διύλισης και χημικών προϊόντων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ανθεκτικότητα και ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού βιομηχανικού οικοσυστήματος.
Όπως τονίζουν, τα διυλιστήρια και τα πετροχημικά εργοστάσια λειτουργούν ενοποιημένα εδώ και δεκαετίες σε περίπου 20 βιομηχανικά συγκροτήματα σε όλη την Ευρώπη. Αυτή η συνύπαρξη εξασφαλίζει ενεργειακή απόδοση, κοινή χρήση υποδομών και κυκλική αξιοποίηση πρώτων υλών – στοιχεία απαραίτητα για τη βιομηχανική και ενεργειακή ανθεκτικότητα της Ε.Ε.
Τα διυλιστήρια καλύπτουν περίπου το 50% των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί η χημική βιομηχανία και παρέχουν το 97% της ενέργειας για τις μεταφορές στην Ευρώπη. Ο κλάδος αποτελεί τη βάση κρίσιμων αλυσίδων αξίας, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η αεροπορία, η άμυνα και τα προηγμένα υλικά.
Οι υπογράφοντες προειδοποιούν ότι χωρίς συνεκτική στρατηγική και κατάλληλο πλαίσιο επενδύσεων, η Ευρώπη κινδυνεύει να ενισχύσει την εξάρτησή της από εισαγόμενη ενέργεια και υλικά, με συχνά υψηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Οι εκπρόσωποι του κλάδου καλούν την Κομισιόν να θεσπίσει έναν στρατηγικό διάλογο μεταξύ των βιομηχανιών διύλισης και χημικών προϊόντων με στόχους:
- Ευθυγράμμιση της μετάβασης των δύο τομέων σε πρώτες ύλες χαμηλών εκπομπών και κυκλικής οικονομίας,
- Δημιουργία ισχυρών επιχειρηματικών κινήτρων για βιώσιμες επενδύσεις,
- Διασφάλιση προσιτής μετάβασης για τους τομείς που είναι δύσκολο να αποανθρακοποιηθούν.
Η γενική διευθύντρια της FuelsEurope, Λιάνα Γούτα, δήλωσε σχετικά: «Οι βιομηχανίες μας είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Οι φιλοδοξίες της Ευρώπης στον τομέα της χημικής βιομηχανίας δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς μια ισχυρή, ανταγωνιστική βάση διύλισης».
Στην επιστολή, τα στελέχη επισημαίνουν ότι, όπως και η χημική βιομηχανία, ο τομέας διύλισης αντιμετωπίζει υψηλό ενεργειακό και κανονιστικό κόστος, μειωμένη εγχώρια ζήτηση και σκληρό διεθνή ανταγωνισμό.
Από το 2009, ένα στα τέσσερα ευρωπαϊκά διυλιστήρια έχει κλείσει ή μετατραπεί, οδηγώντας σε μείωση παραγωγικής ικανότητας κατά περίπου 20%. Η έλλειψη σαφούς επενδυτικού πλαισίου, τονίζουν, εμποδίζει την προσέλκυση των δισεκατομμυρίων ευρώ που απαιτούνται για τη μετάβαση σε χαμηλών εκπομπών και κυκλική παραγωγή.
Χωρίς αυτές τις επενδύσεις, η Ευρώπη κινδυνεύει να χάσει τεχνογνωσία, θέσεις εργασίας και να καταστεί ακόμη πιο εξαρτημένη από εισαγωγές.
Οι επικεφαλής των εταιρειών –μελών της Fuels Europe ζητούν:
- Αναγνώριση της αλληλεξάρτησης μεταξύ διύλισης και χημικών προϊόντων,
- Συμμετοχή του κλάδου στους στρατηγικούς διαλόγους και στη Συμμαχία για τα Κρίσιμα Χημικά,
- Ανάπτυξη στοχευμένων εργαλείων (κανονιστικών και χρηματοοικονομικών) για μείωση επενδυτικών κινδύνων,
- Ενίσχυση της βιομηχανικής ανθεκτικότητας και της στρατηγικής ασφάλειας της Ευρώπης.
Οι εταιρείες δηλώνουν έτοιμες να συνεργαστούν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη για τη διαμόρφωση μιας συνεκτικής βιομηχανικής πολιτικής που θα στηρίξει τη μετάβαση της Ευρώπης προς βιώσιμη και ανταγωνιστική οικονομία.

Μπορείτε να δείτε ολόκληρη την επιστολή προς την πρόεδρο της Κομισιόν εδώ:
«Προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 08/10/2025
Θέμα: Πρόσκληση για δράση: Διασφάλιση της αναγνώρισης του τομέα μας στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τη χημική βιομηχανία
Αγαπητή πρόεδρε, φον ντερ Λάιεν,
Εμείς, οι υπογράφοντες διευθύνοντες σύμβουλοι και ανώτατα στελέχη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας παραγωγής καυσίμων, εκφράζουμε την ανησυχία μας για την παράβλεψη, στο «Ευρωπαϊκό Σχέδιο Δράσης για τη Χημική Βιομηχανία» της Επιτροπής, του στρατηγικού ρόλου του κλάδου μας στην εξασφάλιση της ανθεκτικότητας και της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής χημικής βιομηχανίας.
Αυτή η έλλειψη αναγνώρισης κινδυνεύει να υπονομεύσει τους στόχους του Σχεδίου Δράσης.
Τα διυλιστήρια της Ευρώπης είναι ζωτικής σημασίας για τους βιομηχανικούς συσπειρώσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη και υποστηρίζουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας μας, την στρατιωτική ετοιμότητα και την ενεργειακή ασφάλεια.
Εκτός από την παροχή του 97 % της ενέργειας που χρησιμοποιείται σε όλους τους τομείς των μεταφορών – οδικές, αεροπορικές, θαλάσσιες, στρατιωτικές και αμυντικές – τα διυλιστήριά μας παρέχουν επίσης περίπου το 50 % της συνολικής πρώτης ύλης που χρειάζεται η χημική βιομηχανία.
Η Ευρώπη διαθέτει περίπου 20 πετροχημικά συγκροτήματα, όπου τα πετροχημικά εργοστάσια και τα διυλιστήρια βρίσκονται στρατηγικά τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο εδώ και δεκαετίες και εξαρτώνται το ένα από το άλλο για τη μελλοντική ανταγωνιστικότητά τους.
Μαζί απασχολούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους, άμεσα και έμμεσα.
Όπως και η χημική βιομηχανία, τα διυλιστήρια μας αντιμετωπίζουν προκλήσεις λόγω του υψηλού κόστους ενέργειας και άνθρακα, ενός πολύπλοκου και συχνά αντιφατικού κανονιστικού περιβάλλοντος, της αδύναμης εγχώριας ζήτησης και των παγκόσμιων ανταγωνιστών που επωφελούνται από το χαμηλότερο κανονιστικό βάρος.
Όπως και η χημική βιομηχανία, δεκάδες εγκαταστάσεις μας στην Ευρώπη έχουν μετατραπεί ή κλείσει.
Από το 2009, 1 στα 4 διυλιστήρια στην Ευρώπη έχει κλείσει ή μετατραπεί, γεγονός που αντιπροσωπεύει μείωση της παραγωγικής ικανότητας κατά σχεδόν 20%.
Και όπως και η χημική βιομηχανία, τα διυλιστήριά μας εξακολουθούν να στερούνται ενός σαφούς επιχειρηματικού σχεδίου για να προσελκύσουν επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ που απαιτούνται για τη μετάβαση σε χαμηλών εκπομπών άνθρακα και κυκλική παραγωγή, απαραίτητη για την υποστήριξη των φιλοδοξιών της Ευρώπης.
Χωρίς αυτές τις επενδύσεις, η Ευρώπη κινδυνεύει να γίνει ακόμη πιο εξαρτημένη από τις εισαγωγές, ενδεχομένως με μεγαλύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να διασφαλιστεί ότι τα διυλιστήρια της Ευρώπης μπορούν να συνεχίσουν να συμβάλλουν στον ενεργειακό εφοδιασμό της ΕΕ, να ενισχύουν την ανθεκτικότητα και να προστατεύουν τη στρατηγική ασφάλεια και τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρώπης.
Καλούμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν την αλληλεξάρτηση μεταξύ των εγκαταστάσεων παραγωγής χημικών και διύλισης και να ξεκινήσουν έναν στρατηγικό διάλογο με τον τομέα της διύλισης.
Συγκεκριμένα, ένας στρατηγικός διάλογος για τις βιομηχανίες διύλισης και πετροχημικών θα πρέπει:
• Να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο εξάρτησης της χημικής βιομηχανίας της ΕΕ από εισαγόμενη ενέργεια και πρώτες ύλες (ορυκτές ενέργειες και πρώτες ύλες, βιολογικές πρώτες ύλες) ως βασική ευπάθεια και να εξετάσει πώς θα πρέπει να υποστηριχθεί η μετάβαση προς βιώσιμες και κυκλικές πρώτες ύλες στον τομέα της διύλισης ως κρίσιμο μέρος των σχεδίων δράσης της χημικής βιομηχανίας και της βιομηχανίας μεταφορών.
• Να επικεντρωθεί στον σχεδιασμό αποτελεσματικών μέτρων (κανονιστικών, χρηματοοικονομικών ή εργαλείων για τον μετριασμό των επενδυτικών κινδύνων) προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ισχυρό επιχειρηματικό σενάριο για τους επενδυτές στη μετάβαση τόσο της χημικής βιομηχανίας όσο και της βιομηχανίας παραγωγής καυσίμων.
• Να προσκαλέσει τη βιομηχανία μας να συμβάλει στους σχετικούς στρατηγικούς διαλόγους για την προετοιμασία και την εφαρμογή του σχεδίου δράσης για τη χημική βιομηχανία (συμπεριλαμβάνοντάς μας επίσης στη Συμμαχία για τα Κρίσιμα Χημικά ως βασικό ενδιαφερόμενο μέρος).
Να καταστήσει δυνατή μια οικονομικά προσιτή μετάβαση των στενά συνδεδεμένων και δύσκολα μειώσιμων τομέων της οικονομίας της ΕΕ, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η αεροπορία, η ναυτιλία, η χημική βιομηχανία, η άμυνα και η στρατιωτική κινητικότητα.
Οι εταιρείες μας είναι πρόθυμες να συνεργαστούν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερόμενους φορείς σε όλες τις αλυσίδες αξίας, προκειμένου να προωθήσουν την ανάπτυξη και την εφαρμογή των σχεδίων της ΕΕ για τις στρατηγικές βιομηχανίες της Ευρώπης και την ευρύτερη οικονομία.»