Μπορεί η εκλογή του Άρμιν Λάσετ στην ηγεσία των Χριστιανοδημοκρατών μετά την άοσμη και κατά γενική ομολογία αποτυχημένη Κάρενμπαουερ να αποτελεί  τυπικώς το τέλος εποχής Μέρκελ. Εν τοις πράγμασι ωστόσο μπορεί κάλλιστα να εκληφθεί ως η  διασφάλιση της συνέχειας της. Είναι γεγονός ότι οι πολέμιοι της κεντρώας πολιτικής της  Γερμανίδας Καγκελαρίου είχαν όχι μόνο μια αλλά δύο ευκαιρίες για να βάλουν τέλος 

στην πολιτική της Μέρκελ, που δικαιωματικά έχει λάβει την ονομασία μερκελισμός. Απέτυχαν όμως παταγωδώς και μάλιστα με τον ίδιο πρωταγωνιστή, τον Φρήντρηχ Μέρτς, που εκπροσωπεί την πιο συντηρητική πτέρυγα του κόμματος. Την πρώτη φορά ο έμπειρος πολιτικός και ορκισμένος αντίπαλος της Μέρκελ απέτυχε να επικρατήσει της εκλεκτής της Καγκελαρίου αλλά και παντελώς άγνωστης, Κάρενμπαουερ. Την  δεύτερη έχασε από τον Αρμιν Λάσετ, επίσης εκλεκτό της Μέρκελ και συνάμα αρκετά δημοφιλή τουλάχιστον μέχρι την πανδημία, που του χρεώνουν την έξαρση του Covid-19 στην Βόρειο Ρηνανία-Βεσταφάλια, όπου είναι πρωθυπουργός.

Σε κάθε περίπτωση ο Λάσετ είναι ο μεγαλύτερος εκφραστής του μερκελισμού. Τάσσεται υπέρ της πολιτικής των ανοικτών θυρών που υιοθέτησε η Μέρκελ στο προσφυγικό, με μεγάλο πολιτικό κόστος όπως αποδείχθηκε, αλλά και μεγάλος ευρωπαϊστής και υπέρμαχος του ευρώ. Ο νέος πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών υπήρξε ευρωβουλευτής για έξι χρόνια, από το 1999 έως το 2005 με το χαρτοφυλάκιο του να αφορά  θέματα που άπτονται της εξωτερικής πολιτικής και του προϋπολογισμού. Στο εσωτερικό δεν έχει μάλιστα διστάσει να ασκήσει κριτική στην ίδια την Μέρκελ για έλλειψη τολμηρών πρωτοβουλιών όσον αφορά την Ευρώπη, τασσόμενος στο πλευρό του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. «Ο Γάλλος Πρόεδρος κάνει προτάσεις, ωστόσο μας παίρνει πολύ χρόνο να απαντήσουμε», είχε πει με νόημα στην περσινή σύνοδο ασφαλείας του Μονάχου. Εντούτοις, σε γενικές γραμμές επικροτεί την πολιτική Μέρκελ στα ευρωπαϊκά όπως και στο θέμα της Τουρκίας. Διατηρεί καλές σχέσεις με την τουρκική κοινότητα  γι΄ αυτό και του έχει δοθεί  το παρατσούκλι Άρμιν Πασάς. Ο Λάσετ υποστήριζε ότι θα έπρεπε να δοθούν περισσότερα χρήματα στην Τουρκία για την περίθαλψη προσφύγων και μεταναστών, αν και τήρησε πιο σκληρή γραμμή τον περσινό Μάρτιο όταν ξέσπασε η κρίση στον Έβρο, ενώ επισκέφθηκε και την Ελλάδα τον περασμένο Αύγουστο. «Η Ευρώπη δεν πρέπει να αφήσει μόνη της την ελληνική κυβέρνηση, τους κατοίκους και τις Αρχές της Λέσβου»  είχε τότε τονίσει ο Λάσετ από την Μόρια.

Παρά την επικράτηση του ωστόσο στις εσωκομματικές εκλογές των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), ο δρόμος του Λάσετ προς την Καγκελαρία μόνο στρωμένος με ροδοπέταλά δεν είναι. Διότι πρώτα πρέπει να λάβει το χρίσμα της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) εν όψει της εκλογικής αναμέτρησης του ερχόμενου Σεπτεμβρίου και εκεί αναμένεται να βρεθεί αντιμέτωπος με τον ισχυρό Πρωθυπουργό της Βαυαρίας και αρχηγό της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρκους Σέντερ. Σύμφωνα μάλιστα με πλέον πρόσφατη δημοσκόπηση ο  Σέντερ αποτελεί τον «καλύτερο υποψήφιο Καγκελάριο» για την Χριστιανική Ένωση, συγκεντρώνοντας το 38%, ενώ ο Λάσετ μόλις 4%. Ο Σέντερ έχει πιο συντηρητικές απόψεις και απέχει παρασάγγας από την πολιτική των ανοικτών συνόρων της Μέρκελ. Κατά τη διάρκεια της μεταναστευτικής κρίσης του 2015, ο Σέντερ ήταν και ο υπεύθυνος για την δριμύτατη κριτική που ασκήθηκε από το CSU προς την Μέρκελ, ενώ προ δύο ετών είχε χαρακτηρίσει τους πρόσφυγες ως «τουρίστες ασύλου». Ο ίδιος έχει προτείνει και την ποινικοποίηση της βλασφημίας, αλλά και την εγκατάσταση σταυρών σε δημόσια κτίρια της Βαυαρίας.  Ωστόσο πριν λίγο καιρό σε μια εντυπωσιακή στροφή 180 μοιρών κάλεσε την Μέρκελ να υποδεχθεί περισσότερα προσφυγόπουλα από το καμένο hotspot της Μόριας, αντιλαμβανόμενος  ενδεχομένως ότι ο μερκελισμός είναι και το εισιτήριο του για την Καγκελαρία. Εξάλλου τα στατιστικά δεν είναι με το μέρος του. Και για αυτό ευθύνεται ότι είναι Βαυαρός και ανήκει στο αδελφό κόμμα της Μέρκελ, CSU. H συμμαχία CDU/CSU έχει επιλέξει Βαυαρό ηγέτη δύο μόλις φορές μέσα σε 70 χρόνια συνεργασίας. Και τις δύο φορές, η βαυαρική επιλογή είχε χάσει στις εκλογές.