Σε αυτό το πλαίσιο και μετά από πολύχρονη απουσία αντιδράσεων, η ελληνική πλευρά αναγνώρισε πρόσφατα τη σημασία της Ινδίας, της μεγαλύτερης σήμερα δημοκρατίας στην υφήλιο, όχι μόνο στον παγκόσμιο γεωπολιτικό και οικονομικό χάρτη, αλλά ιδιαίτερα, όσον αφορά στην επέκταση και εμπλουτισμό των διμερών μας σχέσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών κ. Γιώργος Γεραπετρίτης, έχουν επισκεφθεί επίσημα την Ινδία, μέσα στην τελευταία διετία, όπως άλλωστε και ο ινδός Πρωθυπουργός κ. Ναρέντρα Μόντι, έχει έρθει στη χώρα μας.
Αυτή η κινητικότητα στα ανώτατα πολιτικά επίπεδα δείχνει ότι ο ινδικός αστερισμός έχει αρχίσει να πλησιάζει με σοβαρούς ρυθμούς την ελληνική πραγματικότητα.
Για τον λόγο αυτό λοιπόν και δεδομένου ότι αναγνωρίζεται πλέον η σημασία της Ινδίας στη διμερή μας διάσταση, προχωρήσαμε στη σύναψη και στρατηγικής σχέσης με τη σημαντική αυτή χώρα της Ασίας, με πληθυσμό 1,5 δισ., που σήμερα κατέχει την τέταρτη θέση στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα, ενώ αναμένεται ότι θα ανέλθει στην τρίτη περί το έτος 2030.
Και μπορεί τα δύο αυτά κράτη, Ελλάδα και Ινδία, να μη λειτουργούν σε αντίστοιχους ή παράλληλους δρόμους, δεδομένου ότι ανήκουν παραδοσιακά σε διαφορετικούς γεωγραφικούς και στρατηγικούς χώρους, όμως πέραν της οικονομικής σημασίας της Ινδίας για τη χώρα μας, θα πρέπει να συνυπολογισθεί η συνεχιζόμενη εχθρότητα προς αυτήν από πλευράς του Πακιστάν, που συνεπικουρείται από τη γειτονική μας Τουρκία, αυξάνοντας έτσι το στρατηγικό ενδιαφέρον των Ινδών για τη Ελλάδα και ειδικότερα στον τομέα της γενικότερης στρατιωτικής συνεργασίας, της συμπαραγωγής υλικού και των κοινών ασκήσεων, οι οποίες ήδη έχουν αρχίσει να δείχνουν αυξητικό ρυθμό.
Ας μην ξεχνάμε εδώ ότι εθιμικά, από την εποχή της ινδικής ανεξαρτησίας περίπου, διατηρούμε εξαιρετικά φιλικές σχέσεις με την Ινδία, η οποία με συνέπεια στήριξε και το ζήτημα της Κύπρου στους Διεθνείς Οργανισμούς. Στη σύγχρονη εποχή, πρέπει να επισημανθεί, ότι τόσο η χώρα μας, όσο και η Ινδία, διατηρούν ιδιαίτερους δεσμούς φιλίας, συμπράξεων και συνεργασίας με το Ισραήλ αλλά και με την Κύπρο, στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου.
Πέραν τούτου, η απόφαση στο επίπεδο των G20, με τη σύμφωνη γνώμη της ΕΕ και των ΗΠΑ, για την προοπτική δημιουργίας ενός νέου πολυσχιδούς οικονομικού διαδρόμου, του IMEC (India-Middle East-Europe Economic Corridor), ο οποίος θα ενώνει τον Ινδικό Ωκεανό με τη Μεσόγειο θάλασσα μέσω της Αραβικής Χερσονήσου και που θα καταλήγει σε συγκεκριμένους λιμένες της Μεσογείου, είναι ιδιαίτερα σημαντική και για τη χώρα μας.
Και βέβαια, είναι ακόμα νωρίς να τοποθετηθεί κανείς επί των δυσχερών και ποικίλλων φάσεων της δημιουργίας του διαδρόμου αυτού, διότι, θα χρειασθούν πολλές και επίπονες γεωπολιτικές διεργασίες και οικονομικές παρεμβάσεις, εν τούτοις όμως, θα πρέπει η προοπτική αυτή, να συγκρατεί το ενδιαφέρον της Ελλάδος, όπως ήδη συγκρατεί το ενδιαφέρον της Ιταλίας και της Γαλλίας, με την έγκαιρη επιλογή απ’ αυτές λιμένων που θα αποβλέπουν αποκλειστικά στο διαμετακομιστικό εμπόριο της Ινδίας προς τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη.
Ομως και από πλευράς μας θα πρέπει να παρουσιασθεί ένα δημιουργικό ενδιαφέρον στον τομέα των λιμένων, όπου η ελληνική πλευρά θα είχε κάθε συμφέρον να αξιολογήσει τη συμμετοχή της στον σχεδιασμό αυτό του IMEC, με την συμπερίληψη ενός λιμένα, που θα προσελκύσει το ενδιαφέρον σοβαρών ινδών παικτών στον τομέα αυτό, όπως το συγκρότημα Adani.
Ο λιμένας αυτός, κατάλληλα προσαρμοζόμενος, θα μπορούσε να γίνει ελληνική πύλη των ινδικών προϊόντων προς την Ανατολική Ευρώπη.
Η εξέλιξη αυτή, θα αναδείξει και την ανάγκη ευρύτερου συντονισμού υπουργείων και φορέων. Δεν θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά που καθίσταται αναγκαία η συνεργασία περισσότερων του ενός φορέων, για την αντιμετώπιση περίπλοκων προβλημάτων ή για την επίτευξη φιλόδοξων στόχων.
Οσον αφορά στην οικονομική συνεργασία Ελλάδος και Ινδίας, ήδη, έχουν κάνει την εμφάνισή τους στη χώρα μας, αρκετές ινδικές επιχειρήσεις που ερευνούν την ελληνική αγορά, με σημαντικότερη, μέχρι στιγμής, την παρουσία της GMR, που μαζί με την ΤΕΡΝΑ, έχουν αναλάβει την κατασκευή και λειτουργία του νέου αεροδρομίου στο Καστέλι της Κρήτης.
Ενας άλλος τομέας που θα πρέπει να αξιολογηθεί κατάλληλα είναι αυτός του τουρισμού. Με την προοπτική της απευθείας σύνδεσης της Ελλάδος με την Ινδία από τις αρχές του 2026, πρώτα με την ινδική αεροπορική εταιρία Indigo και στη συνέχεια, λίγους μήνες αργότερα, με δρομολόγια της Aegean, η εξέλιξη αυτή αναμένεται να επηρεάσει σοβαρά τον αριθμό των ινδών επισκεπτών στη χώρα μας.
Αυτό θα σημάνει, πρώτα απ’ όλα, την ανάγκη ουσιαστικής ενίσχυσης των πρεσβευτικών και προξενικών μας αρχών στην Ινδία και την έγκαιρη θέση σε λειτουργία του νέου Γενικού Προξενείου της Ελλάδος στη Βομβάη, προκειμένου να αντιμετωπίσουν ενεργά και φιλικά τις νέες αυτές τουριστικές ροές, ενός χώρου όπου 150 με 200 εκατομμύρια Ινδοί ταξιδεύουν σήμερα κατ’ έτος, εκτός της χώρας των, για αναψυχή και επίσκεψη συγγενών.
Αφησα για το τέλος το θέμα της στρατιωτικής συνεργασίας, που φαίνεται σήμερα να ενδιαφέρει σοβαρά και τις δυο πλευρές, στο πλαίσιο κυρίως της συνεργασίας Πολεμικού Ναυτικού και Πολεμικής Αεροπορίας. Ας σημειωθεί εδώ, ότι τόσο η ινδική όσο και η ελληνική αεροπορία, χρησιμοποιούν από καιρό, όμοιου τύπου γαλλικά αεροσκάφη, όπως τα Dasssault Mirage και τα Rafale, πέραν άλλων τύπων αεροσκαφών, που ανάγονται στις παραδοσιακές πηγές προμήθειας και των δυο πλευρών.
Και για μεν την Ινδία η προέλευση του παντοειδούς στρατιωτικού υλικού είναι κυρίως η πρώην σοβιετική και σημερινή ρωσική αγορά, ενώ για τη χώρα μας η νατοϊκή και αμερικανική, όπως γνωρίζουμε. Τούτο δεν εμποδίζει τη συχνή διενέργεια κοινών διμερών, ή και διευρυμένων διεθνών ασκήσεων, στον ελληνικό εναέριο χώρο, που φαίνεται να βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη και ενδιαφέρει και τις δυο πλευρές.
Ομοίως, παρατηρείται συχνή και αναπτυσσομένη διενέργεια ναυτικών ασκήσεων από μονάδες των δυο στόλων, Ελλάδος και Ινδίας, στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, που όπως φαίνεται δεν τυγχάνουν της αρέσκειας των τούρκων γειτόνων μας. Οι ασκήσεις αυτές, αναμένεται να διευρυνθούν με την συμμετοχή και άλλων φιλικών ναυτικών μονάδων χωρών της περιοχής.
Προσπάθησα με το κείμενο αυτό να δώσω μια σημερινή εικόνα των διμερών σχέσεων Ελλάδος και Ινδίας, καθώς και τις διεθνείς και διμερείς προοπτικές τους.
Στην εικόνα αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να συγκρατήσουμε και να μελετήσουμε, από ελληνικής πλευράς, τις παρουσιαζόμενες προοπτικές ευρύτερης συνεργασίας και συνέργειας σε πεδία καινοτομίας με την Ινδία, μια πολυπληθή και δυναμική, φιλική σε μας χώρα του μέλλοντος, που αναγνωρίζει ότι μοιράζεται πολλά ιστορικά, πολιτιστικά και δημοκρατικά στοιχεία με την Ελλάδα, την αρχαία και την σύγχρονη.
Ο Ιωάννης Αλέξιος Ζέπος είναι Πρέσβης ε.τ., πρώην Γεν. Γραμματέας Υπ. Εξωτερικών
Από το Protagon.gr