Πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα οι φωνές εκείνων οι οποίοι υποστηρίζουν ότι όσες περισσότερες ΑΠΕ μπαίνουν στο σύστημα, τόσο χαμηλότερες τιμές στον ηλεκτρισμό θα απολαμβάνουμε. Αν ισχύει όμως αυτό, τότε γιατί η μέση χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας έχει κάνει άλμα 45%, (243,08 ευρώ ανά μεγαβατώρα) όταν μάλιστα οι ακριβές μονάδες αερίου και λιγνίτη διατηρούν περιορισμένη συμμετοχή και η αντίστοιχη των ανανεώσιμων συστημάτων φθάνει στο 54,7% (ΑΠΕ 51,1%, υδροηλεκτρικά 3,6%), ενώ τα μερίδια

των ορυκτών καυσίμων στο 22,2% (αέριο 15,4% και λιγνίτης 6,8%). Ορισμένοι εικάζουν ότι αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή  εισάγουμε υψηλότερες ποσότητες ρεύματος από τις γειτονικές χώρες (Βουλγαρία, Ιταλία), με τις αγορές των οποίων είναι διαδυνδεδεμένη η χώρα μας. Όπως υποστηρίζει κορυφαίο στέλεχος της αγοράς με το οποίο μίλησε το energia.gr δεν σημαίνει πολλά πράγματα για την οριακή τιμή του ηλεκτρισμού το ότι μπαίνουν περισσότερες ΑΠΕ στο σύστημα (κυρίως φωτοβολταϊκά), επειδή οι τελευταίες έχουν την τάση να ρίχνουν τις τιμές κατά τις μεσημβρινές ώρες. Τα  βράδυ που τίθενται εκτός λειτουργίας, όμως, εισέρχονται στο σύστημα οι μονάδες αερίου που λειτουργούν με ακριβό καύσιμο και αυτές οι μονάδες, όπως μας εξηγεί, πρέπει να αποζημιωθούν, όχι μόνο για να καλύψουν, τουλάχιστον, το κόστος τους που είναι πάνω από τα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, αλλά και για τις ώρες της ημέρας που παρέμειναν στο περιθώριο επειδή λειτουργούσαν οι ΑΠΕ.

Οι τιμές της χονδρικής θα παραμείνουν υψηλά επειδή οι μονάδες αερίου θα πρέπει να βγάλουν τα έξοδά τους όταν θα καλούνται να αντικαταστήσουν τις ΑΠΕ, επομένως εκείνες τις ώρες θα περάσει στο σύστημα το αυξημένο κόστος του φυσικού αερίου και έτσι θα ανέβει η τιμή» λέει χαρακτηριστικά.

Επομένως, προσθέτει, δεν μπορεί να αναμένει κανείς ότι θα πέσουν οι τιμές επειδή θα πλημμυρίσει το σύστημα με ανανεώσιμα, επειδή ως γνωστόν, η λειτουργία τους χαρακτηρίζεται από στοχαστικότητα και τούτο σημαίνει ότι θα χρειαζόμαστε σταθερά φορτία βάσης που δεν μπορούν, τουλάχιστον σήμερα, να προσφέρουν.

Ο Ανδρέας Πετροπουλέας, Διευθυντής Διαχείρισης Ενέργειας στην Elpedison, στο πρόσφατο Power & Gas Forum του energypress είχε συνοψίσει την κατάσταση που επικρατεί σχολιάζοντας ότι μπορεί να έχει πέσει το κόστος των φωτοβολταϊκών, σε σύγκριση με τα επίπεδα τιμών την περίοδο 2011-2014, όταν και υπήρξε η εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας, αλλά δεν μπορούμε να μιλάμε για πραγματική διείσδυση. Για να εξηγήσει επακριβώς τι εννοεί, ανέφερε το παράδειγμα των όσων συνέβησαν στις 27 του περασμένου Μαρτίου όταν στις 15:00, η παραγωγή των μονάδων αερίου έφθασε στα 485 μεγαβάτ και στις 20:00 στα 3.252 μεγαβάτ. Το σύστημα χρειάστηκε, μέσα σε πέντε ώρες, επιπλέον 2.767 μεγαβάτ παραγωγή από φυσικό αέριο. Ο κ. Πετροπουλέας υποστήριξε ότι η χώρα θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα κατά την επόμενη διετία, τουλάχιστον έως ότου υπάρξουν ικανοποιητικές υποδομές αποθήκευσης.

Τα σχόλιά του έρχονται σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζουν άλλοι κύκλοι της αγοράς. Για παράδειγμα ο κ. Γιάννης Γιαρέντης, Πόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΑΠΕΕΠ (Διαχειριστής ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης) στο πρόσφατο Φόρουμ των Δελφών ανέφερε ότι η ισχύς των ΑΠΕ σε λειτουργία ανέρχεται σήμερα στα 9 GW, με το ρυθμό έγκρισης των αιτημάτων να επιταχύνεται. Ο κ. Γιαρέντης τόνισε ότι είναι οι ΑΠΕ αυτές που όταν εισέρχονται στο σύστημα ρίχνουν τη μέση τιμή του ρεύματος. Πρόσθεσε επίσης ότι οι υποδομές αποθήκευσης, θα περάσουν από το δύσκολο δρόμο ωρίμανσης των ΑΠΕ, δηλαδή θα αντιμετωπίσουν υψηλά κόστη και καθυστερήσεις.

Τέλος, αναφέρθηκε στον Ειδικό Λογαριασμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), που όπως είπε, το 2022 θα κλείσει με πλεόνασμα 2 δισ. ευρώ, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και την προσέλκυση περισσότερων παραγωγών και επενδύσεων.