Τους τελευταίους μήνες η Ευρώπη κινείται μέσα σε μια ιδιότυπη στενωπό, που φαίνεται να οξύνεται,καθώς από την μια πλευρά αυξάνονται οι φόβοι για κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, ενώ από την άλλη βαθαίνει η ενεργειακή κρίση. Στο χώρο της ενέργειας, οι τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού, παρά την κάμψη που παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες, παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα

με το αέριο κατά μέσο όρο στα €200/MWh,να αποτιμάται δέκα φορές επάνω σε σχέση με το Α’εξάμηνο του 2021 και τις χονδρεμπορικές τιμές του ηλεκτρισμού να κινούνται σε επίπεδα 5 με 6 φορές επάνω σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν.

Παράλληλα, και το πετρέλαιο κινείται σε υψηλά επίπεδα, λίγο πάνω από τα $90 το βαρέλι, με τους επενδυτές και τους παίκτες στην αγορά να διαβλέπουν κινδύνους για τις προμήθειες ενέργειας από την Ρωσία.

Αλλά και στον χώρο της οικονομίας οι εξελίξεις δεν είναι θετικές για την Ευρώπη, αφού διευρύνονται συνεχώς τα δημοσιοοικονομικά ελλείμματα των κρατών μελών της ΕΕ, καθώς οι κυβερνήσεις τους προχωρούν σε μεγάλης κλίμακας επιδοτήσεις προς τους καταναλωτές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους υψηλούς λογαριασμούς ηλεκτρικού και ρεύματος ή για να ενισχύσουν οικονομικά καταρρέουσες ενεργειακές εταιρείες, οι οποίες αδυνατούν να καλύψουν τα margin calls, καθώς αυξάνονται ανεξέλεγκτα οι τιμές στα χρηματιστήρια ενέργειας. Δεν είναι παράδοξο λοιπόν που το ευρώ καταγράφει συνεχείς απώλειες σε σχέση με το δολάριο και άλλα σκληρά νομίσματα.

Με το ευρώ να υφίσταται έτσι και αλλιώς πίεση από την αύξηση των επιτοκίων της Fed, όπου εχθές ανακοίνωσε αύξηση του βασικού επιτοκίου δανεισμού κατά 75 μονάδες βάσης. Έτσι, το δολάριο σκαρφάλωσε σε υψηλό επίπεδο 20ετίας, με την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου στα 0.9775, καθώς τα αμερικανικά ομόλογα και μετοχές προσελκύουν όλο και περισσότερους επενδυτές απ’ όλον τον κόσμο. Αντιθέτως κερδισμένη είναι η αγορά ομολόγων που λειτουργεί σε ασφαλές καταφύγιο, με τις αποδόσεις των κρατικών τίτλων της ευρωζώνης να υποχωρούν κατά 5 μονάδες βάσης μετά την μεγάλη άνοδο των τελευταίων ημερών.

Εν τω μεταξύ, αυξάνεται η αβεβαιότητα στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, καθώς η Ρωσία έχει σταματήσει τις ροές μέσω του αγωγού Nord Steam 1, που αποτελεί την βασική ενεργειακή «αρτηρία» της Γερμανίας, ενώ το Κρεμλίνο απειλεί ότι ενδέχεται να διακόψει την τροφοδοσία και από τους άλλους αγωγούς (Λευκορωσία, Ουκρανία και Turk Stream), σε περίπτωση σκλήρυνσης της στάσης της Ευρώπης έναντι της Ρωσίας με την επιβολή επιπλέον κυρώσεων. Ήδη, οι παραδόσεις ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη έχουν μειωθεί κατά 42% το α' εξάμηνο του έτους, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, με τις συνολικές ποσότητες να φθάνουν τα 72.3 bcma. Την διαφορά στην τροφοδοσία της σε αέριο η Ευρώπη προσπαθεί να την καλύψει μέσω εισαγωγών LNG, οι οποίες έχουν αυξηθεί σε επίπεδα ρεκόρ τους τελευταίους μήνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ευρωπαϊκές εισαγωγές LNG τον περασμένο Αύγουστο κατέγραψαν μία αύξηση της τάξεως των 5.8 bcma, σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους (βλέπε ακόλουθο γράφημα) και κατά 56% περίπου το α’ εξάμηνο του 2022 σε ετήσια βάση.Όμως, ήδη διαφαίνονται προβλήματα για περαιτέρω αύξηση εισαγωγών LNG λόγω της περιορισμένης παγκόσμιας παραγωγής.

 

Αλλά και στον χώρο του πετρελαίου αναμένεται να χειροτερεύσει η κατάσταση από πλευράς προμήθειας, καθώς η Ρωσία απειλεί να διακόψει πλήρως τις παραδόσεις σε ευρωπαϊκούς προορισμούς, σε περίπτωση επιβολής πλαφόν στις τιμές του αργού και προϊόντων, όπως αποφάσισαν στις αρχές Σεπτεμβρίου οι G7 χωρίς, όμως, να εξειδικεύσουν πώς αυτό μπορεί να υλοποιηθεί. Με την Ευρώπη να εξαρτάται κατά 60% από εισαγωγές ενέργειας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακας) και την Ρωσία μέχρι πρότινος να καλύπτει σχεδόν το 30% της συνολικής ευρωπαϊκής ενεργειακής προμήθειας,η επιχειρούμενη σήμερα πλήρης απεξάρτηση, και μάλιστα εν μέσω ασυνήθιστα υψηλών τιμών, είναι λογικό και επόμενο να οδηγεί σε σφοδρές αναταράξεις, εάν όχι πλήρη αποσταθεροποίηση του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος.