Τις τελευταίες ημέρες είδαν το φως της δημοσιότητας μελέτες και αναλύσεις που αναφέρονται στον ρόλο των ΑΠΕ στην διαμόρφωση των τιμών ηλεκτρισμού καταναλωτή. Οι ανωτέρω αναλύσεις υποστηρίζουν ότι οι ΑΠΕ έχουν ξεκάθαρα αρνητική συσχέτιση με τις τιμές, δηλαδή όταν αυξάνεται η συμμετοχή τους στο ημερήσιο ηλεκτροπαραγωγικό μίγμα οδηγούν την οριακή τιμή του συστήματος σε μείωση. Σε αντίθεση με το φυσικό αέριο, και εν μέρει τα υδροηλεκτρικά, τα οποία λειτουργούν ως επί το πλείστον στις αιχμές της ζήτησης, εμφανίζοντας θετική συσχέτιση με τις τιμές και, άρα, τις οδηγούν προς τα πάνω. Δεν θα διαφωνήσουμε με τις ανωτέρω επισημάνσεις. Όμως αυτές αφορούν την ημερήσια αγορά και δεν επηρεάζουν άμεσα τον καταναλωτή

Εαν, όμως, εξετάσουμε την μεγάλη εικόνα θα δούμε ότι καθώς προχωρούσε η διείσδυση των ΑΠΕ στο ηλεκτροπαραγωγικό μίγμα, ιδίως τα τελευταία 5 χρόνια, έχοντας φθάσει αισίως τα 15 GW από αιολικά και φωτοβολταϊκά στα μέσα του 2025 συν 4.0 GW υδροηλεκτρικά (που αντιστοιχεί στο 79% της συνολικής εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος της χώρας) από σχεδόν μηδενική βάση πριν 15 χρόνια, οι τιμές καταναλωτή αυξάνονταν συνεχώς. Με την μέση τιμή χονδροεμπορικής να έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία 8 χρόνια και την μέση τιμή οικιακού καταναλωτή (με κατανάλωση άνω των 2500 kWh) να είναι ακριβότερη κατά περίπου 70% -80%.

Τυχαία η σημαντική αυτή αύξηση; Ασφαλώς όχι, διότι η ραγδαία, μαζική και χωρίς προγραμματισμό είσοδος των ΑΠΕ στο σύστημα εκτόξευσε το συνολικό κόστος παραγωγής και υποχρέωσε τον Διαχειριστή να εισάγει αντίστοιχη θερμική ισχύ (που εγγυάται τα φορτία βάσης) κυρίως μέσω νέων σταθμών φ. αερίου (CCP) και εισαγωγών ηλεκτρισμού από τις γειτονικές χώρες, προκειμένου να εξασφαλίσει την ομαλή λειτουργία και ευστάθεια του συστήματος.

Με την υψηλή διακοπτότητα και τους χαμηλούς συντελεστές απόδοσης (capacity factor) που χαρακτηρίζει τις ΑΠΕ, προκειμένου να λειτουργήσουν χρειάζονται ένα απόλυτα θωρακισμένο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής. Δηλαδή ενίσχυση της παραγωγής από μονάδες βάσης που σημαίνει πολλές μονάδες φ.αερίου, αφού για λόγους (δυσεξήγητης) περιβαλλοντικής πολιτικής έχουμε αποσύρει σχεδόν όλες τις λιγνιτικές μονάδες.( πλην της υπερσύγχρονης Πτολεμαίδα 5 που και αυτή η ΔΕΗ πρόκειται σύντομα να την μετατρέψει σε μονάδα φ.αερίου, απαξιώνοντας ακόμα περισσότερο το εγχώριο καύσιμο που είναι ο λιγνίτης) Με την παραγωγή από μονάδες βάσης να είναι απόλυτα απαραίτητη αφενός για να ηλεκτρίζει το σύστημα με άεργο ισχύ και αφετέρου για να παράγει ενέργεια για τις πολλές ώρες μέσα στο 24ωρο που η συμμετοχή των ΑΠΕ είναι απόλυτα μηδενική. Διαφορετικά θα είχαμε συνεχή και διαρκή blackout σε πολλές περιοχές της χώρας ή και πανελλαδικά, σε κάθε περίπτωση πολλά περισσότερα από αυτά που ήδη συμβαίνουν. ( ας όψεται ο ΔΕΔΔΗΕ)

Και όλη αυτή η ανωμαλία και συνθετότητα λειτουργίας του συστήματος για να μειώσουμε,δήθεν, τις «τεράστιες» εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που εκλύονται από την μικρή Ελλάδα, που θέτουν τον πλανήτη σε υψηλό κίνδυνο λόγω υπερθέρμανσης και επερχόμενης κλιματικής καταστροφής! Με τις ΑΠΕ όμως να αποτελούν πλέον μόνιμο εξάρτημα του ηλεκτροπαραγωγικού μείγματος με επενδύσεις άνω των € 15 δισεκ.τα τελευταία χρόνια και χιλιάδες εργαζόμενους στον κλάδο, η πρόκληση δεν είναι πως θα περιορίσουμε το μερίδιο τους αλλά πως θα μπορέσουμε με την συμμετοχή τους να παράγουμε ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλότερο κόστος.

Η απάντηση ασφαλώς δεν είναι να μπουκώσουμε το σύστημα με ακόμα μεγαλύτερη ισχύ ΑΠΕ - αφού ήδη σε καθημερινή βάση το σύστημα απορρίπτει υψηλό ποσοστό της παραγόμενης ενέργειας λόγω υπερπροσφοράς- αλλά να κινηθούμε έξυπνα αυξάνοντας την αποθηκευτική δυνατότητα με ‘ακριβές’ ηλεκτρικές μπαταρίες και ακόμα ποιο ακριβή αντλησιοταμίευση. Σήμερα το σύστημα διαθέτει περί τα 700 MW μονάδων της ΔΕΗ για αντλησιοταμίευση ενώ σύντομα ( το 2027) θα προστεθεί ακόμα μια μονάδα της Τέρνα, ισχύος 600 MW. Πέραν αυτού τίποτε άλλο. Και όσο θα καθυστερεί η ενσωμάτωση μονάδων αποθήκευσης στο σύστημα τόσο περισσότερο αέριο θα καταναλώνεται για την λειτουργία του και άρα οι τιμές θα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι εάν θέλουμε να δούμε κάποτε χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα πρέπει να υπάρξει μια συνολική θεώρηση και ανασχεδίαση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο (βλέπε electricity market reform της ΕΕ) ώστε να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις του target model (που διέπει την λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς) και επηρεάζει ιδιαίτερα αρνητικά τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης. Παράλληλα, η Ελλάδα θα πρέπει με κάθε δυνατό τρόπο να στοχεύσει στην εγχώρια παραγωγή αερίου από τα ήδη εντοπισμένα κοιτάσματα σε Ιόνιο και νότια της Κρήτης, πράγμα που θα επιτρέψει την χρήση χαμηλού κόστους καύσιμου από τις ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες αερίου που διαθέτει και αποτελούν και αυτές μόνιμη υποδομή του συστήματος.

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr