Με αφορμή τη CERAWeek, ένα από τα μεγαλύτερα συνέδρια του πετρελαϊκού κλάδου στις ΗΠΑ, μία σειρά υψηλόβαθμων αξιωματούχων της κυβέρνησης Τραμπ έχουν ταξιδέψει στο Χιούστον του Τέξας προκειμένου να παρουσιάσουν τα σχέδιά τους για τον ενεργειακό κλάδο και να συνομιλήσουν με παράγοντες της αγοράς. Παρά όμως την αισιοδοξία που διακατέχει τους πολιτικούς απεσταλμένους του Αμερικανού Προέδρου, τα στελέχη των ενεργειακών επιχειρήσεων είναι αρκετά πιο συγκρατημένα. Μάλιστα, αρκετοί προσπαθούν να πείσουν την πολιτική ηγεσία προκειμένου η Ουάσιγκτον να υιοθετήσει μία πιο συνεκτική και προβλέψιμη στρατηγική.
Ο τομέας της ενέργειας συνιστά μία από τις βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης Τραμπ, με τον Πρόεδρο και τους Υπουργούς του να έχουν αναφερθεί στα φιλόδοξα σχέδιά τους για απόλυτη αμερικανική κυριαρχία των διεθνών αγορών. Σε γενικές γραμμές, οι περισσότερες εταιρείες στηρίζουν τη μακροπρόθεσμη πολιτική Τραμπ, ακόμα κι αν διαφωνούν με σημαντικές λεπτομέρειες. Εντούτοις, παρά τις ταχύτατες μεταρρυθμίσεις που προωθεί ο Τραμπ και οι οποίες σε γενικές γραμμές διευκολύνουν τις επιχειρήσεις ενέργειας— με εξαίρεση φυσικά την πράσινη ενέργεια— το κλίμα αβεβαιότητας που επικρατεί στην ευρύτερη αγορά δεν βοηθά στις προσπάθειές τους. Για παράδειγμα, η ανακοίνωση και αναβολή αμερικανικών δασμών εναντίον του Μεξικού, του Καναδά, και της Κίνας, δηλαδή των τριών μεγαλύτερων εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ, σημαίνει πως οι εταιρείες δεν γνωρίζουν τι απρόσμενα κόστη θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ξαφνικά.
Από την άλλη πλευρά, η απερίσκεπτη κατά πολλούς οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ προκαλεί γενικότερες ανησυχίες για τις προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας, ειδικά καθώς ο ίδιος ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει παραδεχθεί πως δεν αποκλείει μία περίοδο ύφεσης. Ταυτόχρονα, ειδικά στον τομέα της ενέργειας, η απόφαση του Τραμπ να αγνοήσει την προηγούμενη πολιτική Μπάιντεν και να αθετήσει ουσιαστικά τις δεσμεύσεις του αμερικανικού δημοσίου προς συγκεκριμένες ομάδες επενδυτών εγείρει ερωτήματα για την αξιοπιστία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ασχέτως του αν ο Τραμπ και η κυβέρνησή του συμφωνούν ή διαφωνούν με τις πολιτικές Μπάιντεν, το κράτος οφείλει να έχει μία συνέχεια, φροντίζοντας τουλάχιστον να τηρεί τις συμφωνίες που είχε αναλάβει. Αν και ο μεγάλος χαμένος αυτή τη φορά είναι η πράσινη ενέργεια, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως την επόμενη φορά δεν θα στοχοποιηθεί κάποιος άλλος τομέας.
Το αίτημα των επιχειρήσεων ενέργειας για σταθερότητα δεν είναι μεμονωμένο. Ακόμα και πριν την ορκωμοσία Τραμπ, υπήρχαν έντονες παρασκηνιακές διεργασίες από τον πετρελαϊκό κλάδο— ενδεχομένως τους πιο πιστούς υποστηρικτές του Αμερικανού Προέδρου— προκειμένου να τον πείσουν να ακολουθήσει μία πιο μετριοπαθή προσέγγιση. Ωστόσο, η Chevron, η δεύτερη μεγαλύτερη επιχείρηση πετρελαίου στις ΗΠΑ, ήδη υπέστη τις συνέπειες, χάνοντας την άδειά της για εξορύξεις στη Βενεζουέλα. Το γεγονός ότι η αμερικανική κυβέρνηση είναι διατεθειμένη να πλήξει τα συμφέροντα μίας τόσο μεγάλης επιχείρησης που είχε στηρίξει και την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ, αναπόφευκτα προκαλεί ανησυχίες για τους υπόλοιπους παίκτες του κλάδου.