Για τις Φωτιές Δεν Φταίει η Κλιματική Αλλαγή!

Εδώ και μερικά χρόνια έχει καθιερωθεί από κυβερνήσεις και ΜΜΕ να αποδίδουν όλα τα «ακραία», αλλά και δυσμενή καιρικά φαινόμενα στην λεγόμενη Κλιματική Αλλαγή, είτε πρόκειται για βροχοπτώσεις, είτε για χιονοπτώσεις η για υψηλές θερμοκρασίες. Έτσι, όλα τα απλά, γνωστά και αναμενόμενα-ανάλογα με την εποχή του έτους- καιρικά φαινόμενα αποδίδονται πλέον από την επίσημη πολιτεία και τα μιντιακά φερέφωνά της στην Κλιματική Αλλαγή. Έτσι και το τρέχον κύμα καύσωνα δεν αποτελεί εξαίρεση. Απεναντίας, συντείνει στην μετονομασία, από τα ΜΜΕ, της Κλιματικής Αλλαγής σε « Κλιματική Καταστροφή»

energia.gr
Σαβ, 22 Ιουλίου 2023 - 14:41

Την θέση αυτή έρχονται να ενισχύσουν τα τηλεοπτικά πλάνα από διάφορες χώρες που δείχνουν δάση να καίγονται και ποταμούς να ξεχειλίζουν, κάτι όχι και τόσο σπάνιο που συμβαίνει εδώ και εκατοντάδες χρόνια. Μόνο που τότε δεν υπήρχε η εικονιστική ευκολία και τις ειδήσεις αυτές τις διάβαζες στις στήλες των εφημερίδων ή τις άκουγες στο ραδιόφωνο.

Μπορεί κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών να παρατηρούνται ορισμένες προς τα άνω αποκλίσεις στην μέση θερμοκρασία του πλανήτη, όμως πολύ απέχουν από το να συνιστούν μόνιμη τάση, καθ’ ότι υπάρχουν σοβαρές αυξομειώσεις από χρόνο σε χρόνο. Η δε παρατηρούμενη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας κατά 1,1 C τα τελευταία 180 χρόνια είναι αναμενόμενη, τόσο λόγω της τεράστιας αύξησης του πληθυσμού και της επακόλουθης επέκτασης της ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας. Επιπλέον, υπάρχουν αρκετοί άλλοι παράγοντες πλην των ανθρωπογενών που συμβάλλουν στην αλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Κλιματική Αλλαγή είναι ένα φυσικό φαινόμενο που συμβαίνει εδώ και εκατομμύρια χρόνια και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την δραστηριότητα στην επιφάνεια του ´Ηλιου, που είναι και η πηγή ενέργειας που επηρεάζει την συμπεριφορά της θερμοκρασίας στους γύρω από αυτόν πλανήτες. Βέβαια, υπάρχουν και τα αέρια του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, αλλά οι μεταβολές τους είναι απειροελάχιστες ποσότητες που μετριούνται σαν μέρη στο εκατομμύριο. Όμως, και αυτά εάν θελουμε να μειώσουμε, πέρα από την στροφή μας σε καθαρές μορφές ενέργειας - η οποία πρέπει να γίνει οργανωμένα γιατί διαφορετικά κινδυνεύουμε να τινάξουμε την παγκόσμιο οικονομία στον αέρα και να οδηγηθούμε σε φτωχοποίηση- δεν έχουμε παρά να φυτεύσουμε περισσότερα φυτά και δέντρα. Δυστυχώς, όμως, δεν βλέπουμε παρόμοιες πρωτοβουλίες από επισήμους φορείς. Αντίθετα, στην Ελλάδα το ισχύον καθεστώς ανεξαρτήτως κυβερνήσεων ενθαρρύνει το « κτίσιμο» κάθε διαθέσιμης επιφάνειας και το ξερίζωμα και καταστροφή της απανταχού χλωρίδας. Γι’ αυτό οι φωτιές εφέτος το καλοκαίρι, και κάθε χρόνο, δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν αφού εντάσσονται στην νεοελληνική κουλτούρα της αέναης οικοπεδοποίησης και τσιμεντοποίησης.

Και ασφαλώς το κύμα έντονου καύσωνος που παρατηρείται εφέτος σε όλη την Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο η μοναδικό. Υπήρξαν αρκετοί περίοδοι εν μέσω θέρους τα τελευταία 170 χρόνια, από τότε δηλαδή που κρατούνται αρχεία από επίσημες μετρήσεις, όπου οι θερμοκρασίες ξεπερνούσαν τους 40 βαθμούς Κελσίου. Αυτό ίσως που διαφέρει είναι η χρονική διάρκεια η οποία έχει αυξηθεί κατά μια η δυο ημέρες. Όμως, ειδικά στην περίπτωση της Αθήνας και άλλων μεγάλων πόλεων στην Ελλάδα, η αίσθηση των υψηλών θερμοκρασιών είναι απείρως μεγαλύτερη απ’ ό, τι σε αλλά μέρη του κόσμου. Αυτό συμβαίνει για δυο βασικούς λόγους. Πρώτον, η Αθήνα έχει ελάχιστους ανοικτούς και πράσινους χώρους και δικαίως έχει βαθμολογηθεί ως η πόλη με το λιγότερο πράσινο ανά κάτοικο στο βόρειο ημισφαίριο. Δεύτερον, η πολύ πυκνή δόμηση και η ακαταλληλότητα των υλικών στα κτίρια και στο οδόστρωμα συμβάλλουν στην δημιουργία υψηλής θερμικής μάζας πράγμα που μοιραία οδηγεί στην δημιουργία του φαινομένου της θερμικής νήσου (heat island) Αυτό έχει ως άμεσο συνέπεια οι κάτοικοι της Αθήνας να βιώνουν θερμοκρασίες αρκετά υψηλότερες (3 με 4 βαθμούς πιο πάνω) από αυτές που μετρώνται στα προάστια και στην ύπαιθρο.

Και για να επιστρέψουμε στις φετινές και «αναμενόμενες» πυρκαγιές, αυτές οφείλονται κατά κύριο λόγο στην ύπαρξη άφθονου εύφλεκτου υλικού που συγκεντρώνεται κατά την διάρκεια του χειμώνα, αφού τόσο δήμοι και οι κάτοικοι δεν ενδιαφέρονται ή δεν μπορούν να το μετακινήσουν, στην έλλειψη αντιπυρικών ζωνών και γενικά στην έλλειψη κουλτούρας πρόνοιας για την πρόληψη των πυρκαγιών. Ένας άλλος παράγοντας που οπωσδήποτε συμβάλλει στην εμφάνιση των πυρκαγιών είναι οι διάσπαρτες ανθρώπινες δραστηριότητες μέσα σε δασικές περιοχές- που παλαιότερα δεν υπήρχαν – όπου, λόγω της παράνομης δόμησης (βλέπε αυθαίρετα), τα τελευταία 70 χρόνια από μόνες τους αποτελούν δυνητικές εστίες φωτιάς. Ακόμα, ένας σημαντικός παράγοντας είναι η συστηματική εγκατάλειψη της υπαίθρου και η συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής και οι πέριξ αυτής δραστηριότητες. Γιατί, όπως πολύ εύστοχα εξηγεί ο Άγγελος Κωβαίος (εδώ), η εγκατάλειψη της υπαίθρου, χάρη στην στροφή στον τουρισμό και στις υπηρεσίες, είχε ως αποτέλεσμα « να μην υπάρχουν σήμερα άνθρωποι και εργαζόμενοι να φροντίσουν τα χωράφια ενώ δεν υπάρχουν και δημοτικές ή κατά τόπους αρχές, οι οποίες θα μεριμνήσουν για αποψιλώσεις, καθαρισμούς, αρδευτ ικά έργα και υποδομές, και πάει λέγοντας». Παρά το γεγονός ότι οι φωτιές πέριξ της Αττικής (εδώ) δεν άναψαν σε αγροτικές περιοχές, υπάρχει θέμα οικιστικής πολιτικής και για δομές και υποδομές σε περιοχές όπου ξεφυτρώνουν σπίτια και επαύλεις με μαγικό τρόπο.

Όλοι οι ανωτέρω παράγοντες ευθύνονται, ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί συνδυαστικά, για την απαράδεκτη κατάσταση του ετήσιου πυρπολισμού δασικών και θαμνωδών περιοχών. Και ας μην σπεύσουν οι γνωστοί περιβαλλοντολόγοι να μας πουν ότι για τις φωτιές φταίνε οι υψηλές θερμοκρασίες (ελέω Κλιματικής Αλλαγής), γιατί προκειμένου να υπάρξει αυτανάφλεξη ξύλινης μάζας ή ξηρών χόρτων απαιτούνται θερμοκρασίες άνω των 180 βαθμών Κελσίου. Τέτοιες θερμοκρασίες δεν απαντώνται μέσα σε δάση ή σε ανοικτούς χώρους σε περιαστικές περιοχές. Άρα, οι φωτιές έχουν πρωτίστως την αιτία τους σε ηθελημένη ή τυχαία ανθρώπινη παρέμβαση - με την επιτυχή πρόληψη και την αποτελεσματική καταπολέμηση να αποτελούν το μεγάλο διακύβευμα.