Και ας μην ξεχνάμε τη συνεχή προκλητικότητα της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας με απτά παραδείγματα τη διατράνωση του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» (θεωρεί τουρκικά όλα τα ελληνικά νησιά ανατολικά του 25ου μεσημβρινού), το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο μέσω του οποίου η Τουρκία επιχειρεί να οικειοποιηθεί ένα τεράστιο τμήμα των ελληνικών θαλασσών, το casus belli σε περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, και τις απειλές σε ό,τι αφορά την εξάσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων από την Ελλάδα εντός της ΑΟΖ της (λ.χ. πόντιση ηλεκτρικών και τηλεπικοινωνιακών καλωδίων, έρευνες υδρογονανθράκων, εγκατάσταση αιολικών πάρκων κ.λπ.).
Mε τα παραπάνω δεδομένα αποτελεί ίσως ουτοπία να πιστεύουμε ότι η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου μπορεί μια μέρα να καταστεί σημαντική πηγή ενεργειακής προμήθειας της υπόλοιπης Ευρώπης. Να αναδειχθεί δηλαδή σε ένα ενεργειακό Ελντοράντο. Μια προοπτική, έστω και απόμακρη, που όμως ενδιαφέρει απόλυτα την Ε.Ε. καθώς προσπαθεί να απεξαρτηθεί από την προμήθεια ρωσικού αερίου, να διαφοροποιήσει τις πηγές ενεργειακής της προμήθειας και να μειώσει την κλιμακούμενη εξάρτησή της από εισαγωγές ενεργειακών πρώτων υλών, από φίλες και μη χώρες.
Παρά τις σοβαρές προσπάθειες για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και τα περίπου 8 τρισ. ευρώ επενδύσεων τα τελευταία δέκα χρόνια, σήμερα η Ε.Ε. καλύπτει λιγότερο από το 23% των ενεργειακών αναγκών της από ΑΠΕ – αφού το μεγαλύτερο μέρος της παραγόμενης ενέργειας διοχετεύεται στον ηλεκτρισμό, που όμως καλύπτει μικρό τμήμα του ενεργειακού ισοζυγίου. Με το εισαγόμενο φυσικό αέριο και πετρέλαιο να καλύπτουν τη μερίδα του λέοντος. Με την ενεργειακή εξάρτηση να έχει φθάσει σχεδόν στο 60%, η Ε.Ε. έχει κάθε λόγο να θέλει να αναπτύξει εναλλακτικές πηγές προμήθειας που ευρίσκονται σε κράτη-μέλη (Ελλάδα, Κύπρος) ή σε χώρες που έχουν στενές οικονομικές και εμπορικές σχέσεις (Ισραήλ) ή έχουν συνάψει στρατηγικές συμμαχίες (Αίγυπτος, Αλγερία, Μαρόκο).
Υπό αυτό το πρίσμα η Ανατολική Μεσόγειος παρουσιάζει τεράστιο γεωοικονομικό ενδιαφέρον, αφού ήδη συγκεντρώνει δραστηριότητες του ενεργειακού τομέα που μπορούν μεσο-μακροπρόθεσμα να συμβάλουν στην ενδυνάμωση της ενεργειακής προμήθειας της Ε.Ε., και όχι μόνο. Εκτός από την αξιοποίηση των πολύ αξιόλογων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που έχουν ανακαλυφθεί στην Ανατολική Μεσόγειο, την τρέχουσα περίοδο είναι σε εξέλιξη μια σειρά από έργα μεγάλων ηλεκτρικών διασυνδέσεων (Great Sea Interconnector, καλώδιο GREGY, Green Energean Interconnector κ.ά.) που υποστηρίζονται από αντίστοιχες διακρατικές συμφωνίες, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται μεγάλης κλίμακας έργα ΑΠΕ, παραγωγής υδρογόνου, μονάδες αποθήκευσης CO2 κ.λπ.
Ετσι, εν μέσω πολεμικών συγκρούσεων και εντεινόμενων απειλών προχωρούν έργα που εάν έστω και τα μισά από αυτά ολοκληρωθούν, θα αλλάξουν για τα καλά την οικονομική και γεωστρατηγική εικόνα της ευρύτερης περιοχής. Την ανωτέρω φαινομενικά αντιφατική εικόνα αλλά και το πολυδιάστατο ενεργειακό δυναμικό της Ανατολικής Μεσογείου αναλύει η τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ) με τίτλο «East Mediterranean Energy Options», που ολοκληρώθηκε πρόσφατα (βλέπε ολόκληρη τη μελέτη εδώ).
Σύμφωνα με την ανωτέρω μελέτη, η ανακάλυψη από το 2000 μέχρι σήμερα μιας ολόκληρης σειράς σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως στο Ισραήλ, στην Αίγυπτο και στην Κύπρο, σε συνδυασμό με την μεγάλης κλίμακας αξιοποίηση των ΑΠΕ σε όλες τις χώρες της περιοχής, έχουν δημιουργήσει την προσδοκία ότι αυτή μπορεί σύντομα να αποτελέσει βασικό προμηθευτή ενέργειας της Ευρώπης. Στο πλαίσιο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία το φυσικό αέριο, ένα καύσιμο χαμηλών εκπομπών, που αν και καλύπτει μόνο το 21% των ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε., έχει αναδειχτεί σε στρατηγικό καύσιμο λόγω της συμβολής του στην ηλεκτροπαραγωγή και στη βιομηχανία. Παρ’ όλη την κομβική σημασία του αερίου για την οικονομία της Ευρώπης, σήμερα μόνο 10% της ευρωπαϊκής προμήθειας αερίου προέρχεται από εγχώρια παραγωγή και το υπόλοιπο εισάγεται μέσω αγωγών και, όλο και περισσότερο, διά θαλάσσης μέσω LNG.
Εύλογα τίθεται το ερώτημα εάν και σε τι βαθμό μπορεί να ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή αερίου ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από εισαγωγές, είτε αυτές προέρχονται μέσω αγωγών (Ρωσία, Αλγερία, Αζερμπαϊτζάν) ή μέσω LNG. Σε αυτό το πλαίσιο, η προοπτική να καταστεί η Ανατολική Μεσόγειος βασικός ενεργειακός προμηθευτής της Ε.Ε. παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Με τα ανακαλυφθέντα και επιβεβαιωμένα κοιτάσματα αερίου σε Ισραήλ, Κύπρο και Αίγυπτο να φθάνουν σήμερα στο 1,8 τρισ. κ.μ., με μόνο ένα μικρό μέρος από αυτά να έχουν μπει σε παραγωγή, ενώ οι εκτιμήσεις για τα δυνητικά αποθέματα στις ως άνω χώρες ανεβάζουν το ανωτέρω νούμερο στα 3 τρισ. κ.μ. Σε αυτή την εκτίμηση θα πρέπει να προσθέσουμε τουλάχιστον 1 τρισ. κ.μ. από πιθανές ανακαλύψεις στις υπό έρευνα περιοχές στο Ιόνιο και νοτιοδυτικά και νότια της Κρήτης. Εάν σε βάθος 15ετίας συνυπολογίσουμε και τις πιθανές ενεργειακές ροές από ΑΠΕ, τότε το ενεργειακό δυναμικό της Ανατολικής Μεσογείου θα είναι σε θέση να καλύψει 25% με 30% των συνολικών ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε., σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΙΕΝΕ.
Η είσοδος της αμερικανικής Chevron στην Ελλάδα, που επισημοποιήθηκε την περασμένη Τέταρτη (10/9) –και έρχεται να προστεθεί στην παρουσία ήδη από το 2019 της ExxonMobil–, αποτελεί ακόμη μία επιβεβαίωση της τεράστιας σημασίας της περιοχής μας. Με τις δύο ανωτέρω πετρελαϊκές να είναι ενεργές εδώ και χρόνια σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο, άρα γνωρίζουν άριστα τη γεωλογία και το ενεργειακό δυναμικό της περιοχής, να προετοιμάζουν το έδαφος για τη μεγάλη παραγωγική άνθηση που εκτιμάται ότι θα προκύψει μετά το 2030. Με την Ανατολική Μεσόγειο να χαρακτηρίζεται πλέον από πολλούς αναλυτές η νέα αναδυόμενη περιοχή στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη.
(το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Καθημερινή της Κυριακής", 14/09/2025)