Ιστορικά μειωμένα επίπεδα καταγράφονται στα παγκόσμια αποθέματα ντίζελ, έχοντας οδηγήσει τα διυλιστήρια να πατήσουν γκάζι στην παραγωγή τους. Η έλλειψη των καυσίμων συνδέεται με μία σειρά παραγόντων, από τις τακτικές συντηρήσεις που απαιτούνται σε όλες τις μονάδες διύλισης μέχρι τα χαμηλά κέρδη που σημειώνονται μετά την ενεργειακή κρίση του 2022. Σε ορισμένες αγορές, τα προβλήματα συνδέονται με πολιτικές αποφάσεις.
Στην Ευρώπη, η διακοπή των εισαγωγών ρωσικών πετρελαιοειδών σήμανε την αντικατάσταση με προμήθειες από άλλες μεγάλες αγορές. Αυτό έχει οδηγήσει σε αύξηση του χρόνου παραλαβής από τους Ευρωπαίους αγοραστές και έντονο ανταγωνισμό με άλλους σημαντικούς πελάτες. Στις ΗΠΑ, οι δασμοί ή και περιορισμοί Τραμπ κατά μίας σειράς παραγωγών, συμπεριλαμβανομένης του Καναδά, της Βραζιλίας, και της Βενεζουέλας έχουν προκαλέσει ελλείψεις τόσο στα διυλιστήρια του βορρά, όσο και του νότου.
Το τέλος του καλοκαιριού με αρχή του φθινοπώρου θεωρείται ως περίοδος αιχμής για τα καύσιμα, και ειδικά την πολυχρηστική κατηγορία των ντίζελ που καταναλώνονται σε πολλούς διαφορετικούς τομείς. Όμως, αυτή η αυξανόμενη ζήτηση συμπίπτει με άλλους εποχιακούς κινδύνους. Για παράδειγμα, ο Κόλπος του Μεξικού που συνιστά το μεγαλύτερο κέντρο στις ΗΠΑ, τόσο για την παραγωγή αργού, όσο και τη διύλιση καυσίμων, μαστίζεται από τυφώνες παραδοσιακά μεταξύ καλοκαιριού και φθινοπώρου. Παρόμοια είναι η εικόνα στον βόρειο Ειρηνικό, με τις ασιατικές χώρες να πλήττονται από μουσώνες περίπου την ίδια περίοδο.
Μία καθυστέρηση στην παραγωγή ή τη μεταφορά των καυσίμων εξαιτίας των καιρικών συνθηκών θα ήταν εξίσου αρνητική με μία καθυστέρηση εξαιτίας γεωπολιτικών εξελίξεων. Με τη Μέση Ανατολή να παραμένει σε αναβρασμό και τις εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και BRICS γενικότερα, μία νέα διεθνής κρίση δεν μπορεί να αποκλειστεί σε καμία περίπτωση. Ως εκ τούτου, οι τιμές των καυσίμων θα μπορούσαν να πάρουν ξανά την ανιούσα.
Το ντίζελ ήδη πωλείται σε αυξημένες τιμές μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με το σπρεντ μεταξύ του καυσίμου και του Brent να έχει σταθεροποιηθεί πάνω από τα 20 δολάρια στην Ευρώπη και τα 30 στις ΗΠΑ. Μία περαιτέρω αύξηση θα ξεκινούσε ένα ντόμινο ανατιμήσεων, επαναφέροντας τον χειρότερο εφιάλτη των κυβερνήσεων και στις δύο όχθες του Ατλαντικού: τον πληθωρισμό. Με τους δασμούς Τραμπ να έχουν ήδη διαμορφώσει ένα χαοτικό σκηνικό στο παγκόσμιο εμπόριο, ένα νέο κύμα πληθωρισμού θα ήταν «η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι» για τους χρόνια δυσαρεστημένους πολίτες των αναπτυγμένων οικονομιών.