Η Βιαστική Εγκατάλειψη των Υδρογονανθράκων Εγκυμονεί Γεωπολιτικούς Κινδύνους

Υπό την αφόρητη πίεση των ΜΜΕ, του «πολιτικά ορθού» ευρωποκεντρικού λόμπυ και των λεγόμενων μετόχων ακτιβιστών (activist investors). που μεταξύ τους προάγουν το εσχατολογικό αφήγημα  της δήθεν επερχόμενης παγκόσμιας  καταστροφής λόγω της «ανεξέλεγκτης» Κλιματικής Αλλαγής, οι μεγάλες  πετρελαϊκές  εταιρείες ανακοινώνουν η μία μετά την άλλη την περιβαλλοντική τους μεταμέλεια και την 180 μοιρών στροφή τους προς τα καθαρά καύσιμα και τις αγαθοεργίες. Έτσι, κατά την διάρκεια των τελευταίων 3 μηνών δυτικές πετρελαϊκές όπως η BP, η Shell και η Total -ενώ πολύ σύντομα πρόκειται να ακολουθήσουν και άλλες- έχουν δημοσιοποιήσει δεσμευτικά σχέδια για την μείωση της παραγωγής πετρελαίου από κοιτάσματα που διαχειρίζονται μέχρι το 2030 και παράλληλα την υλοποίηση επενδύσεων στις ΑΠΕ, την ηλεκτροκίνηση και γενικότερα σε  «καθαρές» τεχνολογίες

energia.gr
Σαβ, 3 Οκτωβρίου 2020 - 12:06

Η βιαστική φυγή όμως των δυτικών πετρελαϊκών μακριά από το πετρέλαιο σήμερα και αύριο από το φυσικό αέριο (γιατί σύμφωνα με τους περιβαλλοντολόγους ακτιβιστές και αυτό ρυπαίνει!) μόνο σοβαρούς κινδύνους προμηνύει για την παγκόσμιο ενεργειακή ασφάλεια αφού έρχεται αίφνης να διαταράξει μια ισορροπία πολλών ετών μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σε παγκόσμιο επίπεδο. Μία πράγματι διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών, που όμως χάρις στις συνεχείς επενδύσεις των τελευταίων ετών και την στενή παρακολούθηση των ενεργειακών ροών σε συνεχή βάση (βλέπε ΙΕΑ, EIA, OPEC) έχει οδηγήσει σε μία κόποις κτηθείσα  ισορροπία. Κάτι που αναμφίβολα συμβάλλει στην εμπέδωση  αισθήματος ενεργειακής ασφάλειας, απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη κοινωνικής προόδου και οικονομικής ανάπτυξης.

Όμως η προδιαγραφόμενη αλλαγή αντικειμένου εργασιών πολλών πετρελαϊκών ενέχει δυο βασικούς κινδύνους για το παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα και κατ’ επέκταση για την παγκόσμιο οικονομία. Πρώτον, η απόσυρση μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ημερησία παραγωγή σοβαρών ποσοτήτων αργού,8,0-10,0 εκατ. βαρελιών την ημέρα μέχρι το 2030, (ποσό που αντιστοιχεί στην μείωση της παραγωγής των δυτικών πετρελαϊκών) σε μια παγκόσμια αγορά της τάξης των 100,0 εκατ.βαρ., αναπόφευκτα θα δημιουργήσει στενότητα στην αγορά ωθώντας τις τιμές προς τα άνω, έτσι που είναι εξαιρετικά πιθανό μέχρι το 2025 να δούμε τις τιμές του αργού να εκτοξεύονται  στα $ 130 με $ 150 το βαρέλι. Γι’ αυτό η Ρωσική πετρελαϊκή Rosneft κατηγόρησε πριν μερικές ημέρες τις BP και Shell ότι με τις άστοχες και παρορμητικές ενέργειες τους οδηγούν σε «υπαρξιακή κρίση» τον κλάδο (εδώ).

Η δε εκτιμώμενη  μείωση στην ζήτηση αργού και προϊόντων λόγω της προβλεπόμενης διείσδυσης των ηλεκτρικών αυτοκινήτων δεν πρόκειται να συμβεί τόσο εύκολα και ωραία  αφού μέχρι το 2030 είναι ζήτημα εάν θα έχουν καταφέρει διείσδυση 6,0% - 8% σε ένα παγκόσμιο στόλο 1,6 δισεκ. οχημάτων και στο 30% μέχρι το 2040, σ’ έναν όμως πολύ μεγαλύτερο  παγκόσμιο στόλο σχεδόν 2,0 δισεκ. οχημάτων. Καθώς θα αναπτύσσονται οικονομικά πολλές χώρες σε Αφρική και Ασία θα αυξάνεται η κυκλοφορία αυτοκινήτων με ΜΕΚ και η αντίστοιχη  κατανάλωση.

Ο δεύτερος κίνδυνος από την αλλαγή αντικειμένου των δυτικών πετρελαϊκών σχετίζεται άμεσα με την παράλληλη ενδυνάμωση των μέχρι σήμερα ανταγωνιστών τους σε Ευρασία, Μέση Ανατολή, Αφρική και Ν. Αμερική. Αυτό σημαίνει ότι θα ισχυροποιηθούν περαιτέρω οι μεγάλες εθνικές εταιρείες (IOC's) οι οποίες φυσικά ούτε προς στιγμή σκέφθηκαν εν ονόματι της Κλιματικής Αλλαγής και άλλων, κατ’ αυτούς, φαιδρών δικαιολογιών να αποεπενδύσουν από τα ορυκτά καύσιμα. Η δε ισχυροποίηση των ΙΟC's σημαίνει πολλά περισσότερα έσοδα για τα κρατικά ταμεία χωρών όπως η Ρωσία, η Σ. Αραβία, το Ιράν, το Κουβέιτ, η Βραζιλία κλπ.

Για αυτό σε πρόσφατα σχετικά άρθρο το Energia.gr είχε αναφερθεί στην αμαχητί παράδοση του πετρελαϊκού κλάδου στην Ανατολή (εδώ

Αφ’ ενός η προδιαγραφόμενη σε λίγα χρόνια στενότητα στον πετρελαϊκό εφοδιασμό της παγκόσμιας αγοράς, και αφ’ ετέρου η ισχυροποίηση των IOC's που μέχρι το 2040 θα έχουν αναλάβει την αποκλειστική προμήθεια πετρελαίου και φυσικού αερίου των περισσότερων χωρών της Δύσης, συνιστούν δυο εξόχως  ανησυχητικούς παράγοντες που θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά  υπ’ όψη από τους Ευρωπαίους  ηγέτες. Οι οποίοι όμως εμφανίζονται μάλλον ευκολόπιστοι έχοντας εναποθέσει όλες τους τις έννοιες στους μακρόπνοους και υψιπετείς  στρατηγικούς  σχεδιασμούς  του σημερινού ευρωιερατείου. Που αφελώς δεν λαμβάνει καθόλου υπ’ όψη ότι η ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο δεν πρόκειται να μειωθεί έτσι απλά λόγω της  στροφής προς τις ΑΠΕ αφού οι μεγάλες μάζες στον ανaπτυσσόμενο κόσμο αλλά και αρκετοί απλοί καταναλωτές  θα εξακολουθούν την χρήση αυτοκινήτων ΜΕΚ για πολλά ακόμα χρόνια. 

Και ας μην ξεχνάμε ότι η κατανάλωση φυσικού αερίου παρά τις βλακώδεις αποφάσεις διεθνών χρηματοδοτικών οργανισμών (World Bank, EIB, EBRD) για μη χρηματοδότηση projects  ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν σχέση  με φυσικό αέριο, δεν πρόκειται να καμφθεί αφού απεναντίας θα χρειασθούν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες για την παραγωγή ηλεκτρισμού base load, τόσο απαραίτητου για την παραγωγή ηλεκτρισμού που μεταξύ άλλων θα χρειασθεί σε αυξανόμενες ποσότητες για την φόρτιση μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων.