Τα βασικά αίτια της σημερινής ενεργειακής κρίσης (ξεκίνησε πολύ πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία) οφείλονται στο έλλειμα ενεργειακής προμήθειας, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με το 80% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης να καλύπτεται σήμερα από ορυκτά καύσιμα,( δηλαδή μόνο 5% λιγότερο από όσο ήταν το 1973) και την ενεργειακή μετάβαση (βλέπε NetZero 50) να αποτελεί ευσεβή πόθο, είναι προφανές ότι η ακολουθούμενη πολιτική σε επίπεδο ΕΕ δεν ανταποκρίνεται 

στα δεδομένα της αγοράς. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα από την επιχειρούμενη γρήγορη «απεξάρτηση» της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο και τις σχεδόν «άσφαιρες» κυρώσεις της κατά της Ρωσίας , που όμως οδήγησαν σε πλήρη αποσταθεροποίηση την παγκόσμια ενεργειακή αγορά και είχαν καταστροφικό αντίκτυπο στις ενεργειακές τιμές. (δεκαπλασιασμός χονδροεμπορικής τιμής φ.αερίου και εξαπλασιασμός τιμής ηλεκτρικού σε λιγότερο από 12 μήνες).

Παράλληλα οι κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας, οδήγησαν σε υψηλό πληθωρισμό και την Ευρωπαϊκή οικονομία στα βράχια με την ύφεση επί θύραις. Με τις κυβερνήσεις των κρατών της ΕΕ να καταφεύγουν σε πρωτόγνωρες πρακτικές  μαζικής επιδότησης των καταναλωτών προκειμένου να αποφευχθούν κοινωνικές εξεγέρσεις, ανατρέποντας πλήρως του δημοσιονομικούς στόχους και υποσκάπτοντας τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και του ανταγωνισμού.

Η μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης (υπερβαίνει το 60%) και ιδιαίτερα της Ελλάδας ( φθάνει το 75%) δεν βοηθούν στην αποκλιμάκωση των τιμών. Υπό αυτή την έννοια η σημερινή ενεργειακή κρίση ήταν ένα ατύχημα που «έμελλε να συμβεί». Ο διεθνής ανταγωνισμός για εξασφάλιση ενεργειακών πρώτων υλών και προϊόντων σε ένα κόσμο που θα αντιμετωπίζει όλο και περισσότερο έλλειμα προμήθειας ( βλέπε επερχόμενη μείωση Ρωσικής παραγωγής, απόφαση OPEC+ για μείωση της παραγωγής του, αδυναμία Αμερικανών παραγωγών shale oil & gas να αυξήσουν την δική τους παραγωγή κλπ) οδηγεί νομοτελειακά  στην ανάγκη για αύξηση της εγχώριας, Ευρωπαϊκής, παραγωγής ενέργειας απ’ όλες τις πηγές αδιακρίτως. (δηλ. ορυκτά καύσιμα, ΑΠΕ, πυρηνικά, βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας).

Με την αξιοποίηση των σημαντικών αποθεμάτων φ.αερίου που διαθέτει η χώρα μας και την περαιτέρω αξιοποίηση των ΑΠΕ ( πέρα από τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά, είναι τα υδροηλεκτρικά, η γεωθερμία και η βιομάζα) η Ελλάδα δυνητικά θα μπορεί να καλύψει περισσότερο από 60% των ενεργειακών της αναγκών μέχρι το 2030 από εγχώρια παραγωγή. Όμως απαιτείται η χάραξη μιας εντελώς νέας στρατηγικής που θα διασφαλίζει πρωτίστως τα εθνικά συμφέροντα και θα επικεντρώνεται στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας.

Ο ευγενής στόχος της απεξάρτησης της Ευρώπης και της Ελλάδας από ορυκτά καύσιμα μέχρι το 2030 ( βάσει του σχεδιασμού της ΕΕ) και της πλήρους μετάβασης σε ένα περιβάλλον καθαρών καυσίμων θα πρέπει να περιμένει (δηλ. να υπάρξει τροποποίηση του χρονοδιαγράμματος) χωρίς κάτι τέτοιο να σημάνει απαραίτητα τραγική απόκλιση από τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού. Και για όποιους ανησυχούν να σημειώσουμε ότι η Ευρώπη συλλογικά έχει αναλογικά τις μικρότερες εκπομπές ρύπων παγκοσμίως (το 7.8%) ενώ τα τελευταία 10 χρόνια αυτοί βαίνουν  διαρκώς μειωμένες.  Από 4599.1 εκατ. τόνων εκπομπές CO2 το 2011 στα 3793.7  εκατ. το 2021 (στοιχεία από BP Statistical Review of World Energy 2022 εδώ).

Την τρέχουσα περίοδο προέχει η ενεργειακή ασφάλεια, η μείωση του πληθωρισμού και η ομαλοποίηση της οικονομίας. Χωρίς την αύξηση της εγχώριας παραγωγής ενέργειας συνολικά αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί.

Η Ευρώπη διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου που όμως βάσει της τρέχουσας ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ27 αυτά δεν πρέπει να αξιοποιηθούν λόγω στοχοπροσήλωσης στην μείωση των ρύπων. Αντ ΄αυτού έχει επιλεχθεί ως λύση η αθρόα εισαγωγή από τρίτες χώρες οι οποίες όμως επιτρέπεται  να έχουν εκπομπές ( αρκεί να μην επιβαρύνεται η ΕΕ!)  Όμως, η Ευρώπη σήμερα διαθέτει 10.0 -  12.0 τρις. κυβ. μέτρα αποδεδειγμένων και δυνητικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου που αν αξιοποιηθούν καλύπτουν τις ανάγκες για 30-40 χρόνια. Τα κοιτάσματα αυτά βρίσκονται σε Βόρεια Θάλασσα, Αδριατική, Μαύρη Θάλασσα, Ιόνιο και Ανατολική Μεσόγειο. Τα κοιτάσματα της περιοχής μας (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ) αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 30-40% των συνολικών δυνητικών κοιτασμάτων της Ευρώπης.

Για πόσο καιρό  ακόμα Ευρώπη, και Ελλάδα, θα αρνούνται την αναγκαιότητα αξιοποίησης των εγχώριων κοιτασμάτων την στιγμή που είναι ηλίου φαεινότερο ότι το φυσικό αέριο μαζί με το πετρέλαιο, που σήμερα καλύπτουν σχεδόν το 58% της Ευρωπαϊκής ενεργειακής κατανάλωσης, θα είναι μαζί μας και για τα επόμενα 25 χρόνια τουλάχιστον;