Πιο αινιγματικό από ποτέ είναι το πολιτικό σκηνικό στην Τουρκία μετά την μεγάλη ήττα του Ερντογάν στις δημοτικές εκλογές. Πέρα από την δεύτερη σερί απώλεια του διακαή πόθου του, που δεν είναι άλλος από την Κωνσταντινούπολη. Το κυβερνών κόμμα έχασε για πρώτη φορά την επικράτεια έπειτα από 22 χρόνια. Και ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα πώς θα αντιδράσει ο Ερντογάν. Διότι είναι η πρώτη φορά που υπέστη τόσο οδυνηρή ήττα. Και μάλιστα στην τελευταία εκλογική του μάχη ως Πρόεδρος, όπως ο ίδιος έχει διαμηνύσει. Το ερώτημα είναι λοιπόν

ποια θα είναι η κληρονομιά που θέλει να αφήσει στην τελευταία του θητεία, αν τελικώς δεν γίνει κάποια έκπληξη.

Μια άποψη είναι ότι ο Ερντογάν, όντας πλέον εξαιρετικά αποδυναμωμένος, δεν θα επιλέξει τον δρόμο της σύγκρουσης με τις ΗΠΑ ή την Ελλάδα, όπως στο παρελθόν. Και θα μετατοπίσει αρχικώς το βάρος στα εσωτερικά ζητήματα και την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Τούρκων πολιτών. Άλλωστε ο βασικός λόγος που έχασε στις εκλογές εδράζει στην κακή κατάσταση της τουρκικής οικονομίας που φυσικά έχει αντίκτυπο και στην καθημερινότητα των πολιτών. Υπάρχει και η άποψη, χωρίς να συγκρούεται απαραιτήτως με την πρώτη, ότι στην τελευταία του θητεία ο Ερντογάν θα υπερασπιστεί με ακόμη μεγαλύτερο πάθος τις πάγιες διεκδικήσεις του στο Αιγαίο, όπως εκφράζονται στο δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας αλλά και στο Κυπριακό, θέτοντας υπό τον έλεγχό του τα ενεργειακά κοιτάσματα και όχι μόνο της Μεγαλόνησου. Θα επιδιώξει να αναβαθμίσει τον ρόλο της Τουρκίας ως ηγέτιδα δύναμη του Ισλάμ και θα ενδυναμώσει τις σχέσεις του με τις αραβικές χώρες.

Οι επιλογές του

Κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι η μεγάλη αυτή ήττα του δεν θα επηρεάσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ωστόσο κανείς δεν θα πρέπει να υποτιμήσει την δύναμη που τουρκικού βαθέως κράτους, ούτε και την δύναμη των Τούρκων ισλαμιστών και εθνικιστών. Ειδικά τώρα που χρειάζεται περισσότερο από ποτέ την στήριξη του Μπαχτσελί αλλά και του κόμματος της Ακσενέρ αν θέλει να έχει κάποια τύχη το σχέδιό του για την συνταγματική μεταρρύθμιση. Αυτό σημαίνει ότι ο Τούρκος Πρόεδρος ίσως να μην επιλέξει να έρθει σε σύγκρουση με τις μεγάλες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ, ωστόσο θα εντείνει τις προκλήσεις απέναντι στην Ελλάδα και περισσότερο στην Κύπρο, για να ικανοποιήσει το εθνικιστικό ακροατήριο. Μπορεί όμως να επιλέξει να τα κάνει όλα αυτά αναίμακτα, συμπλέοντας πλήρως με τους Αμερικανούς και πιέζοντας κατά αυτόν τον τρόπο για «διευθετήσεις» στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό εις βάρος των συμφερόντων του ελληνισμού. Και αυτό είναι πράγματι εξίσου επικίνδυνο σενάριο.

Στις 9 Μαΐου άλλωστε ο Ερντογάν θα επισκεφθεί τις ΗΠΑ και θα συναντηθεί με τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν. Πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο μετά το 2019, όπου είχε γίνει δεκτός από τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Είναι σαφές ότι η αμερικανική κυβέρνηση επιδιώκει να διατηρήσει την επιρροή της στην Άγκυρα τόσο λόγω του Ουκρανικού όσο και του Μεσανατολικού. Αντιθέτως, η επίσκεψη του Έλληνα Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον ακυρώθηκε καθώς σύμφωνα με πληροφορίες δεν θα είχε την υποδοχή που θα ανέμενε ο Έλληνας ηγέτης.

Ο διάδοχος

Στο εσωτερικό πάντως ο μεγαλύτερος αντίπαλός του Ερντογάν δεν είναι μόνο το Ρεπουμπλικανικό κόμμα και μια υποψηφιότητα του Ιμάμογλου για την τουρκική προεδρία.

Ο πιο επικίνδυνος αντίπαλος προέρχεται εκ των έσω, από το επίσης ισλαμικό κόμμα Νέας Ευημερίας, που με 6,19% κατετάγη τρίτο, υπερισχύοντας τόσο του ακροδεξιού ΜΗΡ του Μπαχστελί (4,98%) όσο και του Καλού Κόμματος της Ακσενέρ, (3,77%), η οποία μετά τις πολύ χαμηλές πτήσεις στις δημοτικές εκλογές παραιτήθηκε.

Το κόμμα του υιού Ερμπακάν, εξού και το «Νέα Ευημερία», έκλεψε ουσιαστικά την νίκη από τον Ερντογάν, αποκομίζοντας ένα σημαντικό κομμάτι της ψήφου που μέχρι πρότινος πήγαινε στο κυβερνών Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης, του προέδρου Ερντογάν. Και αυτό παρά την άνευ προηγουμένου προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος να το αποδυναμώσει λίγες ημέρες πριν τις εκλογές. Είναι χαρακτηριστικό ότι τουλάχιστον 20 στελέχη της «Νέας Ευημερίας», συμπεριλαμβανομένου του προέδρου της τοπικής οργάνωσης Άγκυρας του μικρού ισλαμιστικού Νέου Κόμματος Ευημερίας, παραιτήθηκαν τρεις μέρες πριν από τις εκλογές και προσχώρησαν στο κυβερνών κόμμα AKΡ του Ταγίπ Ερντογάν. Παρά ταύτα ούτε αυτό το τέχνασμα ήταν ικανό για να του δώσει την νίκη. Τουναντίον έδειξε τις δυνατότητες όσο και προοπτικές του Φατίχ Ερμπακάν.

Ο 45χρονος ισλαμιστής πολιτικός έχει ουσιαστικά ανασυστήσει το κόμμα του πατέρα του και κάποιοι αναλυτές δεν αποκλείουν τη σταδιακή ανάδειξη του Ερμπακάν σε διάδοχο του Ερντογάν στον ισλαμιστικό χώρο, δεδομένης της νεαρής ηλικίας, της οικογενειακής παράδοσης και της σχετικής δημοφιλίας του ηγέτη της «Νέας Ευημερίας».