Οι συνολικές εκπομπές του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής μειώθηκαν κατά 3,51 εκατ. τόνους ή 25,6% κατά το πρώτο οκτάμηνο του έτους σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, ως αποτέλεσμα της πτωτικής πορείας των εκπομπών και από τα τρία ορυκτά καύσιμα. Σύμφωνα με τα επεξεργασμένα στοιχεία του GreenTank, η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στις λιγνιτικές μονάδες (-1,78 εκατ. τόνοι ή -29,2% σε σχέση με το 2022), αντιστρέφοντας την τάση που υπήρχε έως και τον Ιούλιο στις αθροιστικές εκπομπές, όπου η μεγαλύτερη μείωση προερχόταν από το αέριο. Ακολούθησαν σε μείωση οι εκπομπές από 

 

αέριο (-1,46 εκατ. τόνοι ή -26,7%), ενώ η μικρότερη μείωση προήλθε από τις πετρελαϊκές μονάδες.

Ακόμα μεγαλύτερη πτώση καταγράφηκε σε σύγκριση με τον μέσο όρο της πενταετίας (-36,8%), με τις συνολικές εκπομπές του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής και από τα τρία καύσιμα να φτάνει τους 16,1  εκατ. τόνους τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους. Σε αυτό συνέβαλε πρωτίστως η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής που είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών από τις λιγνιτικές μονάδες κατά 4,9 εκατ. τόνους (-53,1%) το οκτάμηνο του έτους, συγκριτικά με τον μέσο όρο της πενταετίας (9,21 εκατ. τόνοι).
 
Είναι αξιοσημείωτο ότι στην αρχή της πενταετίας (2018) οι εκπομπές του λιγνίτη (16,05 εκατ. τόνοι) σύμφωνα με το GreenTank  ήταν σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερες από τις εκπομπές του 2023. Τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά στη μείωση των εκπομπών μετά τον λιγνίτη είχαν οι μονάδες με καύσιμο αέριο, οι οποίες περιόρισαν τις εκπομπές τους κατά  15%  σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας, ενώ ακολούθησαν οι εκπομπές από τις πετρελαϊκές μονάδες με μείωση  14,8%.

Πάντως, συνεχίζουν να υπερτερούν οι εκπομπές από λιγνίτη έναντι εκείνων από φυσικό αέριο, ωστόσο η διαφορά τους ολοένα και μειώνεται, καθώς ο λιγνίτης υποχωρεί στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής. Συγκεκριμένα, το φυσικό αέριο παρήγαγε τριπλάσια ηλεκτρική ενέργεια από τον λιγνίτη τους πρώτους οκτώ μήνες του 2023, ενώ οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2 ) ήταν 0,31 εκατ. τόνους λιγότερες συγκριτικά με του λιγνίτη.
Συνολικά τους πρώτους οκτώ μήνες του 2023 εκπέμφθηκαν 10,17 εκατ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Το 42,5% προήλθε από λιγνιτικές μονάδες (4,32 εκατ. τόνοι), το 39,4% από μονάδες   αερίου (4,01 εκατ. τόνοι) και το 18,1% από πετρελαϊκές μονάδες (1,85 εκατ. τόνοι).

Οι εκπομπές ανά σταθμό ηλεκτροπαραγωγής

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό των εκπομπών στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, πρώτος  συνέχισε να είναι ο λιγνιτικός ατμοηλεκτρικός σταθμός (ΑΗΣ) του Αγίου Δημητρίου, με αθροιστικές εκπομπές το οκτάμηνο του 2023 στους 2,52 εκατ. τόνους. Τον Αύγουστο λειτούργησαν όλες οι μονάδες του εκτός από την πρώτη (Αγ. Δημήτριος II-V), ωστόσο με αρκετά χαμηλούς συντελεστές χρησιμοποίησης, αποδίδοντας συνολικά 113 GWh.  

Στη 2η θέση, σύμφωνα με το GreenTank βρέθηκε η «Πτολεμαΐδα 5» (0,91 εκατ. τόνοι) και ακολουθεί ο λιγνιτικός σταθμός της Μεγαλόπολης IV, ο οποίος   εξέπεμψε 0,52 εκατ. τόνους. Σύμφωνα με τους μελετητές, όλοι μαζί οι λιγνιτικοί σταθμοί (συμπεριλαμβανομένου του Μελίτη Ι), αντιπροσωπεύουν λίγο περισσότερο από το μισό (51,9%) των συνολικών εκπομπών από τους 17 θερμικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του διασυνδεδεμένου δικτύου της χώρας (8,33 εκατ. τόνους).

Οσο για τις μονάδες αερίου, η «Μεγαλόπολη V» εξέπεμψε 0,67 εκατ. τόνους, ο σταθμός αερίου Λαύριο (μονάδες IV-V)  0,46 εκατ. τόνους και η ΣΗΘΥΑ της Αλουμίνιον 0,43 εκατ. τόνους. Στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά την πρωτιά σε εκπομπές κατείχαν δύο από τους τρεις πετρελαϊκούς σταθμούς που βρίσκονται στην Κρήτη (Αθερινόλακκος και Λινοπεράματα) με συνολικές εκπομπές 0,7 εκατ. τόνους τους οκτώ πρώτους μήνες του 2023. Ακολούθησε ο σταθμός της Σορωνής στη Ρόδο (0,21 εκατ. τόνοι), εκπέμποντας λίγο περισσότερο  από τον πετρελαϊκό σταθμό των Χανίων (0,18 εκατ. τόνοι).