βιομηχανία δρομολογεί ένα διεθνές κύμα επαναξιολόγησης των επενδυτικών προτεραιοτήτων.
Σε περίοδο επανασχεδίασης της στρατηγικής του βρίσκεται το εθνικό επενδυτικό ταμείο της Νορβηγίας, γνωστό ως Oljefondet, καθώς το Κοινοβούλιο ενέκρινε πρόσφατα την επαναξιολόγηση των αρχών δεοντολογίας του. Το ταμείο δημιουργήθηκε το 1990 προκειμένου να διαχειριστεί τα αυξανόμενα έσοδα του νορβηγικού δημοσίου από την παραγωγή ορυκτών καυσίμων και βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Norges Bank Investment Management. 35 χρόνια μετά, το ταμείο έχει ξεπεράσει τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αξία, έχει επενδύσεις σε 9000 επιχειρήσεις, και ελέγχει περιουσιακά στοιχεία σε 70 χώρες. Παρά την επιτυχία του, όμως, η NBIM έχει θέσει αυστηρότατα κριτήρια για το πού επενδύει, ανεβάζοντας τον πήχη για άλλα παρόμοια ταμεία σε κράτη όπως η Σιγκαπούρη, η Σαουδική Αραβία, και τα ΗΑΕ.
Ωστόσο, η αλλαγή των δεοντολογικών κριτηρίων της NBIM μπορεί να σηματοδοτήσει μία δραματική μεταστροφή στη θέση του ταμείου. Το βασικό σημείο τριβής των διαπραγματεύσεων στη Νορβηγία είναι κατά πόσο το ταμείο πρέπει να αρχίσει να επενδύσει στην αμυντική βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών όπως η Boeing και η Lockheed Martin. Παραδόξως, η Νορβηγία συνεχίζει να αγοράζει τα προϊόντα αυτών των επιχειρήσεων ως κράτος, όμως η NBIM δεν επιτρέπεται να επενδύσει σε αυτές καθώς κατασκευάζουν εξοπλισμό που χρησιμοποιείται σε πυρηνικά όπλα. Αρκετοί αναλυτές χαρακτηρίζουν αυτή τη στάση ως παράλογη, ειδικά με δεδομένο ότι το Όσλο και οι άλλες ευρωπαϊκές ηγεσίες έχουν αποφασίσει να ενισχύσουν τις αμυντικές ικανότητές τους φοβούμενες τα σχέδια της Ρωσίας. Φυσικά, η Νορβηγία είναι γεωγραφικά καταδικασμένη να εμπλακεί σε οποιοδήποτε δυτικό εγχείρημα της Ρωσίας μιας και οι δύο χώρες μοιράζονται μία στενή μεθοριακή γραμμή στον Αρκτικό Κύκλο, ενώ η Νορβηγία ελέγχει την είσοδο από τη Βόρεια στη Βαλτική Θάλασσα.
Η δυνητική μεταστροφή της επενδυτικής πολιτικής της NBIM συμπίπτει με μία ευρύτερη αλλαγή ταχύτητας στην ατζέντα της Ευρώπης. Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να συνεχίζεται και τη Ρωσία να έχει επιβιώσει σχεδόν 4 χρόνια απομόνωσης από τις δυτικές αγορές, τα κράτη της περιοχής αναπόφευκτα ανησυχούν για την επόμενη ημέρα. Με τα δημοσιονομικά περιθώρια να είναι στενά σε πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες, η προτεραιοποίηση των αμυντικών επενδύσεων σπρώχνει στο περιθώριο τις ήδη αντιδημοφιλείς επενδύσεις στην πράσινη μετάβαση. Με τη NBIM να υποβαθμίζει την έννοια της βιωσιμότητας στο χαρτοφυλάκιό της και την Ευρωπαϊκή Ένωση να εγκαταλείπει την ατζέντα ESG, καθίσταται σαφές πως η διαχείριση των μεγάλων χαρτοφυλακίων περνά σε μία νέα περίοδο.