Καθώς πλησιάζουμε τον δεύτερο μήνα εχθροπραξιών στην εύφλεκτη ζώνη της Γάζας, παρά την προσωρινή εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας εξακολουθεί να είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Και αυτό γιατί οι χώρες της περιοχής είναι καθαρά εισαγωγικές σε ότι αφορά το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και άρα να είναι ευαίσθητες στους όποιους γεωπολιτικούς κλυδωνισμούς. Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρος εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου για να κινήσουν την οικονομία τους και άρα είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών αργού και αερίου. Με το Ισραήλ, που είναι

στο επίκεντρο της σημερινής εμπόλεμης διαμάχης, να έχει εδώ και καιρό ανεξαρτητοποιηθεί ενεργειακά χάριν στα σημαντικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων που κατέχει και τα οποία εδώ και μερικά χρόνια έχει καταφέρει να αξιοποιήσει, σε αντίθεση με την Ελλάδα όπου διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν κάνει τα πάντα για να μην προχωρήσει η εκμετάλλευση τους. Σήμερα το Ισραήλ καλύπτει το 100% των αναγκών του σε φυσικό αέριο από την δική του παραγωγή, άνω των 20 δισεκ. κυβ. μέτρων τον χρόνο, ενώ εξάγει σχεδόν το 40% σε Αίγυπτο και Ιορδανία. Ενώ οι εταιρείες που εκμεταλλεύονται τα κοιτάσματα, μεταξύ των οποίων η Chevron και η Ελληνική Energean, έχουν ξεκινήσει να παράγουν και πετρέλαιο.

Το γεγονός ότι το Ισραήλ σήμερα καλύπτει σχεδόν όλες του τις ενεργειακές ανάγκες από εγχώριες πηγές, κάτι που ήταν αδιανόητο πριν 10 μόλις χρόνια, απέτρεψε την προσπάθεια ορισμένων Αραβικών χωρών να ενορχηστρώσουν ένα νέο πετρελαϊκό εμπάργκο κατά του Τελ Αβίβ. Η σημερινή ενεργειακή κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και στην Ευρώπη δεν θυμίζει σε τίποτα το μακρινό 1973 όταν με αιτιολογία την υποστήριξη του Ισραήλ από Ευρώπη και ΗΠΑ, κατά την διάρκεια του πολέμου του Γιομ Κιπούρ μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ, ο OPEC κήρυξε πετρελαϊκό εμπάργκο κατά της Δύσης με αποτέλεσμα τον πενταπλασιασμό της τιμής του πετρελαίου.

Βλέπουμε λοιπόν πως το θέμα της ενεργειακής αυτάρκειας έρχεται να ενισχύσει την αμυντική θωράκιση μιας χώρας και να δράσει αποτρεπτικά σε γεωπολιτικούς εκβιασμούς και αποκλεισμούς. Σε αντίθεση με το Ισραήλ η Ελλάδα έχει υποτιμήσει σοβαρά το θέμα της ενεργειακής της ασφάλειας η οποία δεν μπορεί, με όση καλή διάθεση και εάν έχουμε, να αντιμετωπιστεί αποκλειστικά από τις ΑΠΕ που αδυνατούν, τώρα και στο μέλλον, να καλύψουν το μεγαλύτερο μέρος της ενεργειακής κατανάλωσης της χώρας, που είναι οι μεταφορές, η βιομηχανία και ο οικιστικός τομέας. Με την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας να έχει φθάσει το 78% ( στοιχεία 2021), που είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ μετά την Κύπρο που ευρίσκεται στο 98%, η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε γεωπολιτικές αναταράξεις.

Η λαθεμένη πολιτική που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση στα εθνικά θέματα και ιδιαίτερα στα ενεργειακά, που έχει ρίξει όλα της αυγά στον κάλαθο των ΑΠΕ, φάνηκε σε όλο της το μεγαλείο κατά την τρέχουσα επίσκεψη του πρωθυπουργού στο Λονδίνο. Αντί ο κ. Μητσοτάκης να επιζητεί την συνδρομή του Βρετανού πρωθυπουργού κ. Ρίσι Σούνακ και της κυβέρνησης του στην επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα, το οποίο ουδέποτε πρόκειται να συμβεί όσο η Βρετανία παραμένει βασιλευόμενη δημοκρατία, θα ήταν απείρως χρησιμότερο να ζητήσει την συνδρομή του Λονδίνου στην ανάπτυξη των ελληνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων και των υπεράκτιων αιολικών πάρκων, δυο τομείς που έχει αναγνωρισμένη εμπειρία η Βρετανία ενώ το city του Λονδίνου διαθέτει τα απαραίτητα κεφάλαια.