Η κυβέρνηση Τραμπ λαμβάνει μέτρα για να ενισχύσει τα δεινά του shutdown, μπλοκάροντας δισεκατομμύρια δολάρια από δημοκρατικές πολιτείες, ενώ παράλληλα προετοιμάζει σχέδιο για την άμεση απόλυση δημοσίων υπαλλήλων. Οι άνευ προηγουμένου κινήσεις του Λευκού Οίκου φαίνονται τιμωρητικές, υπογραμμίζοντας τους κινδύνους ενός δημοσιονομικού αδιεξόδου

Επίσης, καταδεικνύουν πώς ο πρόεδρος Τραμπ θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει το κλείσιμο της κυβέρνησης για να προωθήσει την ατζέντα του, να μειώσει τον προϋπολογισμό και να πάρει εκδίκηση από πολιτικούς εχθρούς. Σε μια σειρά από αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο διευθυντής Προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου, Ράσελ Βόουτ, δήλωσε ότι η κυβέρνηση είχε διακόψει προσωρινά ή είχε κινηθεί για να ακυρώσει την παροχή περίπου 26 δισ. δολαρίων σε ήδη εγκεκριμένα κονδύλια για μια σειρά προγραμμάτων. Ο χρόνος δεν είναι απλή σύμπτωση, ούτε και οι επιλογές τοποθεσίας. Οπως είπε, η κυβέρνηση τερματίζει μια δόση χρηματοδότησης περίπου 8 δισ. δολαρίων, επειδή επρόκειτο για «χρηματοδότηση σε μια πράσινη απάτη της κλιματικής ατζέντας της Αριστεράς», μια κίνηση που επηρέασε έργα σε 16 πολιτείες, κατά βάσιν δημοκρατικές. Σε μια δεύτερη περίπτωση, η κυβέρνηση Τραμπ ανέστειλε περίπου 18 δισ. δολάρια σε εγκεκριμένη χρηματοδότηση υποδομών για δύο μεγάλα έργα μεταφορών, κυρίως στη Νέα Υόρκη που εκπροσωπείται από τον γερουσιαστή Τσακ Σούμερ, τον ηγέτη των Δημοκρατικών στη Γερουσία, και τον βουλευτή Χακίμ Τζέφρις, τον ηγέτη της μειοψηφίας της Βουλής. Και οι δύο έχουν γίνει συχνά στόχοι προσωπικών επιθέσεων του Τραμπ. Οι δημοσιονομικοί ελιγμοί του Βόουτ ήταν μια προσπάθεια να επισημοποιήσει την προηγούμενη απειλή του Τραμπ, όταν περιέγραψε το «λουκέτο» σαν μια «καλή» ευκαιρία για περικοπές που θα έβλαπταν τους Δημοκρατικούς. Ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς επανέλαβε αργότερα την ανάγκη για απολύσεις. Συνολικά, οι ενέργειες της κυβέρνησης αποκάλυψαν τους κινδύνους και τις συνέπειες ενός παρατεταμένου δημοσιονομικού αδιεξόδου υπό τον Τραμπ. Ο πρόεδρος δεν έχασε καμία ευκαιρία στη δεύτερη θητεία του να κλείσει υπηρεσίες, να μειώσει το ομοσπονδιακό εργατικό δυναμικό και να αναδιαμορφώσει τον προϋπολογισμό, με επιθετικές τακτικές που έχουν δοκιμάσει τα δικαστήρια και, κατά καιρούς έχουν αψηφήσει το Κογκρέσο.

Το shutdown ξεκίνησε στην αρχή του νέου οικονομικού έτους, αφού οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικανοί δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε εκεχειρία για τις δαπάνες. Οσο περισσότερο συνεχίζεται η αντιπαράθεση, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες οικονομικής ζημίας για τις αμερικανικές οικογένειες, τις επιχειρήσεις και την ευρύτερη οικονομία. Tο υπουργείο Ενέργειας δήλωσε ότι είχε τερματίσει 321 επιχορηγήσεις για περισσότερα από 223 έργα, επειδή δεν «προωθούν τις ενεργειακές ανάγκες του έθνους» και δεν είναι «οικονομικά βιώσιμες». Λίγο μετά τη λήξη της κυβερνητικής χρηματοδότησης, η κυβέρνηση Τραμπ ανέστειλε όλες τις ειδησεογραφικές εκπομπές από τη «Φωνή της Αμερικής» και έθεσε σε άδεια άνευ αποδοχών όλους τους δημοσιογράφους της. Δεν είναι σαφές πόσοι υπάλληλοι θα μπορούσαν να απολυθούν από το υπουργείο, το οποίο περιλαμβάνει την Υπηρεσία Εθνικών Πάρκων και το Γραφείο Διαχείρισης Γης. Αλλά ο προτεινόμενος προϋπολογισμός του Τραμπ για το επόμενο οικονομικό έτος προβλέπει μείωση 30% στον προϋπολογισμό του οργανισμού. Συνολικά, η κυβέρνηση αναμένεται ήδη να απασχολήσει 300.000 λιγότερους εργαζομένους έως τον Δεκέμβριο από ό,τι τον Ιανουάριο.

Φοβούμενη εκτεταμένες μειώσεις, μια ομάδα συνδικάτων που εκπροσωπούν τους ομοσπονδιακούς εργαζομένους μήνυσε προληπτικά την κυβέρνηση Τραμπ αυτή την εβδομάδα, ισχυριζόμενη ότι δεν είχε τη νόμιμη εξουσία να προβεί σε μαζικές απολύσεις υπό την κάλυψη ενός lockdown. Η υπόθεση εξετάζεται από ομοσπονδιακό δικαστήριο στην Καλιφόρνια.

(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr