Η διαδικασία επιστροφής των βαρελιών στην αγορά είχε ξεκινήσει την 1η Απριλίου 2025, σε συνέχεια απόφασης του ΟPEC+8 τον Δεκέμβριο του 2024, όταν τα μέλη του διεθνούς καρτέλ συμφώνησαν να παρατείνουν τις περικοπές έως το τέλος Μαρτίου και να υιοθετήσουν ένα πιο ευέλικτο χρονοδιάγραμμα επαναφοράς στις αρχικές ποσοστώσεις. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε στις 3 Μαρτίου 2025, με τον οργανισμό να επαναλαμβάνει τη δέσμευσή του για σταδιακή και ελεγχόμενη κατάργηση των μειώσεων.
Από την ανακοίνωση του Μαρτίου, η στρατηγική του ΟPEC+8 έχει βρεθεί στο στόχαστρο των αναλυτών. Οι ερμηνείες ποικίλλουν: από μια ενδεχόμενη μετατόπιση από τη διαχείριση τιμών προς τη διατήρηση ή αύξηση μεριδίου αγοράς, μέχρι την άσκηση πίεσης σε μέλη που δεν τηρούσαν τις συμφωνημένες περικοπές. Άλλοι αναλυτές βλέπουν πίσω από την κίνηση, την επιρροή των Αμερικανών παραγωγών σχιστολιθικού πετρελαίου, αλλά και την επιθυμία ικανοποίησης της Ουάσιγκτον, καθώς ο Πρόεδρος Τραμπ έχει διακηρύξει κατ’ επανάληψη την ανάγκη για χαμηλές τιμές ενέργειας ως βασική προτεραιότητα της ενεργειακής πολιτικής των ΗΠΑ.
Ωστόσο, όπως συχνά συμβαίνει με τις αποφάσεις του διεθνούς καρτέλ και αυτή μπορεί να ερμηνευθεί μέσα από τα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς και τις εσωτερικές ισορροπίες του οργανισμού. Παρά το αφήγημα περί υπερπροσφοράς, το 2024, η παγκόσμια αγορά κατάφερε να απορροφήσει τα επιπλέον βαρέλια χωρίς σημαντική αύξηση στα αποθέματα αργού και προϊόντων.
Σε κάθε περίπτωση απομένει να φανεί, κατά το επόμενο χρονικό διάστημα το αν η επιλογή επιστροφής στην “κανονικότητα”, θα ενισχύσει τη σταθερότητα στην αγορά, ή θα ανοίξει νέους κύκλους αστάθειας.
Καθώς ορισμένα μέλη του ΟPEC+8 συνεχίζουν να υπερβαίνουν σταθερά τις προβλεπόμενες ποσοστώσεις παραγωγής, η στρατηγική παράτασης των εθελοντικών περικοπών έχει καταστεί ολοένα και λιγότερο βιώσιμο εργαλείο πολιτικής. Το πρόβλημα εντείνεται από χώρες, όπως το Καζακστάν, που όχι μόνο δεν συμμορφώνονται με τα συμφωνηθέντα επίπεδα παραγωγής, αλλά δεν δείχνουν και πρόθεση να αντισταθμίσουν τις υπερβάσεις τους.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η εμμονή στην εφαρμογή της πολιτικής των περικοπών, την ώρα που η συνολική συμμόρφωση παρουσιάζει διακυμάνσεις και τα θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς παραμένουν πιο εύρωστα από το αναμενόμενο, θα μπορούσε να υπονομεύσει την εσωτερική συνοχή του οργανισμού.
Προκαταρκτικά στοιχεία δείχνουν ότι τα αποθέματα των χωρών του ΟΟΣΑ αυξήθηκαν ήπια στο πρώτο εξάμηνο του 2025, παραμένοντας όμως αρκετά κάτω από τον πενταετή μέσο όρο — περίπου 100 εκατ. βαρέλια, έναντι 74 εκατ. κάτω από τον μέσο όρο στο τέλος του 2024.
Επιπλέον, αναθεωρημένα στοιχεία για το 2024 δείχνουν ότι η στρατηγική του ΟPEC+ συνέβαλε ουσιαστικά στη διατήρηση του ελλείμματος προσφοράς, καθώς τα αποθέματα παρέμειναν στο χαμηλότερο εύρος του πενταετούς διαστήματος, παρά τις υποβαθμισμένες προβλέψεις για τη ζήτηση.