Οι αποφασίζοντες πρέπει να γνωρίζουν πώς να απεικονίσουν τη δυναμική του συστήματος, παραμένοντας επικεντρωμένοι στις ανάγκες των ανθρώπων για άφθονα αγαθά σε προσιτές τιμές

Χωρίς τη μελέτη και την ανάλυση των κοινωνικοοικονομικών συστημάτων για τον εντοπισμό των σωστών παραμέτρων που πρέπει να γίνει εστίαση, την άντληση πληροφοριών από τα ενδιαφερόμενα μέρη και την επιλογή των πιο αποτελεσματικών λύσεων, θα μείνουμε στα προφανή και δεν θα μπορέσουμε να σχεδιάσουμε μακροπρόθεσμες λύσεις για τον πληθωρισμό και την οικονομία.

Δύο αντίρροπες δυνάμεις αναδεικνύονται στη μάχη κατά του πληθωρισμού: από τη μια οι προτεραιότητες μεταξύ των συμμετεχόντων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίοι επικεντρώνονται στην ανάγκη μείωσης των επιτοκίων για να μην υποστούν απώλειες κερδών και από την άλλη η ευρύτερη εντολή των υπευθύνων χάραξης οικονομικής πολιτικής, που πρέπει να προστατεύουν τη διάβρωση των εισοδημάτων από τον πληθωρισμό, ο οποίος έχει τα αποτελέσματα μιας βαριάς «φορολογίας», κυρίως για τα φτωχά στρώματα.

Το πρόσφατο κόλλημα του πληθωρισμού στις ΗΠΑ είναι πολύ ανησυχητικό. Ενώ η υπερτίμηση του δολαρίου έναντι πολλών άλλων νομισμάτων συμβάλλει στη μείωση των τιμών των εισαγόμενων αγαθών, θα αναμενόταν εξ αυτού η μείωση του πληθωρισμού. Στην Κίνα, λόγω της μειωμένης ζήτησης που αντιμετωπίζουν οι εξαγωγές της, τα εργοστάσιά της δουλεύουν μόνο στο 75% της παραγωγικής τους δυναμικότητας. Αυτό αναγκάζει τους εξαγωγείς να μειώνουν τις τιμές και κάνει φθηνά τα αγαθά που εισάγονται από την Κίνα, καθώς έχει εισέλθει εδώ και πολλούς μήνες σε αποπληθωρισμό. Οι φθηνές εισαγωγές των ΗΠΑ από την Κίνα, αν και μειώνονται συνεχώς, θα έπρεπε να ήταν άλλος ένας παράγοντας μείωσης του πληθωρισμού. Επίσης, η επαρκής και φθηνή ενέργειά της θα έπρεπε να είχε συμβάλει στη μείωση του κόστους παραγωγής των ΗΠΑ, άρα και του πληθωρισμού.

Ολα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον όπου τα επιτόκια είναι πάνω από 5%, έπειτα από περίπου 15 έτη που ήταν χαμηλά ή μηδενικά. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις δεν έχουν πλέον το εργαλείο του φθηνού δανεισμού με το οποίο αύξαναν τις δημόσιες δαπάνες για να αντιμετωπίσουν σχεδόν κάθε πρόβλημα. Αλλά ούτε και οι επιχειρήσεις έχουν φθηνά δάνεια για τα επενδυτικά τους προγράμματα. Οι κυβερνήσεις, όμως, έχουν ήδη ανάγκες για νέα κεφάλαια για να καλύψουν σημαντικές δαπάνες για την πράσινη μετάβαση, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, τις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες, την ενίσχυση των στρατιωτικών δαπανών, κ.λπ. Ωστόσο, οι δαπάνες αυτές φέρνουν επίσης πληθωριστικές πιέσεις, δεδομένου ότι η αυξημένη δημοσιονομική δραστηριότητα μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες, υπερβαίνοντας πολλές φορές την προσφορά. Αυτό ακυρώνει την προσπάθεια καταπολέμησης του πληθωρισμού μέσω της μείωσης της ζήτησης, καθώς έρχεται το Δημόσιο να υποκαταστήσει τη μειωμένη ζήτηση από τον ιδιωτικό τομέα που είχε δημιουργηθεί από την αύξηση των επιτοκίων.

Παράλληλα, ο πόλεμος στη Γάζα, οι Χούθι, το Ιράν, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δημιουργούν ένα εξαιρετικά απρόβλεπτο περιβάλλον, που βάλλει ενάντια στον δυτικό πολιτισμό ο οποίος έχει δημοκρατικά συστήματα διακυβέρνησης και ακρογωνιαίο λίθο τις ατομικές ελευθερίες. Αυτό αναγκάζει τις κυβερνήσεις να αναδιατάξουν τις εφοδιαστικές αλυσίδες αναζητώντας ασφαλείς εμπορευματικούς διαδρόμους. Η αναδιάταξη αυτή σημαίνει ακριβότερα αγαθά και τροφοδότηση του πληθωρισμού.

Η Ε.Ε. ενώ δείχνει πρόσκαιρα καλύτερη πρόοδο στην καταπολέμηση του πληθωρισμού σε σχέση με τις ΗΠΑ, δεν θα πρέπει να εισέλθει στον πειρασμό να μειώσει τα επιτόκια πριν από τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ με υψηλότερα επιτόκια θα προσελκύουν περισσότερα κεφάλαια και επενδύσεις και θα υποτιμηθεί το ευρώ, με αποτέλεσμα τα εισαγόμενα αγαθά της Ε.Ε. να γίνουν ακριβότερα και αυτό θα τροφοδοτήσει τον πληθωρισμό. Η ανάκτηση της απολεσθείσας ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. χρειάζεται πολιτικές που θα μειώνουν το κόστος της ενέργειας, καθώς οι κύριοι ανταγωνιστές της, όπως οι ΗΠΑ, παράγουν με φυσικό αέριο 4 φορές φθηνότερο και η Κίνα με κάρβουνο πάνω από 10 φορές φθηνότερο.

Οι επενδυτές αποστρέφονται επενδύσεις που υπόσχονται να δώσουν χρήματα στο μέλλον, π.χ. τα κρατικά ομόλογα υπόσχονται χρήματα στη λήξης τους, τα οποία θα πληρωθούν με πληθωρισμένο χρήμα και προτιμούν τον χρυσό, που δεν αποτελεί μελλοντική υπόσχεση χρημάτων (ρευστοποιείται άμεσα). Εξ αυτού οι ΗΠΑ δίνουν πολύ υψηλό επιτόκιο για να προσελκύσουν αγοραστές των κρατικών ομολόγων και μάλιστα μεγαλύτερο επιτόκιο στο 2ετές από ό,τι στο 10ετές ομόλογο, το οποίο είναι πολύ ανησυχητικό.

Ενώ υπάρχουν πιέσεις που μπορεί να δίνουν προτεραιότητα στις μειώσεις των επιτοκίων, το πρωταρχικό μέλημα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής είναι η ευημερία των λαών, υπογραμμίζοντας μια διάκριση στην εστίαση και την ευθύνη να αποκαταστήσουν την αγοραστική δύναμη των πολιτών, μειώνοντας τον πληθωρισμό στο 2%. Οι αυξανόμενες οικονομικές πιέσεις μπορούν να εντείνουν τις κοινωνικές διαμάχες και να ενισχύσουν την πολιτική αστάθεια και τον στασιμοπληθωρισμό.

 
*Ο κ. Γιώργος Σ. Ατσαλάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")