Κοινή Προμήθεια Αερίου: «Παράθυρο» Ευκαιρίας για Ενεργειακή Ανεξαρτησία της Ευρώπης

Κοινή Προμήθεια Αερίου: «Παράθυρο» Ευκαιρίας για Ενεργειακή Ανεξαρτησία της Ευρώπης
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τετ, 30 Μαρτίου 2022 - 08:00

Στον αστερισμό της αναθέρμανσης των διατλαντικών σχέσεων στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και της διαταραχής που επικρατεί εδώ και μήνες στις αγορές ενέργειας της Ευρώπης, Αμερικανοί και Γερμανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι συναντώνται αυτή την εβδομάδα για να συζητήσουν τις λεπτομέρειες 

του σχεδίου για την προμήθεια υγροποιημένου φυσικού αερίου και υδρογόνου στην ατμομηχανή της Ευρώπης που τα κατάφερε, τελικά, να κινδυνεύει περισσότερο απ’ όλους, επειδή παρέμενε επί δεκαετίες "εμμονικά" εξαρτημένη από τις εισαγωγές ρωσικής ενέργειας.

Η συνάντηση έχει προγραμματιστεί να γίνει στην Ουάσιγκτον υπό την αιγίδα του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ. Πρόκειται για μια παράλληλη εξέλιξη με εκείνη που αφορά στον εφοδιασμό της Ε.Ε. με επιπλέον 15 bcm αμερικανικού LNG, για το τρέχον έτος, με τις παραδόσεις να έχουν συμφωνηθεί ότι θα αυξηθούν κατακόρυφα τα αμέσσως επόμενα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό πως το 70% των αμερικανικών εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου κατευθύνεται, πλέον, στην Ευρώπη, σε αντίθεση με τις οδεύσεις του τους αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα, όταν τα φορτία κατευθύνονταν μαζικά σε ασιατικούς προορισμούς…

Εν τούτοις, δεν είναι όλα ρόδινα σε ό,τι αφορά στην πολύκροτη αυτή σύμπραξη. Στελέχη της αμερικανικής βιομηχανίας αερίου φέρονται να επικρίνουν τον Πρόεδρο Μπάιντεν επειδή όπως υποστηρίζουν, έδωσε υποσχέσεις χωρίς να συμβουλευτεί πρώτα τις εταιρείες του τομέα στις ΗΠΑ.

Εν τω μεταξύ, σε δεινή θέση φαίνεται να βρίσκεται αυτή την περίοδο η Βρετανία, καθώς η εγχώρια βιομηχανία φυσικού αερίου μοιάζει ανήμπορη να καλύψει τη ζήτηση, γεγονός που θα εντείνει την εξάρτησή της από τις εισαγωγές. Σύμφωνα με την Offshore Energies UK (πρώην Oil and Gas UK), δίχως νέες επενδύσεις σε νέα παραγωγή αερίου, η χώρα θα βασίζεται στις εισαγωγές για το 70- 80% της κατανάλωσης αερίου.

Το energia.gr συνεχίζει να καλύπτει τις εξελίξεις στην καίριας στρατηγικής σημασίας αγορά αερίου, καθώς θεωρεί πως επικαλύπτει, σήμερα, όλες τις βασικές παραμέτρους στη μεγάλη εξίσωση της ενεργειακής αυτονομίας της Ευρώπης. Όλα τούτα που συμβαίνουν παραπέμπουν σε μια ιδιότυπη επανάληψη του γεωπολιτικού σοκ της δεκαετίας του 1970, εξαιτίας της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης, που γονάτισε τις δυτικές οικονομίες.

Πάντως, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι τα περιστατικά εκείνης της περιόδου απέφεραν, επίσης, ορισμένα απροσδόκητα οφέλη. Το τέλος της υπόσχεσης για φθηνή ενέργεια και η προφανής ανάγκη για χάραξη πολιτικών που θα εγγυώνταν μακροπρόθεσμη ενεργειακή ασφάλεια, ώθησαν τα έθνη της Ευρώπης να ανακαλύψουν το δρόμο για την ενεργειακή αποδοτικότητα.

Σήμερα, αυτή η στροφή που ξεκίνησε, δειλά, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 μπορεί να βοηθήσει την Ευρώπη να χρησιμοποιήσει, πλέον, την ενεργειακή πολιτική σαν αποτελεσματικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής επιρροής. Η ιδέα που έπεσε στο τραπέζι –και με τη συμβολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη- για την από κοινού προμήθεια φυσικού αερίου έχει αρχίσει να βρίσκει υποστηρικτές ακόμη και μεταξύ των χωρών που αντιτάχθηκαν, αρχικώς, σθεναρά στην πρόταση.

Έτσι, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υποσχέθηκε να εργαστεί για μια κοινή πλατφόρμα αγορών στη σύνοδο της περασμένης εβδομάδας.

Πρόκειται ασφαλώς για μια κίνηση με έντονο πολιτικό και οικονομικό αντίκτυπο, καθώς αυτό θα σήμαινε πως οι οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. θα αγόραζαν ετησίως ακόμη και μέχρι 100 bcm φυσικού αερίου, δηλαδή περίπου το 1/10 του παγκόσμιου εμπορίου σε ετήσια βάση, ενώ εάν αυτές οι ποσότητες αγοράζονταν ως LNG, θα αποτελούσαν το 1/5 της παγκόσμιας αγοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου. Όπερ σημαίνει πως ένα ευρωπαϊκό καρτέλ αγοραστών αερίου θα μπορούσε να ασκήσει σημαντική επιρροή στην αγορά, αλλά και να επωφεληθεί από τη νέα κατάσταση των πραγμάτων, καθώς ο όγκος των συλλογικών προμηθειών θα επέτρεπε σταδιακά στην Ευρώπη να προμηθεύεται σε πολύ πιο χαμηλές τιμές, αυξάνοντας το κόστος κυρίως για τις ασιατικές οικονομίες.

Όπως εξηγούν ορισμένοι αναλυτές, οι κοινές προμήθειες θα διευκόλυναν, μακροπρόθεσμα, τις χώρες της Ε.Ε. να προαναγγείλουν σχέδια μείωσης της χρήσης φυσικού αερίου, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι η ενίσχυση των κινήτρων για την αύξηση των επενδύσεις σε ΑΠΕ σε παγκόσμια κλίμακα. Τέλος, θα προέκυπταν σημαντικά γεωπολιτικά οφέλη, από τη στιγμή που η ενεργειακή αυτονομία της Ε.Ε. θα εξοστράκιζε τον κίνδυνο στρατηγικής εξάρτησης της Ευρώπης από τα παγκόσμια κέντρα προμήθειας ενέργειας.

Φυσικά, η Ε.Ε. που ξέρουμε, δεν θα μπορούσε ποτέ να να μετατραπεί από τη μια μέρα στην άλλη σε καρτέλ αγοράς φυσικού αερίου. Θα απαιτηθεί κόπος, τεχνογνωσία και κυρίως βούληση, καθώς και ενίσχυση της χωρητικότητας σε επαναεριοποίηση, όπως ήδη συμβαίνει, επιτέλους.