Ωστόσο, οι πιέσεις προς τους μεγάλους εισαγωγείς στην Ασία δεν έχουν τα ίδια αποτελέσματα παντού, αλλά πολλές φορές καταλήγουν να λειτουργήσουν ως κίνητρα αντί για μέσα αποτροπής.
Ουάσιγκτον, Βρυξέλλες, και Λονδίνο αυξάνουν την ένταση των κυρώσεών τους εναντίον της Μόσχας, προσπαθώντας να επιβραδύνουν τη ρωσική πολεμική μηχανή. Με τον χειμώνα να βρίσκεται προ των πυλών στο μέτωπο και τους δύο εμπόλεμους να έχουν κλιμακώσει τις εκατέρωθεν επιθέσεις ελπίζοντας να παγιώσουν ορισμένα πλεονεκτήματα, οι σύμμαχοι της Ουκρανίας στοχεύουν να αποδυναμώσουν τη χρηματοδότηση των ρωσικών δυνάμεων. Αυτό συνεπάγεται περιορισμό των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας, δηλαδή της βασικής πηγής εσόδων της Ρωσίας. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έχει ήδη συνεισφέρει σε αυτό, με τον ρωσικό προϋπολογισμό να πιέζεται εξαιτίας των μειωμένων κερδών.
Η δεύτερη πτυχή του δυτικού σχεδίου απαιτεί τον περιορισμό των ρωσικών εξαγωγών προς τους μεγαλύτερους πελάτες τους. Κίνα και Ινδία διατηρούν τις δύο πρώτες θέσεις στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου. Ως εκ τούτου, οι δυτικοί σύμμαχοι ασκούν όλο και εντονότερες πιέσεις προς το Πεκίνο και το Νέο Δελχί, στοχοποιώντας τόσο συγκεκριμένους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου όπως τερματικά και διυλιστήρια, όσο και επιβάλλοντας μαζικούς δασμούς.
Όμως, αυτή η προσέγγιση έχει ασύμμετρα αποτελέσματα μέχρι στιγμής. Η Κίνα δεν εμφανίζεται διατεθειμένη να σταματήσει τις εισαγωγές ρωσικών καυσίμων, όχι μόνο λόγω κόστους, αλλά και επειδή κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μία ουσιαστική υποχώρηση έναντι των δυτικών. Αντιθέτως, η Κίνα έχει διαμορφώσει ένα περίπλοκο δίκτυο μεταφοράς καυσίμων που περνούν “κάτω από τα ραντάρ”, αξιοποιώντας τον σκιώδη στόλο και μία σειρά άλλων μεθόδων. Το Πεκίνο δεν επιθυμεί να αποκλειστεί από τις δυτικές αγορές λόγω των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, εντούτοις δύσκολα θα σταματήσει να αγοράζει το φθηνό και κοντινό ρωσικό πετρέλαιο.
Το θέμα του κόστους απασχολεί και την Ινδία. Ούσα ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης της Ρωσίας, οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στην Ινδία εκτινάχθηκαν μετά το 2022, από το 1% στο 40%. Το Νέο Δελχί δέχεται πολύ σκληρή κριτική για τη στάση του, με τις ΗΠΑ να επιβάλουν δασμούς 50% και ΕΕ και Βρετανία να τιμωρούν διάφορες ινδικές επιχειρήσεις. Η κατάσταση αυτή δεν διευκολύνει την ινδική κυβέρνηση, η οποία επιδιώκει μεν να διατηρήσει τις αγορές φθηνού ρωσικού πετρελαίου και τη φήμη της ως μία αναδυόμενη δύναμη, αλλά δεν σχεδιάζει να συγκρουστεί ανοιχτά με τα δυτικά κράτη προς το παρόν, έχοντας μία στάση εξισορροπιστή.
Έτσι, η Ινδία αρχίζει σταδιακά να μειώνει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, με τους αναλυτές να περιμένουν πως η ουσιώδης διαφορά θα φανεί από τις αρχές του 2026. Οι Ινδοί εισαγωγείς θα πρέπει να λύσουν το θέμα των εκκρεμών συμφωνιών με τους Ρώσους εμπόρους, καθώς και να εξασφαλίσουν εναλλακτικές προμήθειες σε λογικές τιμές. Εντός αυτού του πλαισίου, οι πρόσφατες δηλώσεις του Αμερικανού Προέδρου πως η Ινδία σταματήσει τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου είναι μάλλον ευχολόγια εκ μέρους του, με τους Ινδούς αξιωματούχους να ξεκαθαρίζουν πως κάτι τέτοιο δεν ειπώθηκε ποτέ.

Οι αγοραστές των ρωσικών ορυκτών καυσίμων για τον Σεπτέμβριο 2025. Πηγή: CREA.
Το πετρέλαιο είναι μόνο η μία πλευρά του νομίσματος. Μολονότι πολύ μικρότερο σε ποσοστό των εξαγωγών και εσόδων, το φυσικό αέριο συνιστά μία άλλη πηγή χρηματοδότησης για το Κρεμλίνο.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, η ΕΕ παραμένει η μεγαλύτερη εισαγωγέας ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγών και LNG, κάτι που στοχεύει να αλλάξει εντός του 2026 με βάση το νέο σχέδιο διακοπής των εισαγωγών ρωσικών καυσίμων. Η Κίνα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εισαγωγέας και στις δύο κατηγορίες, επιδεικνύοντας αντίστοιχη αδιαφορία για τις δυτικές κυρώσεις και σε αυτόν τον τομέα. Μάλιστα, η Κίνα φαίνεται να εισήγαγε LNG από τη μονάδα Arctic LNG 2 στη Σιβηρία, η οποία υπόκειται σε κυρώσεις από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία.
Εντύπωση προκαλεί και η συνεχιζόμενη παρουσία της Ιαπωνίας ως η τρίτη μεγαλύτερη αγοραστής ρωσικού ΥΦΑ. Εκ πρώτης όψεως, το Τόκιο συνεργάζεται με τους υπόλοιπους G-7 για τις δράσεις εναντίον της Ρωσίας, όμως η διακοπή των δικών του εισαγωγών αποτελεί πιο περίπλοκη εξίσωση. Το ρωσικό LNG φτάνει το 9% των συνολικών εισαγωγών της Ιαπωνίας, ενώ οι ιαπωνικές επιχειρήσεις διαθέτουν πολυετή συμβόλαια με τις ρωσικές εταίρους τους, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση πολλών ευρωπαϊκών. Η ακύρωση αυτών των συμφωνιών δεν είναι καθόλου εύκολη, μιας και μπορεί να οδηγήσει σε δικαστικές αντιδικίες και αντίποινα εκ μέρους της Μόσχας.
Η Ιαπωνία βρίσκεται εν μέσω διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ για αύξηση των εισαγωγών αμερικανικού LNG, όμως αυτό θα σήμαινε αύξηση του κόστους, ειδικά αν το Τόκιο αναγκαζόταν να επενδύσει δισεκατομμύρια στο υπερφιλόδοξο έργο Alaska LNG, όπως επιθυμεί ο Πρόεδρος Τραμπ.
Δεν λείπουν και εκείνοι που κατηγορούν τους δυτικούς για αναντιστοιχία μεταξύ λόγων και πράξεων. Για παράδειγμα, Ουγγαρία, Σλοβακία, και Τουρκία συνεχίζουν επίσης να εισάγουν ρωσικά καύσιμα, χωρίς όμως να έχουν στοχοποιηθεί από τις ΗΠΑ ή την ΕΕ. Ταυτόχρονα, οι αναλυτές εξηγούν πως παρά τις κυρώσεις, οι δυτικές δυνάμεις δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν τις εξαγωγές από τις ρωσικές υποδομές που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο, ούτε να πλήξουν τον σκιώδη στόλο.