Ενώ στην Ελλάδα, η αλματώδης διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, πρώτα και κύρια όμως των φωτοβολταϊκών, αλλάζει εκ των πραγμάτων την εικόνα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς προμήθειας, προς όφελος των μεγάλων καθετοποιημένων εταιρειών του τομέα. Ούτε το φαινόμενο των μηδενικών ή ακόμη και αρνητικών τιμών χονδρικής στον ηλεκτρισμό, εξαιτίας της μαζικής έγχυσης ανανεώσιμης ενέργειας στο σύστημα που επιφέρει τις περικοπές «πράσινης» ενέργειας, δεν μοιάζει ικανό να ανακόψει την πορεία προς το net zero.  

Η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας είναι πλέον σύμφυτη με την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών οικονομιών, καθώς η Γηραιά ήπειρος απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από την εξάρτησή της από τις ρωσικές εισαγωγές.

Ενώ όμως πολλές χώρες έχουν σημειώσει πρόοδο στην πορεία προς την Ενεργειακή τους Μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα, σχεδόν οι μισές ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να εξαρτώνται από αυτά ως κύρια πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

Για να σας δώσουμε μια γενική εικόνα του τί ακριβώς συμβαίνει, το 2011, τα ορυκτά καύσιμα, ήτοι, πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακας αποτελούσαν το 49% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ε.Ε., ενώ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούσαν μόνο το 18%.

Δέκα χρόνια αργότερα, (2021) οι ΑΠΕ είχαν σχεδόν εξισωθεί με τα ορυκτά καύσιμα, με το μερίδιό τους στην ηλεκτροπαραγωγή να ανέρχεται σε 32% στις χώρες-μέλη της ΕΕ, σε σύγκριση με το 36% των ορυκτών καυσίμων.

Αυτό συνέβη χάρη κυρίως στην επέκταση της παραγωγής αιολικής και ηλιακής ενέργειας, καθώς από την παραγωγή μόνο του 8% της ηλεκτρικής ενέργειας της Ε.Ε., το 2011, έφτασε στο 19% το 2021.

Ακόμη και η υδροηλεκτρική ενέργεια που δεν είναι τόσο σημαντική από πλευράς μεριδίου στο μείγμα, παίζει εν τούτοις, καίριο ρόλο στην παροχή ανανεώσιμης ενέργειας.

Από την άλλη, η πυρηνική ενέργεια είναι η μεγαλύτερη μεμονωμένη πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. αλλά εκτός της Ένωσης, παρά τη μείωσή της τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Το 2001, η πυρηνική ενέργεια αποτελούσε το ένα τρίτο (33%) της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Ε.Ε. ενώ το 2021 αποτελούσε το 25%.

Οι πρωτογενείς πηγές ηλεκτρικής ενέργειας των μεγάλων χωρών της Ευρώπης

Το 2024, οι ανανεώσιμες πηγές είχαν αυξήσει κατακόρυφα το μερίδιό τους στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής και από 32% το 2021, βρέθηκαν στο 46,9%, με την Δανία να πρωτοστατεί με ποσοστό 88,4%!

Την σκανδιναβική χώρα ακολούθησαν η Πορτογαλία με ποσοστό 87,5% και η Κροατία με 73,7%.

Η αιολική και η υδροηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευαν πάνω από τα δύο τρίτα αυτής της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας, με την ηλιακή, τα βιοκαύσιμα και τη γεωθερμία να αποτελούν το υπόλοιπο. Τα ορυκτά καύσιμα, όπως ο άνθρακας και το φυσικό αέριο, εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές πηγές σε ορισμένες χώρες, ενώ η πυρηνική ενέργεια παραμένει σημαντική πηγή, ιδιαίτερα στη Γαλλία.

Συγκεκριμένα :

Η Δανία παράγει 88,4% ηλεκτρισμό από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυρίως αιολική.

Η Πορτογαλία παράγει 87,5% ηλεκτρισμό από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυρίως αιολική και υδροηλεκτρική.

Η Κροατία παράγει 73,7% ηλεκτρισμό από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυρίως υδροηλεκτρική.

Η Γαλλία παράγει 68% ηλεκτρισμό από πυρηνική ενέργεια.

Η Γερμανία, παραμένει δέσμια του φυσικού αερίου και του άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αν και έχει πετύχει να μειώσει τη συμμετοχή τους. Για παράδειγμα, η χρήση άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή μειώθηκε από 26% το 2023, σε 20% το α’ εξάμηνο του 2024, σύμφωνα με την Ember. Από 2017 έως το 2021 η χώρα παρήγαγε το 31% της ηλεκτρικής ενέργειάς της από άνθρακα. Όμως, πρέπει να σημειωθεί ότι εξίσου υψηλή είναι και η συμμετοχή αιολικής και ηλιακής ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή με το ποσοστό να ξεπερνά το 35%.

Η Ισπανία και η Ιταλία παράγουν ηλεκτρισμό από ένα ευρύ φάσμα πηγών, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών σταθμών, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των ορυκτών καυσίμων.

Η Ολλανδία παράγει ηλεκτρισμό κατά ένα μεγάλο ποσοστό από φυσικό αέριο και ΑΠΕ.

Η Πολωνία αποτελεί παραδοσιακή χώρα χρήσης στερεών καυσίμων (κυρίως άνθρακα) ως κύρια πηγή για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Τέλος, η Σουηδία έχει υψηλή εξάρτηση από την υδροηλεκτρική και την αιολική ενέργεια.

Αν εξετάσουμε μεμονωμένα έθνη, η πλειονότητα των μεγαλύτερων χωρών της Ευρώπης έχουν τα ορυκτά καύσιμα ως τη μεγαλύτερη κύρια πηγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ολλανδία χρησιμοποιήσαν κατά κόρον, φυσικό αέριο για να παράγουν ηλεκτρισμό, από το 2017 έως το 2021, με την Ιταλία να είναι η πιο εξαρτημένη από τις τρεις τους, καθώς το μερίδιο του φυσικού αερίου στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής ξεπερνούσε το 42%. Τα αντίστοιχα ποσοστά για την Ολλανδία ήταν 40% και για το Ηνωμένο Βασίλειο, 38%.

Από την άλλη, η Ισπανία έκανε άλματα στην υιοθέτηση της «πράσινης» ενέργειας. Ενώ κατά την περίοδο 2017-2021 εξαρτάτο κυρίως από το φυσικό αέριο (29%), το 2022 η συμβολή του στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας έκανε «βουτιά» στο 14%, καθώς η αιολική ενέργεια αύξησε το μερίδιό της με 32%.

Συνολικά, το 2024, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, κυρίως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, αντιπροσώπευαν το 47% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε., ενώ τα ορυκτά καύσιμα συμμετείχαν σε ποσοστό 29% (16% φυσικό αέριο και 10% άνθρακας). Συγκεκριμένα, η αιολική ενέργεια συνεισέφερε το 17%, η ηλιακή ενέργεια το 11%, ενώ η ενέργεια από πυρηνικά εργοστάσια συμμετείχε με 24%.

Αξιοσημείωτη ήταν και η συμμετοχή της υδροηλεκτρικής ενέργειας, με 15,7%

 

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr