Μετά τις ελλείψεις ενέργειας που χαρακτήρισαν σχεδόν το σύνολο του 2022, οι ΗΠΑ πασχίζουν έκτοτε να αναζωογονήσουν τον παραμελημένο τομέα τα τελευταία χρόνια, της πυρηνικής ενέργειας που φαίνεται ότι επιστρέφει στο προσκήνιο χάρη στη χρηματοδότηση και πολιτική υποστήριξη από την κυβέρνηση Μπάιντεν, καθώς θεωρείται ως 

μια προφανής επιλογή που θα συμβάλει στην επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης. Τα τελευταία χρόνια, οι ΗΠΑ συντηρούσαν απλώς τους τους υπάρχοντες πυρηνικούς αντιδραστήρες τους, όμως, για πρώτη φορά ύστερα από το 2016, ένας νέος αντιδραστήρας τέθηκε σε ισχύ κάτι που αυξάνει την αισιοδοξία για το μέλλον του κλάδου στις ΗΠΑ.

Τον περασμένο Ιούλιο, η Georgia Power έθεσε σε λειτουργία έναν νέο πυρηνικό αντιδραστήρα, τύπου Westinghouse AP1000, τον τρίτο, στο εργοστάσιό της στην Πολιτεία της Τζόρτζια, που ειχε περάσει με επιτυχία τις προκαταρκτικές δοκιμές τον Μάρτιο. Ο νέος αντιδραστήρας παράγει περίπου 1.110 MW ενέργειας, αρκετή για να τροφοδοτήσει 500.000 κατοικίες και επιχειρήσεις, με τη νέα μονάδα να αναμένεται να παρέχει στους καταναλωτές ρεύμα για τα επόμενα 60 έως 80 χρόνια, σύμφωνα με την Georgia Power. Είναι ο πρώτος αντιδραστήρας που τίθεται σε λειτουργία από το 2016, μετά τη μονάδα Watts Bar Unit 2 στην Πολιτεία του Τενεσί, ενώ πριν από αυτή θα πρέπει να επιστρέψουμε πίσω στο 1996 για να βρούμε κάτι το ανάλογο.

Η μεταστροφή του κλίματος υπέρ της πυρηνικής ενέργειας αποδείχτηκε φέτος, όταν  δημοσκόπηση έδειξε ότι το 55% των ενηλίκων Αμερικανών πολιτών τάσσεται σήμερα «σθεναρά» ή «αρκετά υπέρ» της πυρηνικής ενέργειας, σε αντίθεση με το 44% των ερωτηθέντων. Το 2016, τα ποσοστά ήταν 54% για τους ενάντιους και 44% για τους υπέρμαχους της πυρηνικής ενέργειας. Προφανώς αυτή η αλλαγή της κοινής γνώμης αντανακλά, πιθανόν, το τρέχον πολιτικό και κοινωνικό τοπίο, με τις κυβερνήσεις και τις περιβαλλοντικές ομάδες να πιέζουν για την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα.

(Χάρτης εγκατεστημένης ισχύος ανά αντιδραστήρα στις ΗΠΑ Πηγή: ΕΙΑ)  

Μετά την εκρηκτική ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας των δεκαετιών του 1960 και του 1980, οι καταναλωτές και οι διαχειριστές του ηλεκτρικού δικτύου εμφανίστηκαν ιδιαίτερα επιφυλακτικοί για την ασφάλεια των ατομικών αντιδραστήρων, ύστερα από μια σειρά ατυχήματα σε διάφορες χώρες, όπως το ατύχημα του Three Mile Island (1979), την καταστροφή του Τσορνόμπιλ (1986) και της Φουκουσίμα (2011). Πολλοί φοβήθηκαν, τότε, την πυρηνική ενέργεια και την πιθανότητα νέων καταστροφών με αποτέλεσμα αρκετές κυβερνήσεις να απομακρυνθούν από την πυρηνική ενέργεια.

Εν τούτοις, τα τελευταία χρόνια, η καλύτερη κατανόησή της ως πηγή ενέργειας αλλά, κυρίως, η ενεργειακή κρίση βοήθησε να υπάρξει αναζωογονημένο ενδιαφέρον για τα πυρηνικά εργοστάσια. Για παράδειγμα, σε σύγκριση με άλλες πηγές ενέργειας, ιδιαίτερα τα ορυκτά καύσιμα, η πυρηνική ενέργεια έχει αποδειχθεί εξαιρετικά περιβαλλοντικά ασφαλής και φθηνή. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι μπορεί να παρέχει τεράστιες ποσότητες σταθερής ενέργειας χωρίς άνθρακα, σε αντίθεση με ορισμένες εναλλακτικές λύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και ύστερα από την αύξηση της ζήτησης ενέργειας μετά την πανδημία καθώς και τις ελλείψεις ενέργειας που προκάλεσε το 2022 η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι κυβερνήσεις αναζητούν ολοένα και περισσότερο αξιόπιστες πηγές καθαρής ενέργειας για να ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια και να υποστηρίξουν την πράσινη μετάβαση.

Πίσω στην Τζόρτζια, η κατασκευή των αντιδραστήρων 3 και 4 ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2009, και χρειάστηκε πολύ περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί για να ολοκληρωθεί, εκτός του ότι κόστισε και πιο ακριβά. Συγκεκριμένα η δαπάνη και για τους δύο αντιδραστήρες που προβλεπόταν να φθάσει στα 14 δισεκατομμύρια δολάρια, εκτινάχτηκε στα 30 δισεκατομμύρια δολάρια.