Υποχωρούν από το πρωΐ οι ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου, με τα futures στο TTF να διαπραγματεύονται στα όρια των 46 ευρώ/MWh, με ισχυρή πτώση άνω του 4%. Η διατήρηση των τιμών του ορυκτού καυσίμου σε αυτά τα επίπεδα, το τελευταίο χρονικό διάστημα αποτελεί καλή είδηση για τις αγορές και τις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρώπης, εν όψει, πιθανώς, ενός πιο βαρύ χειμώνα από πέρυσι.  Εν τούτοις, η ΕΕ δεν μένει με σταυρωμένα χέρια Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, κυκλοφόρησε η είδηση ότι η Chevron διαπραγματεύεται παραδόσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την Ένωση, με όρους σύμβασης 15ετίας.

 

Η είδηση ήρθε στον απόηχο άλλων τριών μακροπρόθεσμων συμφωνιών από ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες με το Κατάρ, τον Οκτώβριο. Η ΕΕ, που έχει γίνει μεγαλύτερος εισαγωγέας αμερικανικού LNG, ανακοίνωσε πρόσφατα ότι οι αποθήκες φυσικού αερίου στα όρια δικαιοδοσίας της είναι σχεδόν κατά 100% πλήρεις.

Είναι χαρακτηριστικό της πυρετώδους προσπάθειας της Ένωσης να εξασφαλίσει όσο το δυνατό μεγαλύτερες ποσότητες αερίου για τις χώρες-μέλη το ότι έγινε γνωστό πως οι ευρωπαϊκές χώρες ξεκίνησαν να αποθηκεύουν φυσικό αέριο στην Ουκρανία, ακριβώς επειδή οι δικές τους αποθήκες είναι ήδη γεμάτες με επαναεριοποιημένο LNG που αγοράστηκε τους προηγούμενους μήνες. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι περί τα 30 δεξαμενόπλοια μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου κατευθύνονται σήμερα με προορισμό ευρωπαϊκά λιμάνια στα οποία αναμένεται να καταπλεύσουν έως το τέλος του μήνα.  Μεταξύ αυτών και τρία ρωσικά δεξαμενόπλοια!

Επίσης, η Γερμανία έχει ήδη κατασκευάσει και θέσει σε λειτουργία τρεις πλωτούς τερματικούς σταθμούς εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου, FSRU, το τελευταίο έτος και προετοιμάζει να εγκαταστήσει άλλους τρεις. Παρ' όλα αυτά, το μπλοκ δεν είναι ούτε κατά διάνοια έτοιμο για τον χειμώνα. Επίσης, δεν φαίνεται να είναι προετοιμασμένο για μια ενεργειακή μετάβαση.

Όλα τούτα δείχνουν ότι οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μειώσει την εξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα παραπέμπονται στις καλένδες, ένεκα της αδυναμίας να καλυφθούν επί του παρόντος, οι ενεργειακές ανάγκες για θέρμανση και ηλεκτροπαραγωγή, με «φθηνή» πράσινη ενέργεια.

Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η ΕΕ μένει αδρανής σε αυτό το μέτωπο. Οι χώρες-μέλη επενδύουν ολοένα και περισσότερα κεφάλαια σε νέες αιολικές και ηλιακές μονάδες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

(Eμπορικά αποθέματα φυσικού αερίου, ΕΕ-HB, 2017-2023/ Πηγή: ICIS) 

Το περίεργο με την Ευρώπη είναι ακόμη και εάν οι αποθήκες φυσικού αερίου βρίσκονται στο 100% της χωρητικότητάς τους, όπως διατείνεται, εν τούτοις, δεν εξασφαλίζει τον εφοδιασμό της περιοχής εν όψει του χειμώνα. Γι’ αυτό άλλωστε το λόγο και παρατηρείται έντονη κινητικότητα δεξαμενοπλοίων μεταφοράς LNG προς τα λιμάνια της ηπείρου, που αναμένονται τον Νοέμβριο και πιθανώς και τον Δεκέμβριο.

Το πρόβλημαέγκειται, σύμφωνα με τους ειδήμονες της αγοράς, στο γεγονός ότι κανένα μέλος της ΕΕ δεν διαθέτει αποθηκευτική ικανότητα που να καλύπτει το 100% της ζήτησης φυσικού αερίου ανά πάσα στιγμή χρειαστεί. Εξ ου και το ισχυρό ρεύμα εισαγωγών, όπως και η στροφή στην αποθήκευση αερίου στην Ουκρανία, παρά τις απειλή διαταραχών εξαιτίας των πολεμικών συγκρούσεων στη χώρα. Προς τούτο κατατείνουν και τα μακροπρόθεσμα deals – 27ετούς διάρκειας- που συνήψαν οι Shell, Eni και TotalEnergies με την Qatar Energy.

Η περιορισμένη αποθηκευτική ικανότητα και η έλλειψη παραγωγής αερίου σε επίπεδο ΕΕ είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο, παρά τις διαβεβαιώσεις για επάρκεια καυσίμου τον επερχόμενο χειμώνα, οι γερμανικές ρυθμιστικές αρχές καλούν για περιορισμό της  κατανάλωσης.

Το θέμα του περιορισμού στην κατανάλωση φυσικού αερίου είναι ζωτικής σημασίας εξαιτίας της στενότητας που παρατηρείται στην παγκόσμια αγορά LNG. Για την Ευρώπη, ειδικότερα, η στενότητα αντικατοπτρίζει την ανάγκη της να αντικαταστήσει με υγροποιημένο αέριο πάνω από 100 bcm ρωσικού αερίου από αγωγούς, που δεν είναι πλέον διαθέσιμα. Yπ’ αυτή την έννοια, η εικόνα Ευρωπαίων αξιωματούχων να προεξοφλούν πέρυσι ότι η ΕΕ είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της προς τους καταναλωτές να μην ανταποκρίνεται, ενδεχομένως, στην πραγματικότητα. Και αυτό, χωρίς να βάλουμε στον παρονομαστή την αμετροέπεια με την Ευρώπη υποστηρίζει ότι θα καταφέρει να πετύχει τους κλιματικούς στόχους της για το 2030 και το 2050, δίχως φυσικό αέριο και μόνο με χρήση ΑΠΕ, συμπεριαλαμβανομένης της υδροηλεκτρικής ενέργειας και των πυρηνικών –το υδρογόνο καθυστερεί ακόμη να συμμετέχει ουσιαστικά στο μείγμα.

Και ενώ οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στο κέντρο λήψης αποφάσεων, στις Βρυξέλλες, παίζουν με τη φωτιά, στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση Σούνακ προωθεί τάχιστα την υιοθέτηση νέας νομοθεσίας που ανοίγεοι το δρόμο για νέους ετήσιους γύρους αδειοδότησης πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Βόρεια Θάλασσα

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ισχυρίζονται πως με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει η χώρα  να δημιουργήσει έναν ιστό ασφαλείας για τη βιομηχανία και τους οικιακούς καταναλωτές στην πορεία προς Πράσινη Μετάβαση.

Τον Ιούλιο η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα χορηγήσει περισσότερες από 100 νέες άδειες έρευνας πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Βόρεια Θάλασσα που θα είναι συμβατές με τους περιβαλλοντικούς στόχους της κυβέρνησης, ενώ διευκρίνησε ότι η απαίτηση για νέους γύρους ετησίως, θα εξαρτάται από το αν η εγχώρια παραγωγή θα καθίσταται πιο “πράσινη” από τις εισαγωγές ενέργειας.

Οι γύροι αδειοδότησης θα προχωρούν μόνο εφόσον το Ηνωμένο Βασίλειο προβλέπεται να εισάγει περισσότερο πετρέλαιο και φυσικό αέριο από άλλες χώρες από ό,τι παράγει το ίδιο και εάν η παραγωγή βρετανικού φυσικού αερίου συνδέεται με χαμηλότερες εκπομπές από ό,τι η εισαγωγή LNG,  δηλώνει η κυβέρνηση.

"Η εγχώρια ενέργεια θα διαδραματίσει καίριο ρόλο στη μετάβαση προς το καθαρό μηδέν", δήλωσε ο Πρωθυπουργός της χώρας.

Η αντιπολίτευση παραμένει ωστόσο στην αντίπερα όχθη αυτής της λογικής, με τους Εργατικούς να δηλώνουν ότι θα πάψουν να εκδίδουν νέες άδειες έρευνας υδρογονανθράκων στην Βόρεια Θάλασσα, αν και “θα σεβαστούν εκείνες που θα έχουν ήδη χορηγηθεί πριν από τις εκλογές.”