To τρίπτυχο, μειωμένη ζήτηση ηλεκτρισμού, κατακόρυφη πτώση τιμών του φυσικού αερίου και ο ηπιότερος του αναμενόμενου χειμώνας, δημιουργεί προσδοκίες για ταχύτερη έξοδο από την ενεργειακή κρίση των τελευταίων 18 μηνών. Τα futures φυσικού αερίου για παραδόσεις Ιανουαρίου στον ολλανδικό κόμβο αναφοράς TTF διαπραγματεύονται επί σειρά συνεδριάσεων κάτω από τα 82 ευρώ/MWh.

Στις αγορές ηλεκτρισμού, οι Τιμές Επόμενης Ημέρας στην Γερμανία για σήμερα, Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2022, έχουν διαμορφωθεί σε μόλις 13,58 ευρώ/MWh, από 45,90 ευρώ/MWh χθες, Τετάρτη, επίπεδο που αποτελεί νέο χαμηλό ρεκόρ. Η Γαλλία ακολουθεί κατά πόδας, με ΤΕΑ 31,54 ευρώ/MWh, από 51,54 ευρώ/MWh χθες. 

Η ψαλίδα με την Ιταλία και την Βουλγαρία είναι μεγάλη, αφού η χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στην πρώτη έκλεισε στα 205,41 ευρώ/MWh ενώ στην δεύτερη, στα 94,50 ευρώ/MWh. Σε υψηλότερα επίπεδα διαμορφώθηκε η Τιμή Επόμενης Ημέρας στην Ελλάδα,  Στην περίπτωση της Ελλάδας, η «εικόνα» της αγοράς παρουσιάζεται σημαντικά διαφοροποιημένη με την τιμή χονδρικής ρεύματος να «κλείνει» για αύριο με άνοδο 4%, στα 248,24 ευρώ/MWh, από 239,10 ευρώ/MWh χθες, Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου.

Η απόκλιση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρισμού οφείλεται στο γεγονός της υιοθέτησης διαφορετικού μοντέλου τιμολόγησης στην αγορά επόμενου μήνα (month ahead) με το οποίο οι παραγωγοί ηλεκτρισμού προμηθεύονται το φυσικό αέριο του επόμενου μήνα για να καλύψουν τις ανάγκες τους, με προκαθορισμένες τιμές, TTF, του προηγούμενου και τούτο επειδή η χώρα δεν διαθέτει  spot αγορά, απουσιάζουν τα ανοικτά couplings με τις γειτονικές χώρες και τέλος, το σύστημα προσδιορισμού τιμών, ήτοι το Βάθρο Εμπορίας Φ. Αερίου παραμένει ακόμη μια ρηχή αγορά χωρίς ιδιαίτερη ρευστότητα.   

Σε ό,τι αφορά στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής, για άλλη μια ημέρα δεσπόζουν οι εισαγωγές, κυρίως, από την Βουλγαρία, με τις οποίες μπορούμε να καλύπτουμε την εκτιμώμενη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας σε καθημερινή βάση. Πιο συγκεκριμένα, οι εισαγωγές καλύπτουν μερίδιο 36,4% (35,2% χθες Τετάρτη), το φυσικό αέριο 31,6%, οι ΑΠΕ, 16,5%,, ο λιγνίτης σταθερά στο 8,5% και τέλος, τα υδροηλεκτρικά, με 2,6%.

Μέσα σε αυτό το πλέγμα που δημιουργούν οι νέες συνθήκες στην αγορά και οι οποίες υποχρεώνουν τις κυβερνήσεις να αναδιαμορφώνουν την ενεργειακή πολιτική τους σε βραχυχρόνιο ορίζοντα, οι τιμές του πετρελαίου συνεχίζουν να προσφέρουν ακόμη λίγο περισσότερο χώρο για πολύτιμες ανάσες στην οικονομία.

(Τιμές Brent τελευταίων έξη μηνών. Πηγή: FT.com)

Οι τιμές των προθεσμιακών συμβολαίων του Brent, του διεθνούς benchmark, για παραδόσεις Ιανουαρίου, καταγράφουν απότομη κάθοδο από τα υψηλά τους τον περασμένο Ιούνιο, έχοντας απωλέσει σχεδόν το σύνολο των κερδών που αποκόμσαν κατά τη διάρκεια του έτους που λήγει.

Ήδη, έκλεισαν χθες, Τετάρτη, στα επίπεδα των 82,69 δολαρίων ανά βαρέλι, ενώ οι αντίστοιχες τιμές της αμερικανικής ποικιλίας WTI διαμορφώθηκαν στα 78,27 δολάρια ανά βαρέλι.

Παρά τις “Κασσάνδρες”, μταξύ των οποίων και η Bank of America, που διαβλέπουν κατά καιρούς, μια νέα αναρρίχηση των τιμών πάνω από τα 100 δολάρια ανά βαρέλι, εξαιτίας της διακοπής της πολιτικής απελευθέρωσης ποσοτήτων από τα στρατηγικά αποθέματα χωρών όπως οι ΗΠΑ, των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας  και της άρσης των περιοριστικών μέτρων στην μετακίνηση, στην Κίνα, η Credit Suisse υποστηρίζει ότι το sell off στο πετρέλαιο απέχει ακόμη από το να έχει τελειώσει.

«Το Brent είναι πιθανό να υποχωρήσει περαιτέρω προς το επίπεδο των 63,02 δολαρίων ανά βαρέλι, και να σηματοδοτήσει μια νέα περίοδο σταθεροποίησης της αγοράς, με χαμηλότερες τιμές», αναφέρε αναλυτής της αγοράς αργού στην ελβετική τράπεζα.