Σήμερα το πρωί στις 06:00 π.μ. τοπική ώρα ξεκίνησε, όπως ήταν προγραμματισμένο, η λειτουργία του αγωγού πετρελαίου Kirkuk-Ceyhan που ενώνει το ιρακινό Κουρδιστάν με τα τουρκικά παράλια της Ανατολικής Μεσογείου. Ο αγωγός είχε σταματήσει να μεταφέρει αργό το 2023 εξαιτίας των πολιτικών εντάσεων μεταξύ Βαγδάτης και Κιρκούκ και των οικονομικών διαφορών μεταξύ Ιράκ, Τουρκίας, και ξένων παραγωγών. Ωστόσο, οι προσπάθειες επίλυσης της διαμάχης είχαν κλιμακωθεί τους τελευταίους μήνες, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ πιέζει το Ιράκ να διακόψει την ενεργειακή— και όχι μόνο— συνεργασία με το Ιράν. Παράλληλα, η χώρα της Μέσης Ανατολής μπορεί πλέον να παράγει μεγαλύτερες ποσότητες του καυσίμου χάρη στη χαλάρωση των περιορισμών που είχε επιβάλει ο OPEC+.
Ο εκπρόσωπος του Ιράκ στον OPEC, Μοχάμεντ αλ Ναϊτζάρ, δήλωσε ότι η χώρα του μπορεί να εξάγει περισσότερες ποσότητες από ό,τι ως τώρα μετά την επανέναρξη των ροών μέσω του αγωγού Kirkuk-Ceyhan, σε συνδυασμό και με άλλα προγραμματισμένα έργα στο λιμάνι της Βασόρας, ανέφερε το Σάββατο το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων INA. «Τα κράτη μέλη του OPEC έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν αύξηση των μεριδίων παραγωγής] τους, ειδικά εάν έχουν έργα που οδήγησαν σε αύξηση της παραγωγικής ικανότητας», είπε ο αλ Ναϊτζάρ.
Ο υφυπουργός Πετρελαίου του Ιράκ, Μπασσέμ Μοχάμεντ, δήλωσε στο Reuters ότι η επανέναρξη των ροών πετρελαίου από τους Κούρδους θα βοηθήσει στην αύξηση των εξαγωγών της χώρας σε σχεδόν 3,6 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα μέσα στις επόμενες ημέρες. Τα επίπεδα παραγωγής και εξαγωγών του Ιράκ θα παραμείνουν εντός της ποσόστωσης του OPEC, και η οποία ανέρχεται σε 4,2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, πρόσθεσε ο Μοχάμεντ.
Ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας, Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ, επιβεβαίωσε επίσης την επανέναρξη των εξαγωγών πετρελαίου προς την Τουρκία από το Ιράκ σε ανάρτηση στο X.
Ο αγωγός Kirkuk-Ceyhan ενώνει το ιρακινό Κουρδιστάν με τα τουρκικά παράλια. Πηγή: Stratfor.
Η ανακοίνωσης της επανέναρξης του αγωγού επιβεβαιώθηκε ήδη από εχθες, λίγες ημέρες μετά την είδηση περί κατάρρευσης των διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το σχέδιο στο οποίο συμφώνησαν οι τρεις πλευρές προβλέπει πως το ιρακινό Κουρδιστάν, η περιοχή που φιλοξενεί τα σημαντικότερα κοιτάσματα της χώρας, θα παρέχει τουλάχιστον 230.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα στην ιρακινή εταιρεία πετρελαϊκού εμπορίου SOMO. Η ημι-αυτόνομη περιοχή θα μπορεί να κρατά 50.000 bpd για την κάλυψη των τοπικών αναγκών. Ο στόχος είναι ο αγωγός να μεταφέρει περίπου 180.000-190.000 bpd.
Αφού φτάσουν στο τουρκικό λιμάνι Σεϊχάν, ένας ανεξάρτητος τρέϊντερ θα μεταπωλεί το πετρέλαιο σε τρίτους αγοραστές. Οι τιμές πώλησης θα είναι οι ίδιες με το υπόλοιπο ιρακινό πετρέλαιο, οι ποιότητες του οποίου διαπραγματεύονται μεταξύ 68-70 δολαρίων τις τελευταίες ώρες. Τα 16 δολάρια για κάθε βαρέλι που πωλείται θα μεταφέρονται σε έναν μεσεγγυητικό λογαριασμό, απ’όπου θα μοιράζονται αναλογικά στους παραγωγούς. Τα υπόλοιπα κέρδη θα ανήκουν στη SOMO. Όπως αναφέρουν οι πηγές που γνωρίζουν τις συζητήσεις, το Υπουργείο Φυσικών Πόρων του Ιράκ ενημέρωσε τις εταιρείες-παραγωγούς μέσω επιστολής ώστε να υπογράψουν τη σχετική συμφωνία.
Όμως, η συμμετοχή όλων των παραγωγών παραμένει αβέβαιη. Το 90% της παραγωγής ελέγχεται από οκτώ επιχειρήσεις που συνεργάζονται στον επιχειρηματικό σύνδεσμο APIKUR (Association of the Petroleum Industry of Kurdistan): τις αμερικανικές Genel Energy, HKN Energy, και Hunt Oil, την αμερικανο-αραβική Gulf Keystone Petroleum, τις καναδικές ShaMaran Petroleum και WesternZagros, τη νορβηγική DNO, και την ουγγρική Kalegran. Πριν την επαναλειτουργία του αγωγού, υπήρχε έντονη φημολογία πως η DNO και η Genel Energy δεν υπέγραψαν τη συμφωνία εξαιτίας της εκκρεμότητας με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της διοίκησης του ιρακινού Κουρδιστάν προς τους παραγωγούς.
Η διοίκηση της ημι-αυτόνομης περιοχής χρωστάει περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια στους παραγωγούς. Το ποσό που αντιστοιχεί μόνο στην DNO φτάνει τα 300 εκατομμύρια. Ο APIKUR ανέφερε πως οι παραγωγοί και η διοίκηση θα συναντηθούν εντός 30 ημερών ώστε να συζητήσουν εκ νέου το θέμα. Πέραν των οικονομικών διαφορών μεταξύ Κουρδιστάν και εταιρειών, εκκρεμεί και η χρηματική διαφορά ανάμεσα σε Τουρκία και Ιράκ. Πιο συγκεκριμένα, η Άγκυρα έχει καταδικαστεί να πληρώσει τη Βαγδάτη αποζημιώσεις ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων για διαφυγόντα κέρδη από τις παράτυπες εξαγωγές πετρελαίου. Υπενθυμίζεται πως η Τουρκία έχει έντονη παρουσία στο ιρακινό Κουρδιστάν, λειτουργώντας ως πάροχος ασφαλείας του Κιρκούκ και διώκοντας τα μέλη του PKK.
Όσον αφορά το εμπόριο, η τρέϊντερ εμπορευμάτων Vitol είναι η πιθανότερη επιλογή για τον ρόλο του μεταπωλητή στο Σεϊχάν. Η επιχείρηση είχε παρουσία στην περιοχή και πριν το κλείσιμο του αγωγού, έχοντας συνεργαστεί με κουρδικά συμφέροντα. Η διαφορά με το προηγούμενο σύστημα θα είναι η συνεργασία μεταξύ Vitol και SOMO, όχι μόνο Vitol και APIKUR. Η τρέϊντερ αποτελεί μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες δυνάμεις στην παγκόσμια αγορά ορυκτών καυσίμων, με την επιτυχία των Vitol και Trafigura να αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού ακόμα και για τις μεγάλες πετρελαϊκές.
Οι αναλυτές περιμένουν πλέον να δουν πώς η προσθήκη του αργού από το ιρακινό Κουρδιστάν θα επηρεάσει το μερίδιο αγοράς του OPEC+. Το Ιράκ είναι ήδη ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός του διευρυμένου καρτέλ πίσω από τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία, με περίπου 4,2 εκατομμύρια bpd κατά τη διάρκεια του 2025. Επί του παρόντος, τα μέλη του OPEC+ έχουν κηρύξει έναν πόλεμο τιμών εναντίον των μεγαλύτερων ανταγωνιστών τους όπως οι ΗΠΑ και ο Καναδάς προκειμένου να ανακτήσουν το μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς που είχαν πριν από μία δεκαετία. Για το 2024, η Κίνα και η Ινδία ήταν οι δύο μεγαλύτεροι αγοραστές ιρακινού αργού, το οποίο εξάγεται μέσω του λιμανιού Μπάσρα, στον Περσικό Κόλπο. Παρόλα αυτά, η χώρα αντιμετωπίζει έντονη ενεργειακή κρίση τους τελευταίους μήνες, γεγονός που έχει επηρεάσει τις κοινωνικές και πολιτικές ισορροπίες.