Ως εξαγγελία έχει μείνει η δέσμευση των G20 για παύση των χρηματοδοτήσεων σε έργα που σχετίζονται με τα ορυκτά καύσιμα, δηλαδή το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, και τον άνθρακα. Σύμφωνα με μία πρόσφατη έρευνα περιβαλλοντικών οργανώσεων, τόσο τα κράτη- μέλη των G20, όσο και οι διεθνείς αναπτυξιακές τράπεζες, συνεχίζουν να επενδύουν στα ορυκτά καύσιμα. Υπενθυμίζεται ότι το 2021, οι G20

είχαν δεσμευτεί να σταματήσουν τις επιδοτήσεις σε ορυκτά καύσιμα, ένας στόχος που μοιάζει πολύ μακρινός με βάση τα σημερινά δεδομένα.

Η πρόσφατη έρευνα του Oil Change International και Friends of the Earth καταδεικνύει την απόσταση μεταξύ ρητορικής και πεπραγμένων στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, Πιο συγκεκριμένα, τα κράτη- μέλη των G20 και οι διεθνείς αναπτυξιακές τράπεζες παρείχαν 142 δισ., δολάρια για επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, σε αντιδιαστολή με τα 104 δισ., δολάρια για καθαρή ενέργεια, κατά το διάστημα 2020-2022. Οι μεγαλύτεροι χρηματοδότες αυτών των έργων ήταν ο Καναδάς με 10,9 δισ. δολάρια ετησίως, η Νότια Κορέα με 10 δισ., δολάρια ετησίως, και η Ιαπωνία με 6,9 δισ., δολάρια ετησίως. Παράλληλα, κράτη όπως η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ φαίνονται να υπαναχωρούν από τις προηγούμενες δεσμεύσεις τους για υλοποίηση μέτρων με στόχο την πράσινη μετάβαση. Αξίζει πάντως να αναφερθεί πως ενώ όλα αυτά τα κράτη μείωσαν τις χρηματοδοτήσεις σε άνθρακα, τα έργα για υδρογονάνθρακες συνεχίστηκαν με τους ίδιους, αν όχι αυξανόμενους, ρυθμούς.

Παράλληλα, παρόμοια αναντιστοιχία εντοπίζεται στον τραπεζικό τομέα. Χαρακτηριστικά, η Χρηματοοικονομική Συμμαχία της Γλασκώβης για το Μηδενικό Αποτύπωμα (Glasgow Financial Alliance for Net Zero) που περιλάμβανε εκατοντάδες χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, είχε δεσμευτεί να κινητοποιήσει 130 τρισ., δολάρια σε ρευστότητα για έργα που σχετίζονται με τη μείωση των εκπομπών και την πράσινη μετάβαση. Εντούτοις, οι οργανισμοί που συμμετέχουν στην προαναφερθείσα πρωτοβουλία μειώνουν τη χρηματοδότησή τους προς ρυπογόνους τομείς με τον ίδιο ρυθμό που του κάνουν οι οργανισμοί που δεν έχουν εισέλθει στη Συμμαχία.

Τα ευρήματα αυτά αποτυπώνουν τη δύσκολη πραγματικότητα της περίφημης πράσινης μετάβασης. Η υλοποίηση της ολικής απανθρακοποίησης απαιτεί αφενός, επενδύσεις πολλών τρις σε ετήσια βάση και αφετέρου, αλλαγή νοοτροπίας σε όλα τα επίπεδα όπως τονίζουν οι εκπρόσωποι αυτών των οργανώσεων. Από την άλλη πλευρά, οι πολεμικές συγκρούσεις σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή ανέδειξαν την αναποτελεσματικότητα του υφιστάμενου συστήματος ενεργειακής ασφάλειας, ειδικά στην Ευρώπη. Με την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναγκάζεται να εισάγει μεγάλο μέρος της ενέργειας που καταναλώνει, οι πειραματισμοί ως προς το μείγμα ενέργειας συνιστούν ένα ιδιαίτερα υψηλό ρίσκο.

Παρά τους στόχους και τις δεσμεύσεις των ίδιων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων σχετικά με την απανθρακοποίηση, η σημερινή ανεπάρκεια των ΑΠΕ σημαίνει ότι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικές πηγές ενέργειας για αρκετά χρόνια ακόμα. Ταυτόχρονα, η οποιαδήποτε προσπάθεια πράσινης μετάβασης δεν μπορεί να επιτύχει αν θέσει υπό αμφισβήτηση την πρόσβαση των πιο φτωχών πολιτών στην ενέργεια.