Έρευνα και Ανάπτυξη για την Ενεργειακή Μετάβαση Ενισχύοντας την Τεχνολογική και Παραγωγική Βάση της Χώρας

Έρευνα και Ανάπτυξη για την Ενεργειακή Μετάβαση Ενισχύοντας την Τεχνολογική και Παραγωγική Βάση της Χώρας
του Γιάννη Χατζηβασιλειάδη*
Σαβ, 2 Μαρτίου 2024 - 12:15

Το Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος (ΕΣΕΚ) χαράσσει την Ενεργειακή Μετάβαση με τους φιλόδοξους στόχους για το 2030 και κατ’ επέκταση για το 2040 και 2050. Ανταποκρινόμενο στη δέσμη προτάσεων «Fit for 55» της ΕΕ, περιλαμβάνει δραστική μείωση εκπομπών CO2 κατά 54% έως το 2030 από 26% το 2021 (σε σχέση με το 1990) και διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) κατά 44% στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, από 22% το 2021

Ο στόχος για τις ΑΠΕ στον ηλεκτρισμό είναι 80% συμμετοχή στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, πλησιάζοντας το 95% από το 2035 και έπειτα. Προβλέπονται σημαντικές επενδύσεις σε ΑΠΕ, δίκτυα και σε ενεργειακά αποδοτικό εξοπλισμό και συσκευές, που υπολογίζονται από 23 δις € έως 29 δις € κάθε χρόνο μέχρι το 2030 και με αντίστοιχες επενδύσεις μέχρι το 2050.

Ο μετασχηματισμός αυτός με συνεχείς προσπάθειες θα βασισθεί σε νέες ιδέες και καινοτόμες τεχνολογίες με την αποφασιστική συμβολή του κατάλληλα εκπαιδευμένου προσωπικού και τις απαραίτητες δράσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α). Καθίστανται αναγκαίες οι πολιτικές αύξησης της εγχώριας προστιθέμενης αξίας των επενδύσεων, ενώ  η επίτευξη των στόχων θα οδηγεί σε προσιτές και ανταγωνιστικές τιμές και επί μακρόν, εξασφαλίζοντας ενεργειακή ασφάλεια και μεγιστοποιώντας τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη. Έτσι, η ενεργειακή μετάβαση προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για την αξιοποίηση και ενίσχυση της τεχνολογικής και παραγωγικής βάσης της χώρας προς ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο. Δημιουργούνται θέσεις εργασίας και προσελκύονται επενδύσεις για μια ασφαλή, οικονομικά προσιτή και  φιλική για το κλίμα ενέργεια βασισμένη στις ΑΠΕ.Αυτή πρέπει να συνδέεται και με την προστασία και διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και του μοναδικού φυσικού περιβάλλοντος υψίστου κάλλους.

Ηλεκτρική Ενέργεια και ΑΠΕ

Ο ηλεκτρισμός καθίσταται κύριος ενεργειακός φορέας επεκτείνοντας τις χρήσεις του σε πολλούς τομείς με υψηλότερες αποδόσεις, με πυκνό δίκτυο γραμμών και υποσταθμών και με ισχυρές και ευέλικτες ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Το πράσινο υδρογόνο και τα «συνθετικά καύσιμα» ουδέτερων εκπομπών μαζί με τα βιοκαύσιμα θα αποτελέσουν τον έτερο ενεργειακό φορέα για τις λοιπές ενεργειακές ανάγκες. Οι ΑΠΕ, κυρίως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, θα αποτελέσουν την κύρια πηγή για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που θα υποστηρίξει και την ηλεκτρόλυση για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου. Επομένως, αναμένεται υψηλός ρυθμός εφαρμογών ΑΠΕ μέχρι το 2050 με όλο και πιο προηγμένης τεχνολογίας μονάδες, που θα προσθέτουν στο δυναμικό παραγωγής, ενώ ένα μέρος θα αντικαταστήσει παλαιότερες μονάδες που κλείνουν το τεχνολογικό και οικονομικό όριο ζωής τους (περί τα 20-25 χρόνια). Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό  των ΑΠΕ που τις καθιστούν πολύ ελκυστικές, εκτός από την παραγωγή καθαρής ενέργειας,  είναι το πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής, χάρις στην ανάπτυξη των τεχνολογιών. Αλλά για την μεγάλη διείσδυση και αντιμετώπιση των προβλημάτων που παρουσιάζει η διαλείπουσα παραγωγή τους απαιτούνται αποθήκευση, E&A, καινοτομίες και εξειδικευμένες μελέτες για την αποδοτική διαχείρισή τους, με μεγάλες πρόσθετες επενδύσεις.

Το ηλεκτρικό σύστημα με τον τεράστιο αριθμό διεσπαρμένων και κεντρικών μονάδων ΑΠΕ με αυξανόμενους ρυθμούς και σε συνάρτηση με τον χαρακτήρα της διαλείπουσας παραγωγής τους αντιμετωπίζει δύσκολα προβλήματα στη διαχείρισή του, σχετικά με την ευστάθεια του συστήματος και την αδιάλειπτη παροχή ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής ποιότητας στους καταναλωτές. Η ενσωμάτωση των ΑΠΕ στη διαχείριση και λειτουργία του ηλεκτρικού συστήματος αξιοποιώντας και τις σύγχρονες τεχνολογίες που διαθέτουν, η ευελιξία στη λειτουργία σε διάφορες καταστάσεις και η ανθεκτικότητα στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής (έναντι ακραίων φυσικών φαινομένων), κυβερνοεπιθέσεων, απειλών πολέμου είναι τρία βασικά και αναγκαία χαρακτηριστικά των νέων δικτύων με την πλήρη διείσδυση της ψηφιακής τεχνολογίας. Οι απαιτήσεις αυτές καλύπτονται με εξειδικευμένες μελέτες και με καινοτόμες τεχνολογίες που προέρχονται από ερευνητικές δραστηριότητες.  

Πριν δύο και πλέον δεκαετίες, με δράσεις Έρευνας και Ανάπτυξης  άρχισαν να εισέρχονται στα ηλεκτρικά δίκτυα οι καινοτόμες τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (ICT) σε Ευρώπη και ΗΠΑ, σχεδόν ταυτόχρονα, που αποτέλεσαν πολύτιμα εργαλεία λειτουργίας, διαχείρισης και προστασίας των ηλεκτρικών δικτύων με ΑΠΕ. Έκτοτε, στα χρόνια που ακολούθησαν άρχισαν να αναπτύσσονται νέες ιδέες και καινοτόμες τεχνολογίες (“Smart Grids”,“Microgrids”, “Smart Cities” κλπ,) αξιοποιώντας και τις εξελίξεις σε ICT και άλλους τομείς που εν τω μεταξύ ακολούθησαν (5-G, IoT, AI κλπ.), καλύπτοντας απαιτήσεις υψηλής αξιοπιστίας και υψηλής ποιότητας παροχή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα ανταγωνιστικό και απαιτητικό περιβάλλον προς όφελος και των καταναλωτών.

Παρά την ύπαρξη ικανού ερευνητικού δυναμικού στην αγορά, στα Πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα της χώρας, η έρευνα δεν αποτελεί προτεραιότητα (έλλειψη ενιαίου φορέα έρευνας, έλλειψη στρατηγικής, προτεραιότητες και στόχοι, επαρκής χρηματοδότηση) και οι ερευνητικές δραστηριότητες είναι περιορισμένες. Τα Ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας, όπου συμμετέχει η εγχώρια ερευνητική κοινότητα δεν καλύπτουν τις ανάγκες της χώρας και χρειάζεται ισχυρή πολιτική βούληση και διάθεση των αναγκαίων πόρων ως αξιόλογο ποσοστό του ΑΕΠ, σε εναρμόνιση με τις άλλες χώρες της ΕΕ. Η πρόσφατη πρωτοβουλία του υπουργού Εθνικής Άμυνας για Ε&Α και καινοτομία στις Ένοπλες Δυνάμεις, εκφράζει την μεγάλη συμβολή της έρευνας στην ασφάλεια και την άμυνα της χώρας. Καλό θα ήταν αυτό να λειτουργήσει ως αφύπνιση και απαρχή ουσιαστικής οργάνωσης και υποστήριξης της Ε&Α στη χώρα.

Η πολιτική της δημόσιας επιδότησης στην κατανάλωση και ιδιαίτερα εισαγόμενων αγαθών πρέπει να αναθεωρηθεί και να στοχεύσει στην υποστήριξη της Ε&Α που οδηγεί στην παραγωγή και στην ανταγωνιστικότητα. Αντί της επιδότησης της κατανάλωσης υποστηρίζεται η παραγωγή και η αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας των αγαθών. Θα μπορούσε να αναφερθεί η υψηλή δημόσια επιδότηση της αγοράς εισαγόμενων ηλεκτρικών αυτοκινήτων και καμία χρηματοδότηση για Ε&Α και  παραγωγή πχ. φορτιστών για τις αναγκαίες υποδομές της ηλεκτροκίνησης, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις που ανταποκρίνονται στις τεχνολογικές και παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, προσβλέποντας και σε εξαγωγές. Η υποστήριξη της συνεργασίας των πανεπιστημίων/ερευνητικών κέντρων με την βιομηχανία και χρηματοδότηση σε δράσεις Ε&Α είναι απολύτως αναγκαίες για να οδηγήσουν στην άμεση αξιοποίηση των αποτελεσμάτων στην παραγωγή, συνδέοντας έρευνα με επιχειρηματικότητα και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα. Παράλληλα, χρειάζεται και η προσαρμογή του εκπαιδευτικού έργου στην τριτοβάθμια και στην επαγγελματική εκπαίδευση στις ανάγκες και απαιτήσεις του 21ου αιώνα, ίσως και με σχεδιασμό νέων προγραμμάτων.

Η βιομηχανία καθώς πρέπει να μειώσει τις εκπομπές, μαζί με δράσεις για ενεργειακή αποδοτικότητα στρέφεται στις καθαρές και φθηνές ΑΠΕ που θα συμβάλλουν και στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Το κράτος που θέτει τους υψηλούς στόχους, πρέπει να είναι αρωγός με τις κατάλληλες πολιτικές, όπως η προτεραιότητα σύνδεσης των ΑΠΕ στο δίκτυο για έργα ΡΡΑ που θα τροφοδοτήσουν την βιομηχανία, όπως και ο δραστικός περιορισμός των γραφειοκρατικών διαδικασιών.

Ηλεκτρικά Δίκτυα και Έρευνα

Δράσεις Ε&Α  είναι αναγκαίες για το ηλεκτρικό σύστημα με ΑΠΕ και αποθήκευση, καθώς απαιτούνται καινοτομίες και εξειδικευμένες μελέτες. Τα ηλεκτρικά δίκτυα επεκτείνονται/ενισχύονται, μετασχηματίζονται και εισέρχεται η ψηφιακή τεχνολογία.

Γίνονται πιο «έξυπνα» με τις σύγχρονες τεχνολογίες για την αποδοτική διαχείρισή τους και για την εξυπηρέτηση των καταναλωτών, ιδιαίτερα το δίκτυο Διανομής όπου υπάρχουν καθυστερήσεις. Η ψηφιοποίηση των δικτύων θα συμβάλλει αποφασιστικά στην αύξηση της ασφάλειας και στη μείωση του κόστους λειτουργίας τους, με πολλαπλά οφέλη σε καταναλωτές και σε διαχειριστές του δικτύου. Ο Διαχειριστής του Δικτύου Διανομής (ΔΕΔΔΗΕ) είναι μοναδικός στη χώρα και ίσως η μεγαλύτερη επιχείρηση του είδους στην ΕΕ και αυτό δεν αποτελεί πλεονέκτημα, σε αντίθεση με το πλήθος αντίστοιχων Διαχειριστών στις χώρες της Ευρώπης με ευελιξία και καινοτομίες. Ίσως, αντί της πώλησης του 49% σε επενδυτικά κεφάλαια, η πώληση κάποιων Περιφερειών ως αυτοτελών μονάδων, όπως είναι οργανωμένος ο ΔΕΔΔΗΕ διοικητικά και επιχειρησιακά, με την είσοδο επενδυτή του ιδίου χώρου (ρυθμίζοντας τυχόν χρεώσεις πχ νησιά) θα συνέβαλε άμεσα στις επιθυμητές και αναγκαίες ταχύτερες εξελίξεις και προς όφελος των καταναλωτών.

Σε αντίθεση, ο  Διαχειριστής Μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ) που έχει το μεγαλύτερο βάρος στην μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και στην αποτελεσματική διαχείρισή τους, εισέρχεται σε μια νέα προηγμένη τεχνολογία (HVDC, VSC) για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την διασύνδεση Κρήτη-Αττική (που θα εφαρμόσει και στις επόμενες μεγάλες υποθαλάσσιες διασυνδέσεις), ολοκληρώνει την διασύνδεση των Κυκλάδων και προγραμματίζει διασυνδέσεις των μεγάλων νησιών, που θα μειώσουν δραστικά τις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας) στους καταναλωτές και τις εκπομπές CO2. Επίσης ενισχύει τις διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες και με την Ιταλία, σχεδιάζει τη νέα γραμμή “Green Aegean Interconnector” μέσω Αδριατικής που θα καταλήγει στη Γερμανία, κατασκευάζει την μεγάλη διασύνδεση Ισραήλ-Κύπρος με Κρήτη και μελετά την διασύνδεση με Σαουδική Αραβία (Saudi-Greece Interconnector), ενώ αναπτύσσεται και η διασύνδεση με Αίγυπτο(GREGY), ίσως η ιδέα του Global Grid αρχίζει να υλοποιείται. Αυτές οι διεθνείς ισχυρές ηλεκτρικές διασυνδέσεις εξασφαλίζουν ενεργειακή ασφάλεια για τη χώρα και μεταφέρουν στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας με ευελιξία μεγάλο όγκο ηλεκτρικής ενέργειας των ΑΠΕ από τις διασυνδεόμενες χώρες. Επίσης, οι διασυνδέσεις μαζί με καινοτόμες τεχνολογίες περιορίζουν δραστικά την απόρριψη της πλεονάζουσας ενέργειας ΑΠΕ, όταν η παραγωγή υπερβαίνει την ζήτηση, που θα αυξάνεται στην πορεία προς τον στόχο 80% διείσδυση.

Οι Διαχειριστές δικτύου έχουν βασικό ρόλο και πρέπει να ηγηθούν της ενεργειακής μετάβασης, οπότε η συμμετοχή τους στην έρευνα και οι συνεργασίες με οργανισμούς εντός και εκτός της χώρας κρίνονται αναγκαίες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, τα δύσκολα έπονται. Τέτοιες δράσεις μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας και της ανταγωνιστικότητας προς όφελος της οικονομίας και των καταναλωτών.

Οι επενδύσεις στα δίκτυα βαίνουν αυξανόμενες και θα επιβαρύνουν όλους τους καταναλωτές. Κατά την συνήθη διεθνή πρακτική τα κέρδη των Διαχειριστών προέρχονται κυρίως από τις καινοτόμες τεχνολογίες, την βέλτιστη διαχείριση και την υψηλή παραγωγικότητα του εξειδικευμένου προσωπικού. Καθώς τα δίκτυα αποτελούν φυσικά μονοπώλια, πρακτικά χωρίς ρίσκα, τα έσοδα από την απόδοση της περιουσιακής βάσης που συνδέεται με το κόστος δανεισμού, ίσως θα πρέπει να συναρτώνται με την απόδοση των κρατικών ομολόγων με προσαύξηση μίας ή δύο μονάδων, αντί του WACC (μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου) για τις εταιρείες, που εμπεριέχει και τυχόν ρίσκα των επενδύσεων.

Χωροθέτηση ΑΠΕ και Έρευνα

Απαιτείται η κατάλληλη χωροθέτηση του μεγάλου όγκου των εφαρμογών ΑΠΕ, συνυπολογίζοντας και την παραγωγή υδρογόνου, για τους στόχους του 2030 και εν συνεχεία για το 2050. Υπάρχει αξιόλογο αιολικό δυναμικό στη στεριά για αξιοποίηση για να ακολουθήσουν τα υπεράκτια αιολικά μετά από πιλοτική εφαρμογή. Στη στεριά μπορούν να αναπτύσσονται στις κατάλληλες θέσεις, σε ακατοίκητα νησιά και βραχονησίδες. Τα υπεράκτια αιολικά που φαίνεται να είναι και το μέλλον των αιολικών, ξεκίνησαν από τις πυκνοκατοικημένες χώρες της Βόρειας Ευρώπης αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματα της Βόρειας Θάλασσας, με σταθερή βάση. Για την Ελλάδα, τα 6νμ χωρικά ύδατα χωρίς ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη), φέρνουν τις πλωτές ανεμογεννήτριες πιο κοντά στις ακτές ως παράκτιες πλέον, περιορίζοντας σημαντικά το δυναμικό των εφαρμογών. Δυνητικά η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιήσει την θαλάσσια ζώνη στα 12νμγια τα υπεράκτια αιολικά, καθώς μονομερώς μπορεί να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12νμ. Οι σχετικές τεχνολογίες για τα πλωτά αιολικά (με σημαντικά υψηλό κόστος παραγωγής)  είναι σε εξέλιξη, οπότε θα ήταν σκόπιμο να προηγηθούν οι αναγκαίες ειδικές μελέτες και έρευνες προς πάσα κατεύθυνση για αποδοτικές εφαρμογές με υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία σε μια πορεία προς το 2050. Ίσως, θα είναι προτιμότερο να επιτευχθεί ο στόχος του πιλοτικού έργου και η λειτουργία του μέχρι το 2030, οπότε με τα συμπεράσματα και τις εμπειρίες που θα αποκτηθούν μαζί με την εν τω μεταξύ διεθνή εμπειρία (καθιέρωση των μεγάλων νέων ανεμογεννητριών στην αγορά) να γίνουν επιτυχείς και αποδοτικές εφαρμογές, μεταθέτοντας τον στόχο των 1,9GWγια μετά 2030.

Στα φωτοβολταϊκά οι εφαρμογές αναπτύσσονται με διεσπαρμένες μονάδες στο αστικό περιβάλλον (Φ/Β στέγες) και με μεγάλες κεντρικές μονάδες επί αγόνου εδάφους. Επίσης αναπτύσσονται με καλύτερες αποδόσεις τα πλωτά φωτοβολταϊκά σε λίμνες και θάλασσες (έως και υπεράκτια). Οι διεσπαρμένες Φ/Β μονάδες μπορούν να συνδυασθούν με αποθήκευση και εφόσον η ψηφιακή τεχνολογία έχει εισέλθει στο δίκτυο, εξασφαλίζεται η βέλτιστη εκμετάλλευση (και ως virtualutility, virtualstorage). Σε πολλές χώρες υποστηρίζονται οι διεσπαρμένες Φ/Β μονάδες με έντονη την κοινωνική διάσταση και πολλαπλά οφέλη χάρις στην ψηφιακή τεχνολογία, η οποία συμβάλλει και στη μεγαλύτερη διείσδυσή τους. Επίσης, γίνονται έρευνες και εφαρμογές (Ιταλία, Γαλλία, Πορτογαλία κλπ.) για τα αγροτικά φωτοβολταϊκά (agrivoltaic, καμία σχέση με τα ελληνικά αγροτικά φωτοβολταϊκά της προηγούμενης δεκαετίας), δηλαδή καλλιέργειες μαζί με εγκατάσταση και λειτουργία φωτοβολταϊκών, που δείχνουν αμοιβαία οφέλη τόσο στην απόδοση των καλλιεργειών όσο και των φωτοβολταϊκών. Η Ελλάδα πρέπει να υποστηρίξει την έρευνα και τις εφαρμογές τέτοιων αγροτικών φωτοβολταϊκών, ώστε οι αγρότες να συνεχίζουν να καλλιεργούν, αντιμετωπίζοντας και το υψηλό κόστος της ενέργειας. Ειδικότερα, μαζί με την χωροθέτηση των ΑΠΕ, που επιχειρείται με καθυστέρηση, χρειάζονται οι σχετικές πολιτικές και οι αναγκαίοι πόροι για την υποστήριξη της Ε&Α για πιο αποδοτικές εφαρμογές ΑΠΕ.  

ΑΠΕ και Καινοτομίες στα Νησιά

Τα αυτόνομα νησιωτικά ηλεκτρικά συστήματα με πετρέλαιο στα μη διασυνδεδεμένα νησιά (ΜΔΝ) με το εθνικό σύστημα, από το Καστελλόριζο στα Ανατολικά μέχρι τους Οθωνούς στα Δυτικά, αποτελούν μια άλλη ξεχωριστή περιοχή εφαρμογών ΑΠΕ. Η διείσδυση παραμένει χαμηλή (περί το 17% στο σύνολο σε ετήσια βάση) με την δικαιολογία του «κορεσμένου δικτύου», αφού δεν αξιοποιούνται οι σύγχρονες τεχνολογίες και η αποθήκευση. Ας σημειωθεί, ότι εάν στα νησιά αυτά είχαν αναπτυχθεί μονάδες ΑΠΕ με αποθήκευση (απαραίτητες και στην Κρήτη), δεν θα χρειάζονταν η προσφάτως εσπευσμένη αναζήτηση και προσθήκη μονάδων πετρελαίου για την θερινή περίοδο με το υψηλό κόστος.

Δίδεται προτεραιότητα στην μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στα ΜΔΝ με πολύ ελκυστικά οικονομικά και περιβαλλοντικά αποτελέσματα, αφού εδώ υποκαθιστούν το ακριβό πετρέλαιο με το υψηλό κόστος (ΥΚΩ) και τις υψηλές εκπομπές. Ο Διαχειριστής (ΔΕΔΔΗΕ) των αυτόνομων σταθμών στα νησιά δεν έχει κίνητρα για την διείσδυση των ΑΠΕ, αφού το υπερβάλλον κόστος παραγωγής με πετρέλαιο, όσο και αν είναι αυτό πληρώνεται από τους καταναλωτές (ΥΚΩ). Επομένως, ένα ειδικό ρυθμιστικό πλαίσιο για ένα νέο σύστημα παραγωγής και διαχείρισης καθίσταται αναγκαίο. Αυτό θα βασίζεται στην υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ (90%) με αποθήκευση και καινοτόμες τεχνολογίες στην διαχείριση, εισάγοντας και τεχνικές των Microgrids, με ένα νέο διαχειριστή που θα αναπτύξει και θα λειτουργεί το νέο σύγχρονο σύστημα για καθαρή ενέργεια με πολύ χαμηλότερο κόστος παραγωγής και ΥΚΩ. Μονάδες πετρελαίου που ενσωματώνονται στο νέο σύστημα για την τελική λύση θα αποτελούν εφεδρεία και θα λειτουργούν συμπληρωματικά, με περιορισμένο χρόνο στη διάρκεια του έτους. Ο ΔΕΔΔΗΕ, ο σημερινός Διαχειριστής των αυτόνομων σταθμών πετρελαίου, θα περιορισθεί στο κύριο έργο του, που είναι η διαχείριση του δικτύου εισάγοντας την ψηφιοποίηση και τις καινοτομίες στο δίκτυο. 

Επομένως, η ενεργειακή μετάβαση των ΜΔΝ, με την διείσδυση των ΑΠΕ από το 17% στο 90% και πέραν για το 2030 και όσο νωρίτερα γίνεται, με δραστική μείωση του κόστους παραγωγής, θα βασισθεί σε μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες. Τις εμπεριστατωμένες μελέτες για κάθε ΜΔΝ θα ακολουθήσουν διαγωνισμοί και επενδύσεις για τον υψηλό στόχο και με κατάλληλη διαχείριση, όπου θα αναπτυχθούν και θα δοκιμασθούν καινοτόμες ιδέες.

Τα αυτόνομα συστήματα των νησιών αποτελούν προτεραιότητα για την ενεργειακή μετάβαση με μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ, καλύπτοντας όλες τις ενεργειακές ανάγκες, (συμπεριλαμβάνοντας θέρμανση-ψύξη, μονάδες αφαλάτωσης, ηλεκτροκίνηση κλπ.) με πολύ ελκυστικά οικονομικά και περιβαλλοντικά αποτελέσματα. Επιπλέον, θα αποτελέσουν πεδίο έρευνας και εφαρμογής νέων ιδεών και καινοτόμων τεχνολογιών, χρήσιμες τόσο για το διασυνδεδεμένο σύστημα της χώρας, όσο και για εφαρμογές εκτός της χώρας. Αυτό το νέο ηλεκτρικό σύστημα στα ΜΔΝ βλέπει στο μέλλον επιτυγχάνοντας την «ενεργειακή μετάβαση», με χαμηλό και σταθερό κόστος και ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού. Είναι η μετάβαση προς τα μελλοντικά δίκτυα του 21ου αιώνα με καθαρή και προσιτή ενέργεια.

Τα νησιά που διασυνδέονται με το εθνικό σύστημα θα πρέπει να αναπτύξουν τις δικές τους ΑΠΕ με αποθήκευση που θα λειτουργούν παράλληλα με την διασύνδεση, με τις αρχές και τεχνικές των Microgrids, εξασφαλίζοντας πιο αξιόπιστη ηλεκτροδότηση, αποφεύγοντας το “black-out” σε περίπτωση βλάβης στην διασύνδεση.

*Ο κ. Γιάννης Χατζηβασιλειάδης είναι Σύμβουλος Μηχανικός, Επίτιμος Πρόεδρος ΙΕΝΕ