Όταν η Άνγκελα Μέρκελ πριν από ένα περίπου χρόνο ανακοίνωνε την πρόθεσή της να μην διεκδικήσει εκ νέου την Καγκελαρία σίγουρα δεν περίμενε τις περιπέτειες στις οποίες θα εισέλθει η ίδια και το κόμμα της. Τα είχε άλλωστε όλα δρομολογημένα. Είχε προωθήσει την επιλογή της για την προεδρία του κόμματος και την Καγκελαρία και ανέμενε ότι η τελευταία της θητεία θα κυλήσει ομαλά. Λογάριασε ωστόσο χωρίς τον ξενοδόχο

 που δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον γερμανικό λαό. Στις πρόσφατες εκλογές της Θουριγγίας το κόμμα της αναδείχτηκε τρίτο, σημειώνοντας την τέταρτη διαδοχική του ήττα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι Χριστιανοδημοκράτες συνέπραξαν έστω και ατύπως με τους ακροδεξιούς της «Εναλλακτικής για την Γερμανία» για την ανάδειξη πρωθυπουργού στην Θουριγγία. Μπορεί τελικά το CDU να ανέκρουσε πρύμναν. Αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει. Και είναι σοβαρή με προεκτάσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.

Στο εσωτερικό, οι Χριστιανοδημοκράτες βιώνουν την μεγαλύτερη κρίση από τότε που ανέλαβε η Άνγκελα Μέρκελ. Έπειτα από το πολιτικό φιάσκο στην Θουριγκια που πρόσβαλε τα πολιτικά ήθη, η διάδοχος της Μέρκελ, Ανεγκρέτ Κραμπ-Κάρενμπάουερ  ανακοίνωσε την απόφασή της να παραιτηθεί μετά το κομματικό συνέδριο του ερχόμενου Δεκεμβρίου και να μη διεκδικήσει την Καγκελαρία.

Υπενθυμίζεται ότι η Κάρενμπάουερ ή αλλιώς «μίνι-Μέρκελ» ήταν προσωπική επιλογή της Καγκελαρίου και το γεγονός ότι μετά από σχεδόν ένα χρόνο αναγκάσθηκε να παραιτηθεί επιφέρει σοβαρότατο πλήγμα στα σχέδια της Σιδηράς Κυρίας  της Γερμανίας για ομαλή όσο και νικηφόρα μετάβαση στην μετά-Μέρκελ εποχή.

Ουσιαστικά ο δρόμος για τη διαδοχή της έχει εκ νέου ανοίξει. Όμως αυτή τη φορά δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να ελέγξει την έκβασή της. Η μόνη της ελπίδα είναι η επικράτηση του νυν πρωθυπουργού του κρατιδίου της Ρηνανίας-Βεστφαλίας, Αρμιν Λάσετ, ο οποίος παραμένει πιστός στην πολιτική της.

Ωστόσο η δεξιά πτέρυγα του κόμματος καραδοκεί και μάλιστα με δύο ισχυρές υποψηφιότητες.

Πρόκειται για τον αντίπαλό της από τα παλιά, Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος είχε έλθει δεύτερος στη μάχη διαδοχής της στην ηγεσία του CDU το 2018 και τον 39χρονο  και πολλά υποσχόμενο Γενς Σπαν, ο οποίος διατελεί υπουργός Υγείας από το 2017. Είχε έρθει τρίτος στην εσωκομματική μάχη διαδοχής του 2018 και υπήρξε σφοδρός πολέμιος της απόφασης της Μέρκελ να ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας στους πρόσφυγες το 2015.

Σε επίπεδο άσκησης πολιτικής, μια επικράτηση του Σπαν θα θέσει εν αμφιβόλω το σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης για το προσφυγικό που έχει δει το φως της δημοσιότητας. Η κεντρική ιδέα του γερμανικού σχεδίου, στο οποίο κατέληξαν τα κόμματα του γερμανικού συνασπισμού, είναι ότι οι διαδικασίες ασύλου θα ξεκινούν στις χώρες πρώτης γραμμής, αλλά θα ολοκληρώνονται σε άλλα κράτη της ΕΕ.

Δηλαδή στην Ελλάδα θα γίνεται μόνο η προκαταρκτική εξέταση του δικαιώματος παροχής ασύλου. Με αυτόν τον τρόπο θα διευκρινίζεται γρήγορα εάν ένας μετανάστης έχει ρεαλιστικές προοπτικές να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας και, σε περίπτωση θετικής προκαταρκτικής εξέτασης, οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να κατανέμονται στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Το Βερολίνο επιδιώκει να παρουσιάσει το εν λόγω σχέδιο κατά τη διάρκεια της γερμανικής προεδρίας της ΕΕ, η οποία θα λάβει χώρα το δεύτερο εξάμηνο του 2020 και η οποία  συμπίπτει με την κούρσα διαδοχής της Καρενμπάουερ.

Σε περίπτωση λοιπόν που επικρατήσει η δεξιά πτέρυγα στις εσωκομματικές εκλογές , είναι σχεδόν βέβαιο ότι το σχέδιο αυτό θα συναντήσει ισχυρή αντίσταση, ακόμη και αν λάβει το πράσινο φως από την ΕΕ. Και η Μέρκελ θα βρεθεί στην εξαιρετικά δυσμενή θέση να έρθει σε σύγκρουση με τον πρόεδρο και υποψήφιο Καγκελάριο του ίδιου του κόμματός της και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο.

Σε κάθε περίπτωση η αβεβαιότητα που επικρατεί  όσον αφορά το μέλλον των Χριστιανοδημοκρατών ενδέχεται να «παγώσει» οποιαδήποτε ριζοσπαστική ευρωπαϊκή πρωτοβουλία εκ μέρους του Βερολίνου. Και  αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για μια ακόμη φορά η ΕΕ θα πρέπει να περιμένει τις γερμανικές εκλογές -που αναμένεται να διεξαχθούν μεταξύ Αυγούστου και Οκτωβρίου του 2021- προτού προβεί σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις.