Η ανάληψη της ευθύνης του έργου από τον ΑΔΜΗΕ τον Οκτώβριο 2023, μετά την αιφνιδιαστική αποχώρηση της EuroAsia λόγω αδυναμίας χρηματοδότησης, έγινε με την έγκριση και πλήρη υποστήριξη των κυβερνήσεων της Ελλάδας και της Κύπρου όσο και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αφού το έργο χρηματοδοτείται σε μεγάλο ποσοστό από την ΕΕ. Κοινή ήταν η αντίληψη ότι ένα έργο τόσο μεγάλης στρατηγικής σημασίας δεν έπρεπε να ματαιωθεί. Απεναντίας έπρεπε να προχωρήσει άμεσα και με ταχείς ρυθμούς αφού επείγε η ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με το Ευρωπαϊκό δίκτυο, μέσω Ελλάδος, ώστε να αρθεί επιτέλους η ενεργειακή απομόνωση της μεγαλονήσου. Επιπλέον, υπήρχε - και υπάρχει- η προοπτική επέκτασης του έργου προς ανατολάς με την προβλεπόμενη διασύνδεση με το Ισραήλ.
Με το που ανέλαβε το έργο ο ΑΔΜΗΕ προχώρησε στην κατασκευαστική φάση με την ανάθεση υπεργολαβιών στην Γαλλική Nexans (προμήθεια ηλεκτρικού καλωδίου) και στην Γερμανική Siemens (κατασκευή σταθμών ανόρθωσης) και τον Διαχειριστή να έχει εκταμιεύσει μέχρι στιγμής περί τα €350 εκατ. Έχει σημασία να υπογραμμίσουμε ότι ο ΑΔΜΗΕ, ανέλαβε την ευθύνη και το ρίσκο και προχώρησε τάχιστα στην υλοποίηση του έργου, παρά τις ρυθμιστικές εκκρεμότητες που υπήρχαν (δεν είχε ακόμα επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των Ρυθμιστών Ελλάδας-Κύπρου για τον διαμοιρασμό του κόστους) έχοντας βαθιά επίγνωση της εθνικής σημασίας του όλου project.
Στην πορεία υλοποίησης του έργου προέκυψαν οι αβάσιμες «αντιρρήσεις» του Κύπριου Ρυθμιστή (ΡΑΕΚ), υποχρεώνοντας τον ΑΔΜΗΕ να εκπονήσει νέα μελέτη κόστους-οφέλους, οι έντονες αντιδράσεις της Τουρκίας, η οποία επιμένει ότι οι θάλασσες που διασχίζει το καλώδιο ανήκουν στην δικαιοδοσία της και, άρα, πρέπει αυτή να αδειοδοτήσει την διαδρομή του καλωδίου, και, τέλος, οι ανυπόστατοι ισχυρισμοί της Κυπριακής κυβέρνησης ότι το έργο δεν είναι οικονομικά βιώσιμο. Αίφνης η κυβέρνηση του Νικ. Χριστοδουλίδη ανακάλυψε (δύο χρόνια μετά την ανάληψη του έργου από τον ΑΔΜΗΕ) ότι το έργο δεν είναι οικονομικά συμφέρον, αμφισβητώντας την κρίση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (που δεν είθισται να χρηματοδοτεί μη οικονομικά βιώσιμα έργα) αλλά και του ΑΔΜΗΕ που έχει τεράστια εμπειρία σε παρόμοια έργα (βλέπε διασύνδεση Κρήτης) και, επιπλέον, διακινδυνεύει τα κεφάλαια του και την αξιοπιστία του. Και σαν να μην έφθαναν αυτά, η Κυπριακή κυβέρνηση ξαφνικά ανακάλυψε και οικονομικές ατασθαλίες στην διαχείριση του έργου προκαλώντας, μάλιστα, δικαστική έρευνα σε επίπεδο ΕΕ. Και όλα αυτά χωρίς η Κυπριακή κυβέρνηση να έχει καταβάλει ούτε ένα ευρώ για την κατασκευή ενός έργου, παρά το γεγονός ότι η Κύπρος θα είναι η άμεσα ωφελούμενη από την ηλεκτρική διασύνδεση.
Είναι πλέον ηλίου φαεινότερο ότι όλες οι αντιρρήσεις και λόγοι που επικαλείται η Κυπριακή πλευρά είναι τελείως προσχηματικοί και υποκρύπτουν συγκεκριμένα συμφέροντα που κατά την άποψη τους θίγονται από την λειτουργία της ηλεκτρικής διασύνδεσης (εδώ). Επιπλέον, η κυβέρνηση του Νικ. Χριστοδουλίδη δεν επιθυμεί περαιτέρω τριβές με την Τουρκία, την στιγμή που προσπαθεί να αποκαταστήσει ένα ελάχιστο επίπεδο συνεννόησης και συνεργασίας με την Άγκυρα.
Από την άλλη πλευρά, η ελλαδική κυβέρνηση είναι άμεσα εκτεθειμένη τόσο στο εσωτερικό μέτωπο, καθότι μέχρι στιγμής έχει δείξει ανεπίτρεπτη υποχωρητικότητα στην διεξαγωγή των ερευνών, όσο και σε επίπεδο ΕΕ, έχοντας ζητήσει την παρέμβαση της Κομισιόν προς την Τουρκία προκειμένου η τελευταία να άρει τις αντιρρήσεις της και να σταματήσει να παρακωλύει τις υδατογραφίες έρευνες σήμερα, και αύριο την ίδια την πόντιση του καλωδίου.
Έτσι, η κατάσταση, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, θυμίζει περισσότερο τον Γόρδιο Δεσμό παρά ένα έργο που εξελίσσεται ικανοποιητικά με στόχο την ολοκλήρωση του.
Και ως γνωστόν, οι Γόρδιοι Δεσμοί λύνονται μόνον με αποφασιστικές και ρηξικέλευθες κινήσεις. Δύο τέτοιες κινήσεις διαφαίνονται στον ορίζοντα. Και οι δύο εμπεριέχουν σημαντικό πολιτικό και οικονομικό ρίσκο για την Ελλάδα αλλά υπόσχονται σημαντικά αντίστοιχα και πολύ απτά οφέλη επί του πεδίου.
Η πρώτη λύση είναι η Ελλάδα να αγνοήσει παντελώς τις διάφορες εκ του πονηρού αντιρρήσεις της Κυπριακής πλευράς και, έχοντας εξασφαλισμένη την υποστήριξη των Βρυξελλών, να ανασυντάξει τις δυνάμεις της και να προχωρήσει κανονικά στην υλοποίηση του έργου. Αργά ή γρήγορα η Λευκωσία θα αναγνωρίσει το λάθος της και θα θελήσει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Αθήνα.
Η δεύτερη λύση, που είναι και η πλέον επαναστατική, και αφού η Ελληνική κυβέρνηση συμφωνήσει πρώτα τα απαιτούμενα με την Κομισιόν, προβλέπει την Ελλάδα να επιχειρεί την απευθείας ηλεκτρική διασύνδεση με το Ισραήλ. Έτσι, η επένδυση του ΑΔΜΗΕ δεν θα πάει χαμένη ενώ και η ΕΕ βγαίνει μπροστά με ένα έργο τεράστιας γεωπολιτικής σημασίας, κερδίζοντας ταυτόχρονα την υποστήριξη της κυβέρνησης Τραμπ. Εάν η Κύπρος θελήσει αργότερα να διασυνδεθεί ηλεκτρικά μπορεί να το ζητήσει ευγενικά από το Ισραήλ και στη χειρότερη περίπτωση από την Τουρκία. Άλλο που δεν θέλει η Άγκυρα…