταση των δραστηριοτήτων σπάνιων γαιών της εγχώριας εταιρείας εξόρυξης MP Materials. Το κοινό νήμα σε πολλά από αυτά τα έργα είναι η καθιέρωση μιας κατώτατης τιμής, δίνοντας κίνητρα στα εργοστάσια να συνεχίσουν να λειτουργούν ακόμη και εν μέσω ασταθών αγορών. Το σπάσιμο του μονοπωλίου της Κίνας στις σπάνιες γαίες δεν θα είναι γρήγορο ή φθηνό. Αλλά εάν η Δύση θέλει μια πραγματική εναλλακτική λύση, το δημόσιο κεφάλαιο και οι εγγυήσεις, καθώς και οι δυνάμεις της αγοράς, θα πρέπει να κάνουν τη δύσκολη δουλειά.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")