να περιορίσει το αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημα του Πεκίνου στον συγκεκριμένο τομέα. Εντούτοις, η κίνηση προκαλεί αμηχανία στην Ουάσιγκτον, καθώς εγείρει ερωτήματα για την προθυμία του Λευκού Οίκου να σεβαστεί τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς.
Ένα διαχρονικό αστείο στους διαδρόμους του Καπιτωλίου είναι η αδυναμία του Πενταγώνου να περάσει έστω και τυπικά τους λογιστικούς ελέγχους των ομοσπονδιακών αρχών. Οι ΗΠΑ έχουν τις υψηλότερες αμυντικές δαπάνες στον κόσμο, ξεπερνώντας τις οκτώ επόμενες χώρες στη λίστα αθροιστικά. Ωστόσο, κανείς δεν γνωρίζει πού ακριβώς σπαταλούνται όλα αυτά τα δισεκατομμύρια εδώ και αρκετά χρόνια. Ευτυχώς για τους ομοσπονδιακούς λογιστές, ο επόμενος έλεγχος ίσως αποδειχθεί πιο εύκολος. Όπως ανακοινώθηκε προ ολίγων ημερών, το Πεντάγωνο πλήρωσε 400 εκατομμύρια δολάρια για να αποκτήσει το 15% της εταιρείας MP Materials και να αγοράσει όλη την παραγωγή της για την επόμενη δεκαετία σε τιμή διπλάσια της σημερινής. Πέραν αυτού, το Πεντάγωνο θα δανείσει 150 εκατομμύρια δολάρια στην επιχείρηση εντός των επόμενων εβδομάδων.
Η πορεία της μετοχής της MP Materials.
Η είδηση προκάλεσε την εκτόξευση των μετοχών της MP Materials, μίας επιχείρησης που βρισκόταν στο παρασκήνιο για πολλά χρόνια. Η εταιρεία ξεκίνησε να λειτουργεί με τη σημερινή της δομή το 2015, όταν ο επενδυτής James Litinsky αγόρασε τη χρεωκοπημένη Molycorp. Παρά τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε χρέη, η Molycorp είχε ένα ασύγκριτο πλεονέκτημα: ήταν ιδιοκτήτρια του μοναδικού ορυχείου σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ, του Mountain Pass. Το εν λόγω ορυχείο δεν επρόκειτο για κάποια καινούργια ανακάλυψη των τελευταίων ετών, αλλά αποτελούσε τον μεγαλύτερο παραγωγό σπάνιων γαιών σε παγκόσμιο επίπεδο κατά τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Εντούτοις, η σταδιακή αποβιομηχάνιση των ΗΠΑ και ο εντεινόμενος ανταγωνισμός από την Κίνα οδήγησαν στο κλείσιμο του ορυχείου καθώς θεωρήθηκε ως μία «μη βιώσιμη επένδυση».
Ο Litinsky πήγε ανάποδα στην κατεστημένη αμερικανική “σοφία” περί αποδοτικότητας των επενδύσεων και πόνταρε στη μελλοντική αναγκαιότητα του ορυχείου. Όμως δεν έμεινε εκεί. Όπως αποδεικνύουν τα διαθέσιμα στοιχεία για το λόμπινγκ στην Ουάσιγκτον, η MP Materials είχε ξοδέψει πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια, με τις δωρεές προς πολιτικούς το 2024 να φτάνουν τις 750.000. Αυτή δεν ήταν η μοναδική επαφή της επιχείρησης με τα κέντρα εξουσίας. Το 2020— πάλι υπό την ηγεσία Τραμπ— έλαβε δάνειο 450 εκατομμυρίων δολαρίων από το ομοσπονδιακό κράτος ώστε να επαναλειτουργήσει το ορυχείο Mountain Pass.
Οι υποστηρικτές της απόφασης Τραμπ για την πρόσφατη συμφωνία εξηγούν πως η MP Materials μπορεί να παίξει κομβικό ρόλο στον περιορισμό της αμερικανικής εξάρτησης από τις κινεζικές εξαγωγές σπάνιων γαιών. Προς το παρόν, οι ΗΠΑ καλούνται να κλείσουν μία πολύ μεγάλη ψαλίδα. Η Κίνα ελέγχει το 70% της παγκόσμιας παραγωγής και το 85% της παγκόσμιας επεξεργασίας σπάνιων γαιών, ένα εργαλείο που δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει όταν απαιτείται, όπως συνέβη και κατά την κορύφωση του τρέχοντος εμπορικού πολέμου. Από την πλευρά τους, τόσο η προηγούμενη, όσο και η παρούσα αμερικανική κυβέρνηση έχουν προσπαθήσει να προωθήσουν μία σειρά πρωτοβουλιών για το θέμα, μεταξύ αυτών και η ανακύκλωση σπάνιων γαιών. Βέβαια, ορισμένοι προειδοποιούν πως η ευρύτερη πολιτική του Τραμπ, και ειδικά η ακύρωση των φορολογικών κινήτρων για μία σειρά “πράσινων τεχνολογιών”, δυσχεραίνει τις ικανότητες της αμερικανικής αγοράς.
Σε κάθε περίπτωση, η απόκτηση της MP Materials δεν είναι πανάκεια. Το Mountain Pass παράγει μόνο συγκεκριμένες ποιότητες σπάνιων γαιών που δεν επαρκούν για την κατασκευή κρίσιμου εξοπλισμού όπως οι πολυσυζητημένοι μαγνήτες, κάτι που σημαίνει ότι επί του παρόντος βασίζεται στις εισαγωγές για ορισμένα μεταλλικά στοιχεία. Κάποιοι αναλυτές προβλέπουν απάντηση της Κίνας με αφορμή την όποια συμφωνία επιτευχθεί μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου. Θεωρητικά, η κινεζική κυβέρνηση θα μπορούσε να αντιστρέψει τη σημερινή τακτική της, και αντί για τεχνητή ανεπάρκεια μέσω των περιορισμών, να πλημμυρίσει την αγορά με φθηνές εισαγωγές, πλήττοντας τα περιθώρια κέρδους της MP Materials. Υπό κανονικές συνθήκες, αυτό θα προκαλούσε προβλήματα στην επιχείρηση, οδηγώντας την στον ίδιο φαύλο κύκλο που έφερε την αμερικανική βιομηχανία ευρύτερα στη σημερινή της κατάσταση.
Φυσικά, υπάρχουν και εκείνοι που θέτουν σοβαρά ερωτήματα για τη συμφωνία Πενταγώνου- MP Materials. Αρχικά, πού ακριβώς βρήκε 400 εκατομμύρια το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, δεδομένου ότι συνεχώς ζητά περισσότερους πόρους; Το συγκεκριμένο ποσό προήλθε από το Γραφείο Στρατηγικού Κεφαλαίου, ένα τμήμα που παρέχει χρηματοδότηση σε λίγες εκλεκτές επιχειρήσεις. Τίθεται, επίσης, το ερώτημα γιατί η κυβέρνηση δεν κρατικοποίησε την εταιρεία ή έστω να την εξαγοράσει, εφόσον τη θεωρεί τόσο κομβικής σημασίας. Όπως εξηγούν οι αναλυτές, ακόμα και το Πεντάγωνο είχε ανακοινώσει ότι θα αγοράσει την παραγωγή της MP Materials χωρίς να αναδειχθεί σε μέτοχο, η επιχείρηση θα προσέλκυε ιδιωτικούς επενδυτές, όπως οι τραπεζικοί κολοσσοί JPMorgan και Goldman Sachs που ετοιμάζονται να επενδύσουν 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Προς το παρόν, όλα τα οικονομικά οφέλη περιορίζονται στην MP Materials, η οποία ανακοίνωσε πρόσφατα και μία συμφωνία με τον τεχνολογικό κολοσσό Apple. Η εταιρεία ανακοίνωσε, επίσης, την προσφορά νέων μετοχών συνολικής αξίας 500 εκατομμυρίων δολαρίων με στόχο την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της.