Τον Απρίλιο του 2025 ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ξεκίνησε μια προσέγγιση με τον αυταρχικό ηγέτη της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επαινώντας τον, παρά την εχθρότητά του προς συμμάχους των ΗΠΑ. Δίπλα στον Ισραηλινό πρωθυπουργό, ο Τραμπ εξήρε τον Ερντογάν ως «πολύ έξυπνο», μιλώντας πανηγυρικά για την «πολύ καλή σχέση» τους και προτρέποντας το Ισραήλ απλώς να «είναι λογικό». Στις 13 Μαΐου 2025 ο Ερντογάν ζήτησε την επιστροφή

της Τουρκίας στο πρόγραμμα F-35, παρά την αγορά των ρωσικών συστημάτων S-400. Ισραήλ και Ελλάδα εξέφρασαν άμεσα ανησυχίες. Ο κατευνασμός του Τραμπ ενθαρρύνει τον Ερντογάν, υπονομεύοντας τους συμμάχους του ΝΑΤΟ.

Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Ερντογάν προσευχόταν για την εξόντωση του «σιωνιστικού Ισραήλ». Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ τον συνεχάρη για την «κατάληψη της Συρίας».

Στις 22 Μαΐου η Ελλάδα απαίτησε από την Τουρκία να άρει την απειλή casus belli πριν λάβει ευρωπαϊκά αμυντικά κονδύλια. Οι υπουργοί Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ κάλεσαν την Ουάσιγκτον να αναβιώσει το σχήμα «3+1».

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ο Νέβιλ Τσάμπερλεν, ούτε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι ο Αδόλφος Χίτλερ. Ακόμη και καλοπροαίρετοι ηγέτες μπορεί να επαναλάβουν ιστορικά λάθη – πιστεύοντας πως η επιθετικότητα μπορεί να τιθασευθεί. Η Ρωσία στην Ουκρανία και η αδιαλλαξία του Ιράν αποδεικνύουν πως η διστακτικότητα οδηγεί στη σύγκρουση. Ο σταδιακός επεκτατισμός του Ερντογάν δεν διαφέρει. Το ιστορικό δίδαγμα παραμένει σαφές: ο κατευνασμός δεν αποτρέπει την επιθετικότητα – την επιταχύνει. Οι πράξεις του Ερντογάν στα κατεχόμενα σαν να υπάγονταν στην επικράτειά του τονίζουν την ανάγκη αντιμετώπισης αυτής της νεοοθωμανικής πραγματικότητας.

Το καθεστώς Ερντογάν φυλακίζει αντιπάλους, απειλεί Ελλάδα και Κύπρο, στηρίζει εξτρεμιστές και υπονομεύει το ΝΑΤΟ. Η αγορά των S-400 και η αμφιλεγόμενη χρήση του συστήματος Link-16 του ΝΑΤΟ διαβρώνουν την ασφάλεια της Συμμαχίας.

Η πρόσφατη χρήση του βέτο από την Τουρκία στο ΝΑΤΟ –αποκλείοντας ασκήσεις με το Ισραήλ– αποδυναμώνει τη Συμμαχία. Η προσέγγιση του Τραμπ με τον Ερντογάν ενθαρρύνει τον επιθετικό αναθεωρητισμό του. Δεν πρόκειται για σκληροπυρηνικό ρεαλισμό. Είναι κατευνασμός, ξεκάθαρος, που θυμίζει, όχι τις κυνικές συμφωνίες Μολότοφ – Ρίμπεντροπ αλλά τις τραγικές αυταπάτες του Μονάχου το 1938.

Ο Ερντογάν ερμηνεύει την ανοχή του Τραμπ ως άδεια για περαιτέρω τυχοδιωκτισμό. Οι απειλές συναντούν κολακείες, όχι αντίσταση. Από τη Συρία μέχρι το Αιγαίο ο Ερντογάν αποκομίζει στρατηγικά οφέλη, ενώ η Αμερική αποστρέφει το βλέμμα. Η δημόσια υποταγή του Τραμπ στέλνει επικίνδυνο μήνυμα, όχι μόνο στην Αγκυρα αλλά σε κάθε αναθεωρητική δύναμη που παρακολουθεί στενά: η δυτική συμμαχία είναι εύθραυστη και η ηγεσία της ευάλωτη. Το τίμημα αυτής της τύφλωσης θα το πληρώσουν η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ και άλλοι που βρίσκονται άμεσα στο μονοπάτι του Ερντογάν.

Όσα συνέβησαν στις 3 Μαΐου 2025 δεν ήταν συμβολικά – ήταν προετοιμασία για αντιπαράθεση. Η επίσκεψη συνέπεσε με την αμυντική έκθεση Teknofest της Τουρκίας –την κορυφαία παρουσίαση drones και πυραυλικής τεχνολογίας– που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στα κατεχόμενα, αναδεικνύοντας τις στρατιωτικές φιλοδοξίες της Aγκυρας. Ενώ ο Ερντογάν χαρακτήρισε το συγκρότημα σύμβολο «κοινού πεπρωμένου», Τουρκοκύπριοι το κατήγγειλαν ως επιβολή.

Ο σταδιακός επεκτατισμός του Ερντογάν, που θυμίζει τις τακτικές της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα, επιδιώκει να αλλάξει τα δεδομένα στο πεδίο, χωρίς να προκαλέσει άμεση αντίδραση.

Στις 2 Μαΐου 2025, χιλιάδες Τουρκοκύπριοι διαδήλωσαν στη Λευκωσία κατά της αυξανόμενης τουρκικής παρέμβασης στο εκπαιδευτικό τους σύστημα, σηματοδοτώντας ένα σημαντικό ρήγμα ανάμεσα στην Άγκυρα και την κοινότητα που υποτίθεται ότι προστατεύει.

Το στρατηγικό κενό που δημιουργεί η προσέγγιση Τραμπ με τον Ερντογάν τροφοδοτεί την άνοδο ενός σουνιτικού άξονα με τουρκική στήριξη, αποσταθεροποιώντας τη Συρία και απειλώντας τους περιφερειακούς συμμάχους. Οι σταδιακές κινήσεις του Ερντογάν –από ασκήσεις έως θαλάσσιες προκλήσεις– είναι υπολογισμένες να διαβρώνουν την ασφάλεια χωρίς να προκαλούν δυτική αντίδραση. Το ΝΑΤΟ πρέπει επειγόντως να θεσπίσει το «ομοφωνία μείον έναν» για να σταματήσει την καταστρατήγηση της Συμμαχίας.

Το στρατηγικό τοπίο έχει αλλάξει. Ο σταδιακός επεκτατισμός του Ερντογάν, που θυμίζει τις τακτικές της Κίνας στη Νότια Σινική Θάλασσα, επιδιώκει να αλλάξει τα δεδομένα στο πεδίο χωρίς να προκαλέσει άμεση αντίδραση. Μια εξέδρα γεώτρησης εδώ, ένα ερευνητικό πλοίο εκεί, μια πρόκληση σε αμφισβητούμενα ύδατα – κάθε κίνηση μελετημένη, ώστε να μην προκαλεί πόλεμο, αλλά να αλλάζει σταδιακά τον στρατηγικό χάρτη.

Φανταστείτε το 2026: τουρκικά στρατεύματα στην Αμμόχωστο, Σύροι πολιτοφύλακες στα σύνορα του Ισραήλ, καθημερινές απειλές στα ελληνικά νησιά. Χωρίς αντίδραση από το ΝΑΤΟ, αυτός ο εφιάλτης γίνεται μη αναστρέψιμος.

Η επείγουσα ανάγκη για χάραξη καθαρών στρατηγικών γραμμών στην Ανατολική Μεσόγειο επισημάνθηκε στη συνάντηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου και του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ιερουσαλήμ στις 30 Μαρτίου 2025. Ο Νετανιάχου περιέγραψε τη σχέση Ισραήλ – Ελλάδας ως «δύο γαλάζιες – λευκές σημαίες», υπογραμμίζοντας τις κοινές δημοκρατικές αξίες και στρατηγικά συμφέροντα.

Ο διάλογος Ελλάδας – Τουρκίας είναι αναποτελεσματικός· τουρκικά μαχητικά παραβίασαν τον ελληνικό εναέριο χώρο κατά τη διάρκεια συνομιλιών. Αθήνα, Λευκωσία και Ιερουσαλήμ πρέπει να ξεπεράσουν τη ρηχή διπλωματία, ορίζοντας ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές κατά του Ερντογάν.

Αυτή η στροφή πρέπει να θεσμοθετηθεί. Ελλείψει καθοριστικής ηγεσίας από τις ΗΠΑ, οι περιφερειακές δυνάμεις πρέπει να καλύψουν το κενό. Η Ανατολική Μεσόγειος δεν μπορεί πλέον να βασίζεται σε ξεπερασμένα διπλωματικά τελετουργικά ή σε κενές εγγυήσεις του ΝΑΤΟ. Η στρατηγική αυτονομία –βασισμένη σε ισχύ– είναι απαραίτητη.

Χωρίς σαφή ηγεσία από τις ΗΠΑ, οι περιφερειακές δυνάμεις πρέπει να θεσμοθετήσουν μια Ανατολικομεσογειακή Συμμαχία (EMSA), με υποστήριξη από Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία, Αίγυπτο και ΗΑΕ. Η EMSA πρέπει άμεσα να συγκροτήσει κοινές ναυτικές περιπολίες και ολοκληρωμένα συστήματα αεράμυνας για να αντιμετωπίσει τις τουρκικές προκλήσεις.

Η Ιστορία αποδεικνύει το βαρύ τίμημα του κατευνασμού. Αθήνα, Λευκωσία και Ιερουσαλήμ πρέπει να δράσουν τώρα – το 2025 δεν προσφέρει δεύτερες ευκαιρίες. Η αποτυχία να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά ο Ερντογάν ενθαρρύνει τον αυταρχισμό παντού.

 

*Ο κ. Σάι Γκαλ είναι στρατηγικός αναλυτής. Εχει εργαστεί ως σύμβουλος Ισραηλινών αξιωματούχων.

Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 

Ακολουθήστε το energia.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του energia.gr