Σημειώνουμε ακόμη ότι την ίδια ημέρα, το 2024, η χονδρική τιμή στον ηλεκτρισμό στη χώρα μας βρισκόταν στα 113, 34 ευρώ/MWh.
Για να φθάσουμε σε αυτή την εξέλιξη, χρειάστηκε η μεγιστοποίηση της χρήσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, χάρη στην άφθονη ηλιοφάνεια και τους ισχυρούς ανέμους που πνέουν τα τελευταία 24ωρα στις περισσότερες περιοχές της χώρας.
Το μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή ανέρχεται σήμερα στο 59,14%, με όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες καυσίμων, συν τις εισαγωγές, να κινούνται κάτω από το 4% (ο λιγνίτης συμμετέχει σε ποσοστό 3,43%).

Ακόμη, οι ωριαίες τιμές της αγοράς κινούνται σε επίπεδα μεταξύ 0,04 ευρώ μέχρι 2,4 ευρώ/ MWh από τις 11:00 το πρωί έως και τις 17:00 το απόγευμα, με τις κορυφώσεις τους να καταγράφονται στις 07:00 (84,99 ευρώ/MWh) και στις 23:00 (85 ευρώ/MWh).
Αξίζει να τονίσουμε, τέλος, ότι στη μία τα ξημερώματα, το μερίδιο του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή ανερχόταν σε 75% και στις 06:00 το πρωί σε μόλις 33%.
Αυτή η πληροφορία συνδυάζεται και με την περαιτέρω διολίσθηση των τιμών αναφοράς του φυσικού αερίου, στον ολλανδικό κόμβο TTF, με τα futures για παραδόσεις επόμενου μήνα να υποχωρούν ενδοσυνεδριακά, κατά -3,92%, στα 35,399 ευρώ/MWh.
Οι αγορές ηλεκτρισμού τον Απρίλιο
Η Ευρώπη επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την πτώση των τιμών του φυσικού αερίου. Τον περασμένο μήνα, οι μέσες μηνιαίες τιμές χονδρικής πώλησης την επόμενη ημέρα στην Ευρώπη μειώθηκαν σημαντικά στις περισσότερες αγορές.
Αυτή η μείωση οφείλεται στην πτώση της ζήτησης, στην αυξημένη παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στις χαμηλότερες τιμές φυσικού αερίου και στις εκπομπές CO2. Κατά το πρώτο μισό του μήνα, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στις περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές παρέμειναν κάτω από τα 75 ευρώ/MWh, κάτι που διευκολύνθηκε από τους ρεκόρ όγκους παραγωγής ηλιακής ενέργειας.
Στο τέλος του μήνα, ορισμένες αγορές κατέγραψαν αρνητικές ωριαίες τιμές και τις χαμηλότερες ημερήσιες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας από τα μέσα του 2024.
Στην ΝΑ Ευρώπη, οι μηνιαίες τιμές στον ηλεκτρισμό κινήθηκαν χαμηλότερα από τα 100 ευρώ/MWh, με την Ιταλία να καταγράφει την υψηλότερη τιμή (99,85 ευρώ/MWh), την Ελλάδα να ακολουθεί στα 89,05 ευρώ/MWh, όταν Τουρκία και Κροατία ήταν οι φθηνότερες αγορές στην περιοχή με τιμές 57,65 ευρώ/MWh και 84,78 ευρώ/MWh αντίστοιχα.
Ακόμη, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε στις περισσότερες χώρες της ΝΑ Ευρώπης, με εξαίρεση την Βουλγαρία. Η Ιταλία κατέγραψε τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση ζήτησης κατά -50,72%, και ακολούθησε η Ουγγαρία με -17,88%, όταν στην Βουλγαρία καταγράφηκε αύξηση +1,84%.
Τον Απρίλιο του 2025, οι τιμές spot ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα υποχώρησαν σε μηνιαίο μέσο όρο 89,05 €/MWh, μειωμένες κατά -15,92% σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2025, ενώ ήταν 48,15% υψηλότερες σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2024. Η μηνιαία μείωση των τιμών spot ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να αποδοθεί κυρίως στις χαμηλότερες τιμές φυσικού αερίου. Επιπλέον, οι ημερήσιες μέσες τιμές spot ηλεκτρικής ενέργειας παρουσίασαν μεγάλες διακυμάνσεις τον Απρίλιο, διαμορφούμενες κάτω από τα 100 €/MWh για δεκαεννέα ημέρες του μήνα.
Στην Ελλάδα, η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε τον Απρίλιο, σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα, Μάρτιο κατά -7,40%, ενώ ήταν, επίσης χαμηλότερη κατά -4,83% από τον Απρίλιο του 2024.
Εξάλλου, στο μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας τον Απρίλιο κυριάρχησαν οι ΑΠΕ με 52,04% και ακολούθησαν το φυσικό αέριο με 28,87%, οι καθαρές εισαγωγές με 11,05%, ο λιγνίτης με 4,98% λιγνίτη, τα μεγάλα υδροηλεκτρικά με 2,51% και τέλος, το πετρέλαιο (κυρίως στα ΜΔΝ) με 2,29%.
Επίσης, η παραγωγή από ΑΠΕ τον προηγούμενο μήνα, Απρίλιο σημείωσε άνοδο σε σύγκριση με τον Μάρτιο του 2025, καταγράφοντας μέση παραγωγή ύψους 67 GWh την ημέρα, κυρίως λόγω της αυξημένης ηλιακής παραγωγής.
Αντίθετα, η υδροηλεκτρική παραγωγή μειώθηκε τον Απρίλιο κατά -29,97%, και ανήλθε σε μόλις 92,3 GWh, λόγω των ξηρών καιρικών συνθηκών σε μεγάλο τμήμα της χώρας. Επίσης, μειωμένη ήταν και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη (-81,73%), ενώ η ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο μειώθηκε κατά -59,66%.
Τέλος, η Ελλάδα «γύρισε» εξαγωγικά ύστερα από έξι μήνες εισαγωγών , καταγράφοντας καθαρές εισαγωγές της τάξης των 429,85 GWh.