Με σειρά από κρίσιμα αλλά και επείγοντα θέματα στον χώρο της ενέργειας θα βρεθεί αντιμέτωπη η νέα κυβέρνηση αμέσως μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Πρώτο, στην λίστα είναι η οριστικοποίηση του αναθεωρημένου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα ( ΕΣΕΚ). Το εν λόγω σχέδιο που παρουσιάστηκε εν χορδαίς και οργάνοις τον περασμένο Ιανουάριο δεν έχει τεθεί καν σε δημόσια διαβούλευση λόγω των σοβαρών αντιδράσεων από την βιομηχανία

Αγκάθι στην οριστικοποίηση του ΕΣΕΚ είναι εξεύρεση της χρυσής τομής ανάμεσα στις προσταγές των Βρυξελλών για σημαντική μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2030 και των αναγκών της εγχώριας αγοράς η οποία θεωρεί το φυσικό αέριο πυλώνα του ενεργειακού συστήματος. Με € 5 δισεκ. προγραμματισμένων και υλοποιούμενων σήμερα επενδύσεων στο φ.αέριο (βλέπε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, τέρμιναλ FSRU, διασυνδετήριοι  αγωγοί, επέκταση και αναβάθμιση εθνικού δικτύου κ.λπ.), οι εταιρείες δεν θέλουν να δουν τις επενδύσεις τους να απαξιώνονται. Άρα, πρώτα θα πρέπει να βρεθεί μια αξιόπιστη συμβιβαστική λύση, (όπου θα προβλέπονται πρόσθετες επενδύσεις σε υδρογόνο και βιομεθάνιο) και μετά να τεθεί το ΕΣΕΚ σε δημόσια διαβούλευση με στόχο την οριστικοποίηση του πριν το φθινόπωρο.

Από πλευράς προτεραιότητας επείγει η σύνταξη του ειδικού χωροταξικού σχεδίου με σαφείς προβλέψεις για την οριοθέτηση χώρων για εγκαταστάσεις μονάδων ΑΠΕ, ταυτόχρονα με την αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό του ηλεκτρικού δικτύου διανομής με εισαγωγή power electronics ώστε να μπορεί να διαχειριστεί την αυξημένη παραγωγή από ΑΠΕ. Όπως συμφωνούν οι περισσότεροι ειδικοί χωρίς την ριζική βελτίωση του ηλεκτρικού δικτύου θα είναι αδύνατη η αύξηση διείσδυσης των ΑΠΕ τόσο στο ηλεκτροπαραγωγικό μείγμα, όπου σήμερα καλύπτουν περίπου το 40% κατά μέσο όρο, όσο και στο συνολικό ενεργειακό ισοζύγιο όπου καλύπτουν σχεδόν το 19%. Με 9,5 GW εγκατεστημένα σήμερα ΑΠΕ, εξαιρουμένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών, χωρίς τον εκσυγχρονισμό του ηλεκτρικού δικτύου διανομής, κάτι που θα επιτρέψει και την εισαγωγή και διαχείριση συστημάτων αποθήκευσης, δεν υπάρχει περίπτωση αυτή να διπλασιαστεί μέχρι το 2030 όπως οραματίζεται η κυβέρνηση και επιθυμούν οι εταιρείες.

Η συνέχιση και επιτάχυνση των ερευνών υδρογονανθράκων, όχι μόνο στις περιοχές πέριξ της Κρήτης και στην Ήπειρο, αλλά και σε αλλά μέρη της επικράτειας (λ.χ., Ιόνιο, Μεσσηνιακός, Κατάκολο, Θερμαϊκός) θα αναδειχθεί σε μείζον διακύβευμα εν όψει της επερχόμενης παγκόσμιας στενότητας στην προμήθεια αργού και αερίου και του νέου διεθνούς περιβάλλοντος υψηλών τιμών που προμηνύεται. Ορισμένα κυβερνητικά στελέχη θα πρέπει να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους περί stranded assets και να αποδεχθούν τον ρεαλισμό της αγοράς η οποία ήδη προεξοφλεί την χρήση πετρελαίου και αερίου, έστω με μειωμένα ποσοστά, μέχρι το 2050.

Τέλος, η κυβέρνηση στο πλαίσιο της στρατηγικής για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας, (βλέπε έρευνες υδρογονανθράκων, μονάδες FSRU, αγωγός East Med) θα πρέπει να επανεξετάσει την παράταση λειτουργίας της νέας μεγάλης λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα V της ΔΕΗ (680 MW) μέχρι το 2040 με εφαρμογή συστημάτων CCUS, όπως ακριβώς πράττει η Γερμανία. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΕΝΕ υπάρχει οικονομικά βιώσιμη τεχνική λύση ενταφιασμού του παραγόμενου CO2 σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς στα Γρεβενά. Η συνέχιση της λειτουργίας της εν λόγω μονάδας πέρα από το προβλεπόμενο σήμερα 2028 θα αποτρέψει την απαξίωση μιας μεγάλης επένδυσης, ενώ ταυτόχρονα θα εξασφαλίσει την συνέχιση της λειτουργίας τμήματος των ορυχείων και άρα την διατήρηση του λιγνίτη ως εφεδρικού καυσίμου, απαραίτητο για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας.