παρατείνει επ’ αόριστον το πάγωμα περίπου 210 δισ. ευρώ ρωσικών κρατικών κεφαλαίων, καταργώντας το προηγούμενο καθεστώς που απαιτούσε ομόφωνη ανανέωση κάθε έξι μήνες.
Η Κύπρια Υφυπουργός για την ΕΕ, Μαριλένα Ραούνα, εκτίμησε ότι οι ηγέτες της ΕΕ θα παραμείνουν σε διαπραγματεύσεις μέχρι να βρουν λύση στο θέμα της χρηματοδότησης της Ουκρανίας, επιμένοντας ότι το ζήτημα δεν θα μετατεθεί για την 1η Ιανουαρίου, όταν η χώρα αναλαμβάνει την προεδρία της ΕΕ. Από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές του σχεδίου είναι ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος προειδοποίησε ότι η αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αξιοποιήσει τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη στήριξη της Ουκρανίας θα είχε σοβαρές και μακροχρόνιες συνέπειες για την αξιοπιστία και την ικανότητα δράσης της Ένωσης. Ο Μερτς κάλεσε τα κράτη-μέλη να βρουν τρόπο επιμερισμού των κινδύνων που συνεπάγονται η δέσμευση και χρήση των ρωσικών κεφαλαίων, προκειμένου να αποφευχθεί, όπως είπε, «μαζική ζημιά» για την Ε.Ε. «Αν δεν τα καταφέρουμε, η ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να δρα θα υπονομευθεί σοβαρά για τα επόμενα χρόνια, αν όχι για ακόμη περισσότερο», τόνισε.
Ωστόσο, το Βέλγιο που κατέχει και το μεγαλύτερο μέρος των ρωσικών κεφαλαίων μέσω του αποθετηρίου Euroclear, απορρίπτει μέχρι στιγμής το σχέδιο, υπογραμμίζοντας τους νομικούς και οικονομικούς κινδύνους που μπορεί να προκύψουν, καθώς η αρπαγή ρωσικών κεφαλαίων παραβιάζει τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς κανόνες. Συγκεκριμένα, η αξιοποίηση των κυριαρχικών περιουσιακών στοιχείων ενός κράτους προσκρούει στο διεθνές δίκαιο και εγείρει σοβαρές νομικές ενστάσεις. Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας έχει ήδη καταθέσει αγωγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο της Μόσχας κατά του χρηματιστηριακού αποθετηρίου Euroclear, ζητώντας αποζημιώσεις δισεκατομμυρίων ευρώ για τα δεσμευμένα κεφάλαια και τα χαμένα κέρδη. Ενώ το Κρεμλίνο έχει προειδοποιήσει ρητά ότι θα προβεί σε αντίποινα εάν τα κεφάλαιά του χρησιμοποιηθούν. Το πιο πιθανό σενάριο είναι η Μόσχα να προχωρήσει σε κατάσχεση ιδιωτικών και κρατικών περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε εταιρείες και ιδιώτες από «μη φιλικές» χώρες (κυρίως μέλη της G7 και της ΕΕ) και παραμένουν στη ρωσική δικαιοδοσία. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν ακίνητα, μετοχές σε ρωσικές εταιρείες, τίτλους και άλλα περιουσιακά δικαιώματα. Εξάλλου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ήδη υπογράψει διάταγμα που επιτρέπει την ταχεία πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων μέσω μιας ειδικής διαδικασίας, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την εθνικοποίηση και την πώληση δυτικών εταιρειών που εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στη Ρωσία. Επίσης, τα κέρδη δυτικών οντοτήτων που έχουν δεσμευτεί σε ειδικούς ρωσικούς λογαριασμούς "Type-C" (οι οποίοι δεν μπορούν να μεταφερθούν εκτός Ρωσίας χωρίς ειδική άδεια) θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχο για πλήρη κατάσχεση ή να χρησιμοποιηθούν ως ενέχυρο για ρωσικά δάνεια. Άλλα πιθανά ρωσικά αντίποινα θα μπορούσαν να είναι η εκ νέου χρησιμοποίηση των ενεργειακών προμηθειών ως μέσο πίεσης, καθώς και η κλιμάκωση του υβριδικού πολέμου, συμπεριλαμβανομένων κυβερνοεπιθέσεων που θα μπορούσαν να στοχεύσουν χρηματοπιστωτικούς θεσμούς.
Όσον αφορά την Ευρώπη, εκφράζεται η ανησυχία για συστημικό σοκ στην ευρωπαϊκή οικονομία και το ευρώ. Η δήμευση κυριαρχικών κεφαλαίων θα μπορούσε να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών στο δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, οδηγώντας σε μαζική φυγή κεφαλαίων από χώρες των BRICS και άλλες, καθώς θα φοβούνται ότι τα δικά τους περιουσιακά στοιχεία ενδέχεται να δεσμευτούν στο μέλλον.
Σε αντιδιαστολή οι υπέρμαχοι της λύσης αυτής εκτιμούν ότι οι φόβοι για συστημικό σοκ στις χρηματοπιστωτικές αγορές είναι υπερβολικοί, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της αναταραχής προκλήθηκε ήδη με την αρχική δέσμευση των κεφαλαίων. Επιπλέον θεωρούν ότι η Ρωσία ως ο επιτιθέμενος και υπεύθυνος για την παράνομη εισβολή και τις τεράστιες ζημιές στην Ουκρανία, θα πρέπει να πληρώσει για την ανοικοδόμηση της χώρας. Η χρήση των δικών της δεσμευμένων κεφαλαίων θεωρείται προτιμότερη λύση, παρά να επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι των κρατών μελών της ΕΕ. Μάλιστα ορισμένοι νομικοί εμπειρογνώμονες υποστηρίζουν ότι το διεθνές δίκαιο επιτρέπει τη δήμευση κυριαρχικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων ως «αντίμετρα» (countermeasures) σε απάντηση σοβαρών παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου, όπως είναι η παράνομη επίθεση της Ρωσίας. Σε κάθε περίπτωση τυχόν απόφαση για αξιοποίηση των ρωσικών assets θα αποτελέσει μια μεγάλη πρόκληση για την ενότητα της Ένωσης, καθώς είναι σίγουρο ότι η Μόσχα θα απαντήσει.