τις θέσεις της Ελληνικής πολιτείας ως προς τις θαλάσσιες περιοχές που θεωρεί ότι μπορεί να ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα για δραστηριότητες κάθε είδους όπως τις ορίζει η σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία (2014/89/EE )
Γενικά παρατηρείται μια διαχρονική αλλεργία της Ελληνικής διοίκησης στην δημοσιοποίηση μέσω χαρτών των θέσεων μας σε ό,τι αφορά τις περιοχές που θεωρούμε ότι μας ανήκουν και όπου μπορούμε να ασκούμε κυριαρχικά δικαιώματα. Σε κραυγαλέα αντίθεση με την Τουρκία η οποία με την παραμικρή ευκαιρία σπεύδει στην ανάρτηση χαρτών που δείχνουν τις περιοχές που επιθυμεί να ελέγχει. Με αποκορύφωμα αυτόν της Γαλάζιας Πατρίδας (Mavi Vatan) που διαρκώς επεκτείνεται χρόνο με χρόνο έτσι που σήμερα να έχει απλωθεί κυριολεκτικά στο μισό Αιγαίο, και καλύπτει όλη τη περιοχή ανατολικά του 25 μεσημβρινού.
Έχει ενδιαφέρον ότι για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 2014 η Ελλάδα τον δημοσίευσε χάρτη που έδειχνε ξεκάθαρα τα όρια της ΑΟΖ (χωρίς όμως να την ονομάζει) στην Δυτική Ελλάδα και νότια της Κρήτης, μέχρι το πλέον ανατολικό άκρο, στο πλαίσιο ανακήρυξης του 2ου Διεθνούς Γύρου Παραχωρήσεων βάσει των προβλέψεων του νόμου Ι. Μανιάτη (Ν 2001/2011) Ο δεύτερος χάρτης ήτο αυτός που προέκυψε μετά την τμηματική (και προβληματική) οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Αιγύπτου και Ελλάδος τον Ιούλιο του 2020, εν μέρει σε απάντηση του περίφημου Τούρκο-Λιβυκού μνημονίου. Με το οποίο η Άγκυρα, κατά παράβαση κάθε έννοιας δικαίου, εθιμικού και αυτού του Νέου Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας ( UNCLOS), χάραξε τελείως αυθαίρετα ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης και δημοσίευσε προς τούτο σχετικό χάρτη (και στην συνέχεια τον κατέθεσε στην ειδική γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών) μέσω του οποίου καταπατάται μεγάλο τμήμα του Ελληνικού θαλασσίου χώρου ανατολικά και νότια της Κρήτης.
Όμως εκτός από τον ανωτέρω χάρτη της έωλης Τούρκο-Λιβυκής ΑΟΖ η Άγκυρα έχει κατά καιρούς δημοσιεύσει πληθώρα χαρτών με στόχο την διχοτόμηση του Αιγαίου και την κυριαρχία επί των νήσων. Απώτερος στόχος της Τουρκίας είναι η απόλυτη συγκυριαρχία στο Αιγαίο έτσι που η Ελλάδα όταν επιχειρεί οιαδήποτε δραστηριότητα (λχ ερευνητικές γεωτρήσεις, πόντιση καλωδίων και αγωγών, θαλάσσια αιολικά πάρκα) να πρέπει να ζητά την έγκριση της Άγκυρας ακόμα και για δραστηριότητες εντός της δικής της ΑΟΖ. Κάτι που ασφαλώς είναι παράνομο γιατί τόσο η πόντιση καλωδίου ή αγωγού και η προκαταρκτική έρευνα συνιστούν ελευθερία της ανοικτής θαλάσσης (βλ. άρθρο 79 της Σύμβασης Δικαίου Θάλασσας, UNCLOS) που δεσμεύει βέβαια το εθιμικό δίκαιο.
Όμως η Τουρκία βασιζόμενη στην ανωτέρω ανακήρυξη ΑΟΖ με την Λιβύη και ισχυριζόμενη την νομιμότητα της, επιχειρεί σήμερα τον ασφυκτικό ναυτικό έλεγχο του Αιγαίου και της θαλάσσιας περιοχής πέριξ της Κρήτης, όπως είδαμε ξεκάθαρα με την παρέμβαση του Τουρκικού ναυτικού στην Κάσο (Αύγουστος 2024) και βόριο- ανατολικά της Κρήτης (Φεβρουάριος 2025) με την παρενόχληση από Τουρκικά πολεμικά των βυθομετρικών ερευνών για την πόντιση του ηλεκτρικού καλωδίου μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Με αποτέλεσμα την απόσυρση των ερευνητικών σκαφών από την περιοχή, που είχαν ναυλωθεί από τον ΑΔΜΗΕ στο πλαίσιο υλοποίησης του έργου του Great Sea Interconnector (GIS), που προβλέπει την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδος-Κύπρου.
Με το έργο αυτή την στιγμή να είναι κυριολεκτικά στον αέρα και την κυβέρνηση να μην δείχνει ανάλογη αποφασιστικότητα όπως με την ανακοίνωση του ΘΧΣ. Είναι απόλυτα σαφές ότι χωρίς συνοδεία σκαφών του Πολεμικού Ναυτικού και αεροπορική κάλυψη δύσκολα θα προχωρήσουν οι εργασίες για την πόντιση του καλωδίου, ενώ η εγκατάλειψη του θα σήμαινε στρατηγική ήττα της Ελλάδας μέσα στα δικά της χωρικά ύδατα και εν δυνάμει ΑΟΖ. Θα έδινε δε το πάτημα στην Άγκυρα να ελέγχει απόλυτα κάθε θαλάσσιο έργο που θα επιχειρούσε η Ελλάδα, όπως λχ η ηλεκτρική διασύνδεση των νήσων της Δωδεκανήσου και του Βόρειου και Ανατολικού Αιγαίου ή την κατασκευή αιολικών πάρκων πέρα των χωρικών υδάτων.
Πέρα από τις κατά καιρό ρηματικές ανακοινώσεις από την Ελληνική πλευρά δεν είχε υπάρξει μέχρι τις 16 Απριλίου απάντηση με την δημοσίευση αντίστοιχων χαρτών. Για αυτό η πρόσφατη ανακοίνωση από την Αθήνα του ΘΧΣ με την ανάρτηση λεπτομερούς χάρτη έχει τεράστια σημασία γιατί απαντά καθολικά και ξεκάθαρα στις Τουρκικές διεκδικήσεις, και μάλιστα το πράττει όχι μονομερώς αλλά στο πλαίσιο του ευρύτερου Ευρωπαϊκού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού. Το επόμενο λογικό βήμα για την Αθήνα θα είναι κανονικά η ανακήρυξη ΑΟΖ ακολουθώντας τις συντεταγμένες του ΘΧΣ.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Καθηγητή Θόδωρου Καρυώτη, που θεωρείται από τους πρωτεργάτες της ΑΟΖ, ο οποίος μεταξύ άλλων παρατηρεί, «Ελληνική κυβέρνηση πάσχοντας από φοβικό σύνδρομο, αντί να αναφέρει ότι αυτός ο χάρτης δείχνει την ΑΟΖ της πατρίδας μας, αναφέρει ότι ο χάρτης δείχνει την ελληνική υφαλοκρηπίδα. Τα άλλα παράκτια κράτη της ΕΕ, περιλαμβανομένης και της Κύπρου, αναφέρουν ότι αυτοί οι χάρτες δείχνουν την ΑΟΖ των κρατών μελών της ΕΕ. Χωρίς αμφιβολία ο Χάρτης αυτός (του ΘΧΣ) αποτελεί μεγάλη ήττα της Τουρκίας. Τα ελληνικά ύδατα είναι και ευρωπαϊκά. Άρα, λοιπόν θα πρέπει να γίνει αντίστοιχη κατάθεση στον ΟΗΕ. Τέλος, η Ελλάδα να σταματήσει να αναφέρεται σε υφαλοκρηπίδα και έφτασε η ώρα οριοθέτησης ΑΟΖ ανάμεσα σε Ελλάδα και Κύπρο, κάτι που η απόφαση της Ευρώπης βοηθάει υπερβολικά μια και οι Θαλάσσιοι Χωροταξικοί Σχεδιασμοί των δύο κρατών εφάπτονται»

Με άλλα λόγια σήμερα μέσω του ΘΧΣ επιχειρείται κατοχύρωση του Ελληνικού θαλάσσιου χώρου με απόλυτη Ευρωπαϊκή κάλυψη αφού η κατάθεση των συντεταγμένων των ορίων των θαλάσσιων περιοχών στην αρμόδια υπηρεσία της Κομισιόν αποτελεί θεσμική υποχρέωση της χώρας μας η οποία ως γνωστό καθυστέρησε σημαντικά με αποτέλεσμα την παραπομπή μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Με την ανακοίνωση και ανάρτηση χάρτη για τον ΘΧΣ το θέμα του καθορισμού της ΑΟΖ στο Αιγαίο και ευρύτερα στην περιοχή τίθεται πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο και οποιαδήποτε αντίδραση της Τουρκίας και προσπάθεια προσβολής των Ελληνικών θέσεων αναπόφευκτα εμπλέκει και την ΕΕ. Μάλιστα τα εξωτερικά όρια των θαλάσσιων περιοχών που ορίζει ο χάρτης του ΘΧΣ συμπίπτουν απόλυτα με αυτά της Ελληνικής ΑΟΖ, όπως αυτά ορίζονται στον διεθνώς αναγνωρισμένο Ευρωπαϊκό χάρτη της Σεβίλλης, τον οποίο μέχρι πρόσφατα το ΥΠΕΞ χαρακτήριζε ως ανεπίσημο, έγγραφο.
Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι η στρατηγική κίνηση της Αθήνας με την ανακοίνωση του ΘΧΣ έγινε σε χρόνο που η ίδια επέλεξε ως πλέον κατάλληλο με γνώμονα τις μικρότερες δυνατές αντιδράσεις από την Άγκυρα. Καθότι η Τουρκία αυτή την περίοδο ευρίσκεται σε συζητήσεις υψηλού επιπέδου με τις Βρυξέλλες για την συμμετοχή της στο Ευρωπαϊκό αμυντικό πρόγραμμα Rearm και όχι μόνο. Άρα μια σκληρή αντίδραση σε ένα ευρωπαϊκό θέμα, που είναι στην πράξη ο ΘΧΣ, θα υπέσκαπτε την προσέγγιση της προς την ΕΕ διακινδυνεύοντας την μακροπρόθεσμη στρατηγική της σε αυτό τον τομέα, που δεν είναι άλλη από την κατοχύρωση της θέση της ως μεγάλης περιφερειακής δύναμης, με ικανή στρατιωτική ισχύ, στην οποία θα μπορεί να στηριχθεί η αμυντικά αδύναμη Ευρώπη.
Ενεργειακή ανεξαρτησία
Πρόσφατα σε άρθρο μου στην ΕτΚ (βλέπε 22/4) αναφέρθηκα στην ανάγκη για ενεργειακή αυτάρκεια ως απαραίτητη συνθήκη στην επίτευξη στόχων, που τώρα τίθενται από τις Βρυξέλλες, για στρατηγική αυτονομία στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας για απεξάρτηση από το Ατλαντικό αμυντικό άρμα. Όμως η μέχρι σήμερα συζήτηση σε επίπεδο ΕΕ κάθε άλλο παρά δείχνει να κατανοεί την σημασία της ενέργειας ως βασικού πυλώνα της υπό εκκόλαψη πολιτικής για στρατηγική αυτονομία.
Τα όσα λέγονται και γράφονται τελευταία σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι καθόλου υποστηρικτικά προς αυτή την κατεύθυνση, δηλ. της επίτευξης σχετικής ενεργειακής αυτάρκειας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Αντ´ αυτού ο τρέχον προβληματισμός παραμένει εγκλωβισμένος στο οιονεί αφήγημα της «πράσινης μετάβασης» και πως οι ΑΠΕ, και μόνον αυτές, μπορούν να μειώσουν την ενεργειακή μας εξάρτηση, παραβλέποντας σκόπιμα το γεγονός ότι οι ΑΠΕ συμβάλλουν μόνο στον ηλεκτρισμό, που όμως αποτελεί ένα μικρό μέρος του πρωτογενούς ενεργειακού μείγματος. Και εκτός αυτού προϋποθέτουν τον τάχιστο (και πανάκριβο) εξηλεκτρισμό του ενεργειακού συστήματος (δηλ. αποκλειστικά αντλίες θερμότητας για θέρμανση και δροσισμό, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, πλήρης εξηλεκτρισμός νοικοκυριών, επιχειρήσεων και βιομηχανίας κ.λπ.) Μπορεί μακροπρόθεσμα η ανθρωπότητα να επιτύχει τον απόλυτο εξηλεκτρισμό της οικονομίας και τότε οι ΑΠΕ και η πυρηνική ενέργεια να αποτελέσουν πράγματι τις βασικές ενεργειακές πηγές. Όμως τα επόμενα 30-40 χρόνια το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας μας θα προέρχεται από τα ορυκτά καύσιμα που σήμερα καλύπτουν το 82% της παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης.
Στο δύσκολο και απρόβλεπτο πλέον διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να στοχεύσει στην ενεργειακή της αυτάρκεια, καθώς με αυτό τον τρόπο θα μειώσει τη έκθεση της στους κινδύνους που αντιμετωπίζει το διεθνές εμπόριο και που αργά ή γρήγορα θα επηρεάσει την ενεργειακή προμήθεια. Μια χώρα που η ενέργεια που καταναλώνει εξαρτάται κατά 80% από εισαγωγές πετρελαίου και αερίου έχει κάθε λόγο να θέλει να αξιοποιήσει στο έπακρο κάθε πηγή ενέργειας που διαθέτει, ΑΠΕ και ορυκτά καύσιμα. H στόχευση για ενεργειακή αυτάρκεια δεν μπορεί πλέον να αποτελεί θεωρητική άσκηση η ένα μελλοντικό σενάριο, αλλά πρέπει να αποτελέσει εθνικό και πρωτεύοντα στόχο.
Η κυβέρνηση μετά από άστοχες ενέργειας και μονομερείς πολιτικές ετών, δείχνει επιτέλους να έχει καταλάβει την σημασία της εγχώριας παραγωγής αερίου για αυτό και προχώρησε από τις αρχές του έτους τις διαδικασίες αδειοδότησης των νέων μεγάλων τεμαχίων νότια και βορειοδυτικά της Κρήτης δημοσιεύοντας σχετικούς χάρτες για τις περιοχές που διεκδικούν οι Αμερικανικές πετρελαϊκές Chevron και ExxonMobil/ HelleniqUpstream.
Η δε επίσπευση των ερευνών πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την κυβέρνηση η οποία θα πρέπει να προετοιμαστεί διπλωματικά και αμυντικά ώστε να παρέχει κάθε δυνατή προστασία στις ερευνητικές γεωτρήσεις, οι όποιες όπως η πόντιση του καλωδίου Κρήτης-Κύπρου, θα είναι εκθέτες στις κάθε είδους παρενοχλήσεις από τον Τουρκικό στόλο. Με άλλα λόγια χρειάζεται τόλμη και συνεχή αμυντική ετοιμότητα η διασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Δεν υπάρχει μέση οδός.
.