Καθ. Παντελής Κάπρος: «Όλες οι Κυβερνήσεις Αντιμετώπισαν την ΔΕΗ σαν Μέσο Άσκησης Επιρροής»

Καθ. Παντελής Κάπρος: «Όλες οι Κυβερνήσεις Αντιμετώπισαν την ΔΕΗ σαν Μέσο Άσκησης Επιρροής»
στην Αθηνά Καλαϊτζόγλου
Δευ, 23 Μαΐου 2011 - 08:45
Η κακοδαιμονία του ενεργειακού τομέα έχει τις ρίζες της στο σύστημα της πολιτικής διαπλοκής, που διατρέχει το κράτος, ως ρυθμιστή και το κράτος ως ιδιοκτήτη επιχειρήσεων, αλλά και όλων των κομμάτων ως συμμέτοχων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Την άποψη αυτή εκφράζει ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ενεργειακής Οικονομίας του ΕΜΠ, καθηγητής Παντελής Κάπρος, που διετέλεσε πρώτος πρόεδρος της ΡΑΕ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο energia.gr

Η κακοδαιμονία του ενεργειακού τομέα έχει τις ρίζες της στο σύστημα της πολιτικής διαπλοκής, που διατρέχει το κράτος, ως ρυθμιστή και το κράτος ως ιδιοκτήτη επιχειρήσεων, αλλά και όλων των κομμάτων ως συμμέτοχων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Την άποψη αυτή εκφράζει ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ενεργειακής Οικονομίας του ΕΜΠ, καθηγητής Παντελής Κάπρος, που διετέλεσε πρώτος πρόεδρος της ΡΑΕ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο energia.gr.  Ο κ. Κάπρος εκτιμά ότι όλες οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης αντιμετώπισαν τη ΔΕΗ, όπως και τον ΟΤΕ, ως μέσο άσκησης διαφόρων επιρροών, με το φόβο ότι αν χάσουν αυτήν την επιρροή, θα χάσουν μέρος της εξουσίας τους.

Για τον κ. Κάπρο η είσοδος ιδιώτη ή όχι στη ΔΕΗ είναι ψευτοδίλημμα. Αντί της διασπαρμένης μετοχοποίησης που επελέγη το 2001 θα έπρεπε από τότε να εισέλθει στρατηγικός επενδυτής στην Επιχείρηση, κάτι που θα της επέτρεπε να αναπτυχθεί και ταυτόχρονα θα αποκόμισε οφέλη και η ενεργειακή αγορά.

Στη συνέντευξη του ο κ. Κάπρος επισημαίνει στασιμότητα στην αγορά, εξηγεί τις συνέπειες που συνεπάγεται και αποκαλύπτει ότι μελέτη που παρήγγειλε το ΥΠΕΚΑ στο Εργαστήριο για το θέμα της εκχώρησης λιγνιτικής παραγωγής τελικά απορρίφθηκε, καίτοι θα μπορούσε να αποτελέσει πειστική απάντηση στην Κομισιόν, για τη βούληση της πολιτείας να ανοίξει τον ανταγωνισμό στην ενεργειακή αγορά.

 

Η αίσθηση που μεταδίδεται από την αγορά είναι ότι υπάρχει μια στασιμότητα, τίποτε δεν προχωρά, τίποτε δεν αλλάζει. Τι λέτε γι αυτό;

 

Από τον περασμένο Αύγουστο μέχρι σήμερα έχουν ανοίξει πολλά μεγάλα θέματα στον τομέα της ενέργειας και δεν έχουν γίνει σαφείς επιλογές. Υπάρχει μία κατάσταση αναμονής, που είναι δυσμενής για τις επενδύσεις και την αγορά. Στις αρχές του περασμένου Αυγούστου είχε τεθεί το θέμα των λιγνιτών για πρώτη φορά, στη συνέχεια έγινε μια τροποποίηση του Κώδικα Διαχείρισης Συστήματος, με την εφαρμογή της 5ης μέρας αναφοράς, άλλαξαν τα τιμολόγια. Έκτοτε, τι θα γίνει με τους λιγνίτες παραμένει άγνωστο. Προέκυψε πρόσφατα και το θέμα της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ.

 

Τι φταίει για όλα αυτά;

 

Οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ αποφασισμένες να προχωρήσουν με τολμηρά βήματα στην αναδιάρθρωση και εξυγίανση του ανταγωνισμού ενεργειακού τομέα. Είτε για πολιτικούς λόγους, είτε στη λογική ότι η ενέργεια είναι κρατικός τομέας, είτε λόγω της πίεσης διαφόρων ομάδων, μεταξύ των οποίων και οι συνδικαλιστές. Η διείσδυση της πολιτικής, με την κακή έννοια του όρου, στον ενεργειακό τομέα έχει βλάψει αυτόν τον τομέα για πολλά χρόνια τώρα. Για παράδειγμα, ακόμα και η εφαρμογή της 5ης μέρας αναφοράς έγινε ανεπαρκώς. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει στρεβλή. Αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς παρακολουθώντας την ΟΤΣ. Συζητούνται συνεχώς διάφοροι τρόποι διοικητικών παρεμβάσεων και παραμένει αποσυνδεδεμένη η χονδρεμπορική από τη λιανική αγορά.

 

Μιλάτε για τα ΑΔΙ.

 

Ακριβώς. Επίσης, υπάρχουν θέματα με τα υδροηλεκτρικά. Συνεχίζουν να λειτουργούν όπως και πριν από την 5η μέρα αναφοράς. Οι ΑΠΕ υποφέρουν στο πλαίσιο της Ημερήσιας Αγοράς, όπως έδειξε και η μελέτη που κάναμε. Τα τιμολόγια συνεχίζουν να είναι ρυθμιζόμενα και δεν έχει τεθεί χρονοδιάγραμμα πλήρους απελευθέρωσης των τιμολογίων και της λιανικής αγοράς. Το θέμα του ουσιαστικού ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παραμένει το κύριο ζήτημα. Δεν χρειαζόταν να μας πάνε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τους λιγνίτες για να καταλάβουμε ότι έπρεπε να πάρουμε μέτρα για τη δημιουργία συνθηκών ουσιαστικού ανταγωνισμού. Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι οι κυβερνήσεις κωλυσιεργούν στην ουσία, αμυνόμενες σε πρωτοβουλίες της Κομισιόν. Δεν είναι θέμα τρόικας αυτά. Είναι κατεξοχήν θέμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των θεσμών της Ε.Ε. Γίνονται μισές δουλειές κάθε φορά, με αποτέλεσμα να «υποφέρουν» η ενεργειακή αγορά και οι επενδύσεις.

 

Όλη αυτή η καθυστέρηση στις αποφάσεις που φαίνεται να υιοθετεί και η παρούσα κυβέρνηση έχει κάποια σκοπιμότητα;

Το Μνημόνιο δεν έκανε τίποτε άλλο από το να επιβάλει κάτι που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν κατάφερνε να επιβάλει τόσα χρόνια. Οι θεσμοί της Ε.Ε. είναι ασθενείς. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τους λιγνίτες εκκρεμεί εδώ και 7 ή 8 χρόνια. Η Κομισιόν δεν είχε τις δυνάμεις να επιβάλει στα κράτη-μέλη μια σειρά από πράγματα. Έρχεται τώρα το Μνημόνιο και μας επιβάλει πράγματα που έπρεπε να είχαμε κάνει μόνοι μας, προ πολλού. Αν η ελληνική κυβέρνηση ήταν πειστική προς την Ε.Ε. ότι θέλει κι αυτή την απελευθέρωση της αγοράς και την εξυγίανση με θετικό τρόπο δεν θα μας είχαν βάλει «το μαχαίρι στο λαιμό» για τους λιγνίτες.

 

Ποια είναι η βαθύτερη αιτία για όλη αυτήν την εικόνα, κατά τη γνώμη σας;

 

Είναι πολιτικό το θέμα. Είναι η πολιτική διαπλοκή μεταξύ του κράτους, ως ρυθμιστή και του κράτους ως ιδιοκτήτη επιχειρήσεων, αλλά και όλων των κομμάτων ως συμμέτοχων στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτή η διαπλοκή είναι η αιτία του θέματος.

 

Δεν ακυρώνονται έτσι και οι αρμοδιότητες των αρμόδιων θεσμικών οργάνων της αγοράς;

Είναι αυταπάτη να νομίζουμε ότι οι ανεξάρτητες αρχές είναι σε θέση να κάνουν βασικές μεταρρυθμίσεις σε μία χώρα, σε αντίθεση με την πολιτική ηγεσία. Είναι κατεξοχήν θέματα πολιτικής των εκλεγμένων κυβερνήσεων. Και δεν είναι μόνον οι συνδικαλιστές το ζήτημα. Οι κυβερνήσεις θεωρούν τη ΔΕΗ, όπως θεωρούσαν και τον ΟΤΕ, ως μέσο άσκησης διαφόρων επιρροών, στην πολιτική, στην οικονομία, σε γεωγραφικές περιοχές, σε υπεργολαβικές επιχειρήσεις. Το κράτος νομίζει ότι αν χάσει την επιρροή αυτή θα χάσει μέρος της εξουσίας του. Το συμφέρον της ίδιας της ΔΕΗ είναι να την αφήσουν ήσυχη, να μην την επηρεάζουν, να γίνει μια σύγχρονη εμπορική εταιρία, όπως έγιναν πολλές ευρωπαϊκές. Να την αφήσουν να «ανθήσει», διότι μέχρι σήμερα την έχουν κυριολεκτικά ποδηγετήσει.

 

Τι κινδύνους συνεπάγεται η στασιμότητα της αγοράς;

 

Η ελληνική οικονομία ως μοναδική διέξοδο έχει την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, κεφαλαίων. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος ανάπτυξης. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Κοιτάξτε από τη σκοπιά ενός ξένου επενδυτή και κοιτάξτε τον ενεργειακό τομέα. Τι συμπέρασμα θα βγάλετε; Ότι οι κανόνες είναι ασαφείς και ο μόνος τρόπος για τον ξένο επενδυτή είναι να βρει πρόσβαση σε πολιτικούς που αποφασίζουν, μήπως έτσι καταφέρει να επενδύσει. Μα αυτή είναι η τακτική όταν αντιμετωπίζεις χώρες του τρίτου κόσμου και κυρίως, αραβικές. Αντίθετα, σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα οι κανόνες είναι απόλυτα διαφανείς, σαφείς, ξεκάθαροι και λειτουργούν όλα με μηχανισμούς αγοράς. Επομένως, εκείνος που θέλει να επενδύσει, ας πούμε, στη διασύνδεση των Κυκλάδων και να φέρει ζεστό χρήμα που δεν έχουμε, σήμερα τι πρέπει να κάνει; Όλη η επένδυση του εξαρτάται από την πολιτική βούληση του τάδε, του δείνα, και όχι μόνον του υπουργού, αλλά και του τοπικού παράγοντα. Άρα, δεν θα φέρει ποτέ τα χρήματά του ο ξένος επενδυτής.

 

Υπάρχει κίνδυνος να αποχωρήσουν επενδυτές που ήρθαν στην Ελλάδα;

Αυτή τη στιγμή οι μονάδες φυσικού αερίου κινδυνεύουν οικονομικά, λόγω της στρεβλής αγοράς. Δεν κινδυνεύουν επειδή δεν χρειαζόντουσαν οι επενδύσεις αυτές. Οι επενδύσεις αυτές δεν είναι μόνον ελληνικές. Απαξιώνοντας μια μονάδα φυσικού αερίου, την ώρα που «ανθούν» σε όλη την Ευρώπη, σημαίνει ότι ποτέ κανένας επενδυτής δεν θα έρθει ξανά στην Ελλάδα. Θα είναι τραγικό να έχουμε χρεοκοπία μιας μονάδας φυσικού αερίου, σύγχρονης και καθαρής τεχνολογίας.

 

Στην ουσία λέτε ότι όσοι ήρθαν έχουν εγκλωβισθεί και δεν μπορούν να φύγουν.

 

Βεβαίως. Αν ήξεραν τι θα τους συνέβαινε δεν θα έρχονταν ποτέ.

 

Υπάρχουν κάποιοι που μπορεί να φύγουν;

Ήδη, έφυγε η Endesa. Έφερε πολύ μεγάλο ποσό για επενδύσεις, της τάξης των 2 δισ. ευρώ και έφυγε. Είναι μεγάλη αποτυχία της Ελλάδας αυτό. Η Suez είναι ένας κολοσσός. Θα μπορούσε να αποτελέσει έναν πόλο στην ελληνική αγορά και με πολύ μεγάλες δυνατότητες στην περιφέρεια, εκτός Ελλάδος. Επίσης, δεν είναι μόνον οι επενδύσεις στον ανταγωνιστικό τομέα, αλλά και στις ΑΠΕ και τα δίκτυα. Διότι τα κεφάλαια τα οποία πρέπει να προσελκύσουμε για να επενδυθούν, βρίσκουν καλύτερες ευκαιρίες σε άλλες χώρες.

 

Αυτός είναι ίσως ο τρίτος κίνδυνος. Να εκπατρισθούν κεφάλαια από Έλληνες επενδυτές.

 

Βεβαίως. Ήδη, Έλληνες επενδύουν στο εξωτερικό, μέχρι και τις ΗΠΑ. Στα θαλάσσια αιολικά, επίσης, το κράτος αποφάσισε ξαφνικά να κάνει άλλη πολιτική. Δεν έχω καμία αντίρρηση. Να κάνει άλλη πολιτική. Όμως, δεν έκανε ούτε αυτή. Η Αγγλία αποφάσισε κι αυτή να κάνει προκηρύξεις κατά θαλάσσιες περιοχές, όμως τις προκήρυξε μέσα σε ελάχιστους μήνες, τέλειωσαν οι διαγωνισμοί, πήραν τα έργα ιδιωτικές εταιρίες και ήδη κατασκευάζονται. Κι αν θυμάμαι καλά τις ημερομηνίες, η Αγγλία πρέπει να ξεκίνησε την ίδια εποχή με εμάς. Νομίζω ότι το κύριο θέμα είναι η πάρα πολύ μεγάλη αναποτελεσματικότητα του δημοσίου τομέα. Δεν είναι θέμα μόνον ενός υπουργού, αλλά και των μηχανισμών που υπάρχουν από πίσω.

 

Η αναποτελεσματικότητα είναι συνώνυμη και της άγνοιας;

‘Όχι, δεν είναι θέμα άγνοιας. Είναι θέμα ενός πολιτικού συστήματος, το οποίο είναι τρομερά ιεραρχικό, όλα αποφασίζονται σε πολιτικό επίπεδο, μη πω και κομματικό.

 

Όλη αυτή η κατάσταση επιτρέπει να «ανθίζουν» διάφορα «άνθη του κακού». Θα μπορούσατε να τα προσδιορίσετε;

Στον τομέα των ΑΠΕ από την αρχή η ΡΑΕ έκανε μεγάλο αγώνα για την αντιμετώπιση του φαινομένου της μεταπώλησης των αδειών και του παραεμπορίου. Από ό,τι ακούγεται στην αγορά, το παραεμπόριο «ανθεί». Η ύπαρξη εταιριών, οι οποίες κάνουν development και μαζεύουν άδειες και στη συνέχεια τις μεταπωλούν, είναι ένα απαράδεκτο φαινόμενο. Οι άδειες έπρεπε να είναι απλούστατες, είμαι υπέρ της κατάργησης της άδειας παραγωγής, και με αυτό τον τρόπο να μπορούν να έρχονται επενδυτές, που έχουν τη βούληση και τα κεφάλαια να κατασκευάσουν τα έργα. Πάρα πολλές από τις χιλιάδες αιτήσεις ΑΠΕ δεν είναι τίποτε άλλο παρά μικροεπενδύσεις για να φτιαχτούν οι άδειες, να αποκτήσουν υπεραξία και να μεταπωληθούν στη συνέχεια. Το κράτος πρέπει με ριζικό τρόπο να σταματήσει αυτή την κατάσταση. Ένα άλλο σοβαρό θέμα επίσης, είναι ότι έτσι όπως πάνε τα πράγματα οι ανεξάρτητοι προμηθευτές του λιανικού εμπορίου θα βρεθούν σε οικονομική δυσκολία. Είναι θέμα χρόνου, αν δεν γίνει ουσιαστική απελευθέρωση, ώστε να έχουν πρόσβαση σε πηγές ενέργειας. Αυτό θα είναι καταστροφικό, γιατί θα συκοφαντηθεί το όλο εγχείρημα της απελευθέρωσης. Έγινε βέβαια και στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, αρχικά, όμως εκεί η κατάσταση ήταν πολύ πιο δυναμική και τελικά υπάρχει ανταγωνισμός.

 

Εξαιτίας των στρεβλώσεων της αγοράς επιτρέπεται, ενδεχομένως, να αναπτύσσεται πολυγλωσσία και αντίθετα συμφέροντα;

 

Σε μια ώριμη αγορά οι διάφοροι παίκτες θα ήταν πιο καθετοποιημένοι και ανεξάρτητοι. Σήμερα στην ουσία και οι ανεξάρτητοι παραγωγοί και οι ανεξάρτητοι προμηθευτές επιβιώνουν λάθρα από τα περιθώρια που τους αφήνει η ΔΕΗ. Στον τομέα της ενέργειας η καθετοποίηση που παρατηρείται στον τομέα των τηλεπικοινωνιών είναι πάρα πολύ μακριά. Όχι γιατί δεν θέλουν οι παίκτες της αγοράς, αλλά γιατί δεν επιτρέπεται από τις συνθήκες τις σημερινές.

 

Αυτή τη στιγμή φαίνεται ότι το μεγάλο άγχος της κυβέρνησης είναι τι θα γίνει με το θέμα της ΔΕΗ. Η άποψη που υπάρχει είναι ότι, δεν μπορούμε και να πουλήσουμε ΔΕΗ και να διαθέσουμε και λιγνίτες. Ποια είναι η δική σας άποψη; Είστε υπέρ της εισόδου στρατηγικού επενδυτή στη ΔΕΗ, στο πρότυπο, ενδεχομένως, του ΟΤΕ;

 

Το θέμα της ΔΕΗ τέθηκε από την κυβέρνηση εξ ανάγκης, διότι υπάρχει πρόβλημα να βρεθούν χρήματα. Αυτό είναι ένα πραγματικό πρόβλημα και επομένως κανείς δεν μπορεί να πει τίποτε. Το ζήτημα της εξυγίανσης της ΔΕΗ και της μετατροπής της σε μία αποτελεσματική εμπορική εταιρεία θα είχε τεθεί με καλύτερους όρους στις αρχές της δεκαετίας του 2000, τότε που έγινε η μετοχοποίηση. Αντί διεσπαρμένη μετοχοποίηση, όπως έγινε, θα μπορούσε τότε να είχε τεθεί τα θέμα μετοχοποίησης με στρατηγικό επενδυτή. Η διεσπαρμένη μετοχοποίηση ήταν συμβιβασμός, για να μην υπάρξουν αντιδράσεις από τους συνδικαλιστές και το σύστημα της πολιτικής διαπλοκής. Αν είχε μπει τότε στρατηγικός επενδυτής στη ΔΕΗ, η εταιρία θα είχε απογειωθεί και η αγορά θα είχε ωφεληθεί πάρα πολύ. Το δίλημμα, ιδιώτης ή μη ιδιώτης, είναι ψευτοδίλημμα. Η ΔΕΗ έπρεπε να είχε εξυγιανθεί, να είχε οργανωθεί σε πολλές εξειδικευμένες εταιρίες, όπως, εταιρία λιγνίτη, υδροηλεκτρικών, εμπορίας, δικτύων, κλπ. Έτσι θα ήξερε κάθε μία από τις εταιρίες αυτές το κόστος και το κέρδος, την απόδοση κεφαλαίων, την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Το μάνατζμεντ θα ήταν ανεξάρτητο, η παρέμβαση των πολιτικών θα ήταν αδύνατη, τα τιμολόγια θα είχαν απελευθερωθεί. Όταν δεν κάνουμε τίποτε θα έρθει μια μέρα που θα εγκλωβισθούμε σε αυτά τα άθλια διλήμματα.

 

Ποια είναι η άποψη σας για το θέμα της εκχώρησης λιγνιτικής παραγωγής;

 

Το ΥΠΕΚΑ μου ζήτησε τον περασμένο Αύγουστο να εκπονήσω μια μελέτη για την απελευθέρωση της αγοράς και τους λιγνίτες. Υπέβαλα πράγματι τη μελέτη αρχές Δεκεμβρίου. Πρότεινα τη δημιουργία μιας πολύ οργανωμένης προθεσμιακής αγοράς, με δικαιώματα προαίρεσης για τη χρήση λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής από τρίτους. Με έναν οργανωμένο, ευέλικτο και ηλεκτρονικό τρόπο, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους προμηθευτές να έχουν πρόσβαση στο χαρτοφυλάκιο τους στην παραγωγή, στους παραγωγούς να επεκταθούν και να καθετοποιηθούν στην παραγωγή και στη λιανική και στην ίδια τη ΔΕΗ να εξασφαλίσει μακροχρόνια εισόδημα. Με οργάνωση χρηματιστηριακής μορφής συνεχών δημοπρασιών ώστε να μην υπάρχει το πολιτικό πρόβλημα να χρειασθεί ένας υπουργός να βάλει την υπογραφή του κάτω από την τιμή στην οποία θα πωληθεί η λιγνιτική παραγωγή. Μια τέτοια πρόταση θα έπειθε την Κομισιόν και την τρόικα ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει πράγματι πρόθεση να απελευθερώσει την αγορά με εναλλακτικό τρόπο από την πώληση μονάδων ή τα swaps.

 

Και τι απέγινε η πρόταση σας;

 

Δεν έγινε δεκτή. Αν είχε εφαρμοσθεί το σύστημα αυτό με την προθεσμιακή αγορά θα έδινε τη δυνατότητα στη ΔΕΗ να έχει διασφάλιση και μακροχρόνια έσοδα από τους λιγνίτες και τα υδροηλεκτρικά μέσω μηχανισμών αγοράς. Αυτό θα της ανέβαζε την αξία. Δεν θα της μείωνε την αξία. Επομένως αυτή η δήθεν ασυμβατότητα μεταξύ ιδιωτικοποίησης και εκχώρησης λιγνιτών είναι ασυμβατότητα όταν τίθεται με τους όρους πώλησης μονάδων ή της εκποίησης της λιγνιτικής παραγωγής. Τέτοιου είδους προθεσμιακές αγορές για πακέτα ισχύος υπάρχουν σε πάρα πολλές ευρωπαϊκές αγορές, Γαλλία, Γερμανία, Σκανδιναβία, μέχρι και στη Ρουμανία.

 

Ποια είναι η δική σας αίσθηση, κατόπιν όλων όσων εκθέσατε, για το μέλλον της ενεργειακής αγοράς;

 

Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον ελληνικό ενεργειακό τομέα είναι να προσελκύσει ξένα κεφάλαια. Οι διασυνδέσεις των Κυκλάδων, της Κρήτης, τα μεγάλα έργα ΑΠΕ, τα θαλάσσια αιολικά, τα μεγάλα έργα εξοικονόμησης ενέργειας, οι εταιρίες ενεργειακών υπηρεσιών, όποιο θέμα κι αν πιάσετε θα βρεθείτε μπροστά στο πρόβλημα της χρηματοδότησης. Είναι αδύνατο να γίνει αυτό μέσω του παραδοσιακού μηχανισμού, της δημοσιονομικής επιβάρυνσης, ή του δανεισμού κρατικών επιχειρήσεων. Επομένως, για να προσελκυσθούν ξένα κεφάλαια, που είναι ο μοναδικός τρόπος και να γίνει η πράσινη ανάπτυξη που επαγγέλλεται η κυβέρνηση, πρέπει να δημιουργήσουμε την οργάνωση, τους θεσμούς, τους απαράβατους κανόνες και τη διαφάνεια, ώστε να μπορούν να έρθουν τα κεφάλαια αυτά. Αυτό δεν έχει γίνει πουθενά, σε κανέναν τομέα. Δεν υπάρχει και η ιδεολογία ότι έτσι θα προσελκυσθούν ξένα κεφάλαια. Το πρόβλημα είναι καθαρά πολιτικό. Αποτέλεσμα είναι ότι θα υποφέρουν οι διασυνδέσεις, οι ΑΠΕ, η πράσινη ανάπτυξη, η εξοικονόμηση ενέργειας αλλά και ο ανταγωνισμός στην αγορά ενέργειας.