Στο τέλος του 2021, το Ηνωμένο Βασίλειο διέθετε σχεδόν 163 εκατομμύρια έξυπνους μετρητές ηλεκτρικής ενέργειας. Πάνω από το 56% των πελατών εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο διέθεταν έξυπνο μετρητή στο τέλος του 2022. ‘Όλες οι προβέψεις συντείνουν στο ότι η αγορά θα σημειώσει σημαντική επέκταση τα αμέσως επόμενα χρόνια, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης που θα φθάσει στο σχεδόν 6%. Έως εκείνο το έτος το ποσοστό διείσδυσης των έξυπνων μετρητών ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να φτάσει στο 74%, χάρη στην ισχυρή ανάπτυξη που παρατηρείται στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Πολωνία, την Γερμανία και άλλες χώρες της Γηραιάς ηπείρου.

Πρόκειται για τη συνέχεια της τάσης που εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη και αφορά στην ανάπτυξη έξυπνων μετρητών δεύτερης γενιάς στην Ιταλία, τις σκανδιναβικές χώρες, την Ισπανία και τις Κάτω Χώρες.

Τα κράτη -μέλη της Ε.Ε. υποχρεούνται να διασφαλίσουν την εφαρμογή της έξυπνης μέτρησης, όπως προβέπει η σχετική νομοθεσία των Βρυξελλών για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, στο πλαίσιο της τρίτης δέσμης μέτρων για την ενέργεια. Οι “27” είχαν δεσμευτεί να αναπτύξουν σχεδόν 200 εκατομμύρια έξυπνους μετρητές ηλεκτρικής ενέργειας και άλλα 45 εκατομμύρια μετρητές φυσικού αερίου έως το 2020, σε μια επένδυση που ανερχόταν σε 45 δισεκατομμύρια ευρώ. Όσον αφορά στο κόστος, αν και οι εκτιμήσεις ποικίλλουν, εν τούτοις, η εγκατάσταση συστήματος έξυπνων μετρητών κυμαίνεται κατά μέσο όρο μεταξύ 200- 250 ευρώ ανά πελάτη, ενώ έχει υπολογιστεί ότι εξοικονομεί ενέργεια σε ποσοστό 3%.

Ωστόσο, η συνολική επιτυχής εξάπλωση των έξυπνων μετρητών σε ολόκληρη την Ε.Ε. εξαρτάται από κριτήρια που αποφασίζονται σε μεγάλο βαθμό από τα κράτη- μέλη. Σε αυτά περιλαμβάνονται οι κανονιστικές ρυθμίσεις και ο βαθμός στον οποίο τα συστήματα που θα αναπτυχθούν θα είναι τεχνικά και εμπορικά διαλειτουργικά, και θα εγγυώνται την προστασία της ιδιωτικής ζωής και την ασφάλεια των δεδομένων.

Όλα τούτα τα εξωτικά αφορούν, ασφαλώς, κάποιες άλλες  χώρες επειδή η Ελλάδα έχει βαλθεί να κυνηγά για άλλη μια φορά την ουρά της. Από το 2014 βαλτώνει η υπόθεση της εγκατάστασης, από τον ΔΕΔΔΗΕ, των 7,5 -8 εκατ. έξυπνων μετρητών, σε μια επένδυση που ξεπερνά το 1,1 δισ. ευρώ. Τα αίτια της καθυστέρησης είναι λίγο-πολύ γνωστά. Η "προσήλωση" στη “νομιμότητα”, οι δικαστικοί αγώνες μιας εταιρείας που εκπαραθυρώθηκε από το διαγωνισμό για να μπει ξανά στο επικερδές παιγχνίδι, ενστάσεις επί ενστάσεων και ο ανελέητος διαγκωνισμός των εγχώριων Ομίλων να εξασφαλίσουν την περιβόητη μεγαλύτερη πίτα της αγοράς.   

Τη “σφαγή” την πληρώνουν τελικά οι αθώοι καταναλωτές, η όχι και τόσο αθώα εθνική οικονομία και ορισμένες σημαντικές εκφάνσεις που άπτονται της πράσινης ανάπτυξης (στο άρθρο του energia. gr ΕΔΩ δείτε πώς η έλλειψη έξυπνων μετρητών επηρεάζει μια ολιστική προσέγγιση στο ζήτημα της ηλεκτροκίνησης).

Τί θα μπορούσε να γίνει για να βγούμε από το αδιέξοδο; Κατ’ αρχάς στην Ευρώπη υπάρχουν εδραιωμένες, καλές πρακτικές, τις οποίες θα μπορούσε και η Ελλάδα να ακολουθήσει, καθώς αυτού του είδους οι μεγάλες υποδομές βρίσκονται υπό την εποπτεία και έλεγχο του του κράτους και τέτοια έργα δεν καθυστερούν. 

Καλό είναι όμως αυτές οι πρακτικές για την εκτέλεση έργων υποδομών, είτε τελούν υπό το κράτος είτε όχι -και στην περίπτωση της Ελλάδας ισχύει το πρώτο- όχι μόνο να υιοθετηθούν από τις εταιρείες που έχουν τον χαρακτήρα του utility σε μια χώρα, αλλά και από τις ιδιωτικές εταιρείες  των οποίων οι διοικήσεις θα πρέπει να δουν τί κάνουν οι ανταγωνίστριές τους στο εξωτερικό και να το ακολουθήσουν.     

(Ευρωπαϊκός χάρτης ανάπτυξης έξυπνων μετρητών ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ελλάδα απουσιάζει. Πηγή: smart-energy.com)

Στο εξωτερικό οι αντίστοιχες πρακτικές συντείνουν στον επιμερισμό αρμοδιοτήτων και στις καλές τεχνικές προδιαγραφές με διαμοιρασμό και σωστή εκτέλεση σε αντίθεση με με την πρακτική των αντίστοιχων ελληνικών που επιδιώκουν, συνήθως, να τα κάνουν όλα μόνες τους. 

Και ερχόμαστε στο καίριο ερώτημα; Ποια είναι η βέλτιστη προσέγγιση στο όλο θέμα; Αρκεί να μείνει κανείς στην αναζήτηση των τεχνικών και νομικών λεπτομερειών που αποτρέπουν έως στιγμής την υλοποίηση μιας απολύτως στρατηγικής υποδομές για τη χώρα, ή η προσήλωση στο γράμμα του νόμου που φέρνει ενστάσεις επί ενστάσεων και επιφέρει ολέθριες καθυστερήσεις στην εκτέλεση των έργων –όρα διαχρονική περίπτωση ελληνικών σιδηροδρόμων.  

Θα πρέπει επιτέλους όλοι οι φορείς, δημόσιοι και ιδιωτικοί, να συνεργαστούν και να ομονοήσουν αν θέλουν να οδηγήσουν μπροστά τη χώρα. Έως ότου ξεκαθαρίσει η εικόνα, η “έξυπνη” και “μετρημένη” χώρα μας θα παραμένει δέσμια των ρευματοκλοπών και των λογαριασμών “έναντι”.