Αν κάποιος μιλάει με τον Ιμπραήμ Καλίν, είναι σχεδόν σαν να μιλάει με τον τούρκο πρόεδρο. Ο κατά πάσαν βεβαιότητα, όταν γραφόταν αυτό το κείμενο, νέος επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ), πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας και τέως εκπρόσωπος της προεδρίας είναι διαχρονικά ο πιο στενός συνεργάτης του Ταγίπ Ερντογάν.

Και κυρίως, είναι ο μόνος, ίσως, άνθρωπος που μπορεί να καθοδηγήσει τον απόλυτο κυρίαρχο της χώρας. Ή, έστω, να αποτρέψει την εφαρμογή μιας αλλοπρόσαλλης επιλογής του.

Ο Χακάν Φιντάν είναι ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας – και τέως διοικητής της ΜΙΤ. Οταν στο παρελθόν ζητήθηκε από τον Ερντογάν να περιγράψει τι είναι ο Φιντάν, εκείνος απάντησε: «Είναι ο μυστικοφύλακάς μου. Είναι και ο μυστικοφύλακας του κράτους».

Καλίν και Φιντάν επελέγησαν να στελεχώσουν τις δύο πλέον κομβικές θέσεις στο τουρκικό κράτος. Αμφότεροι άριστοι γνώστες του αντικειμένου τους, αποτυπώνουν πριν από κάθε τι άλλο τη διάθεση του Ερντογάν για μια περισσότερο τεχνοκρατική διακυβέρνηση. Αποδεικνύεται, όμως, επιπλέον η διάθεση του τούρκου προέδρου να μικρύνει τον κύκλο αυτών που τον περιστοιχίζουν.

Καλίν και Φιντάν, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως άνθρωποι της απόλυτης εμπιστοσύνης του τούρκου προέδρου. Το πράγμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον αν κανείς αναλογιστεί ότι οι δύο «φρουροί» του Ερντογάν είναι κατεξοχήν –και ίσως τα μοναδικά– στελέχη της ευρύτερης κάστας εξουσίας που έχουν, όχι απλώς τη δύναμη να επηρεάσουν τον τούρκο πρόεδρο, αλλά και τη δυνατότητα να χαράξουν οι ίδιοι την πολιτική της Αγκυρας. 

Ο 55χρονος Φιντάν όχι απλώς ήλεγχε όλα όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό της χώρας, αλλά διέθετε ευρύτατο δίκτυο πληροφοριών στην ευρύτερη περιοχή και ειδικότερα όπου δραστηριοποιούνται οι τουρκικές Ενοπλες Δυνάμεις: Συρία, Ιράκ, Λιβύη, Καύκασο. Πέραν αυτών, είναι ο άνθρωπος που τα τελευταία οκτώ χρόνια κινεί τα τουρκικά νήματα σε αυτό το ιδιότυπο παιχνίδι ισορροπίας της Αγκυρας με τους ισχυρούς παίκτες της Μέσης Ανατολής: Ισραήλ, Ιράν και Σαουδική Αραβία. Φυσικά, θα κληροδοτήσει τόσο τα δίκτυα όσο και τις δραστηριότητές του στον Ιμπράημ Καλίν. Και ο Καλίν, βέβαια, αναλαμβάνει να συνεχίσει το δυσχερές και πολύπλοκο έργο του προκατόχου του. Να ελέγξει την κατάσταση στα σύνορα και στη ζώνη τουρκικής κατοχής συριακού εδάφους. Να διατηρήσει την ισχυρότατη –στρατιωτική και πολιτική– επιρροή της Αγκυρας στη μετεμφυλιακή Λιβύη. Να επουλώσει το τραύμα στις διπλωματικές σχέσεις της Τουρκίας με τον μουσουλμανικό και τον αραβικό κόσμο. Και κυρίως, να επεκτείνει την πολυπλόκαμη εμπλοκή της Τουρκίας στον άξονα που ξεκινά από τον Καύκασο και φθάνει έως την Υποσαχάρια Αφρική.

Ο Φιντάν, διπλωμάτης και στέλεχος των Ενόπλων Δυνάμεων σύμφωνα με τα ελάχιστα δημόσια στοιχεία του βιογραφικού του, υπήρξε ο πρωταγωνιστής της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης της Αγκυρας με το ριζοσπαστικό κουρδικό στοιχείο, δηλαδή το ΡΚΚ. Επικεφαλής της ΜΙΤ κατά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, ο νέος υπουργός Εξωτερικών διατηρούσε επαφές με το δίκτυο Γκιουλέν όταν ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες – φυσικά, πριν από τη ρήξη του Ερντογάν με τον εξόριστο ιεροκήρυκα.

Μετά από εκείνον τον αιματηρό Ιούλιο, ο επικεφαλής μυστικός πράκτορας, ο οποίος προφανώς γνώριζε νωρίτερα τα σχέδια των πραξικοπηματιών, ενορχήστρωσε την πολύπλοκη επιχείρηση εκκαθάρισης χιλιάδων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι –υποτίθεται– ανήκαν στην «τρομοκρατική οργάνωση» του Γκιουλέν, την FETO. Ο Ερντογάν είχε στο πλάι του τον Φιντάν στις περισσότερες συναντήσεις του με ξένους ηγέτες – σαν να προμήνυε ότι τον προορίζει για κάτι μεγαλύτερο. Σαν να τον ανταμείβει για τα όσα αυτός του προσέφερε τα τελευταία χρόνια.

Φιντάν και Καλίν ανήκουν στην ίδια γενιά τούρκων υψηλόβαθμων γραφειοκρατών – έχουν άλλωστε διαφορά ηλικίας μόλις τέσσερα χρόνια. Ενα άλλο στοιχείο που τους ενώνει είναι οι σπουδές στις ΗΠΑ, αλλά και η εκτίμηση που δείχνουν αμερικανοί διπλωμάτες –και όχι μόνο– στο πρόσωπό τους. Με διδακτορικό στον Ισλαμικό Κόσμο από το φημισμένο πανεπιστήμιο George Washington και συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Το Ισλάμ και η Δύση», ο Καλίν κινείται πολύ άνετα και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, έχοντας την ευχέρεια να μιλήσει με κορυφαίους κρατικούς αξιωματούχους, ανεξαρτήτως εθνικότητας.

Είναι χαρακτηριστικό πως, όταν την άνοιξη του 2022 τα πράγματα στα Ελληνοτουρκικά άρχισαν να ξεφεύγουν, ήταν ο Καλίν αυτός που, κατόπιν συνομιλιών (τόσο στο τηλέφωνο όσο και εκ του συνέγγυς) με τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν, τραβούσε –για λίγο– το χαλινάρι των τουρκικών προκλήσεων επί του πεδίου και της ρητορικής. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που, όντας στο πλάι του Ερντογάν από το 2009, μπορεί με ευκολία να διαπραγματευθεί τη μία στιγμή με την Ουάσινγκτον για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και την επόμενη να διατυμπανίσει ότι η Τουρκία δεν έχει ανάγκη τα αμερικανικά F-16, καθώς είναι σε θέση να βρει άλλες πηγές προμήθειας όπλων.

Αντιστοίχως και ο Φιντάν. Σπούδασε στο Μέριλαντ και έλαβε διδακτορικό από το Μπιλκέντ της Αγκυρας, ενώ υπηρέτησε σε οργανώσεις των Ηνωμένων Εθνών στην Ευρώπη, καθώς και στο ΝΑΤΟ. Ως επικεφαλής της ΜΙΤ είχε την άνεση να συνομιλεί αλλά και να συναντάται τακτικά με τον αμερικανό ομόλογό του, τον εκάστοτε διευθυντή της CIA, γεγονός που αποδεικνύει τις καλές σχέσεις του με την Ουάσινγκτον. Μένει να φανεί αν, πώς, σε τι βαθμό και κυρίως υπέρ ποιου θα κεφαλαιοποιηθούν αυτές οι σχέσεις και οι εκλεκτικές συγγένειες.

Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου που μας αφορά είναι ποια θα είναι η πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Πριν από την ανακοίνωση των μελών του τουρκικού Υπουργικού Συμβουλίου, οι περισσότεροι πίστευαν ότι ο Καλίν θα ήταν αυτός που θα αντικαθιστούσε τον Τσαβούσογλου. Αλλωστε, τα τελευταία χρόνια, ο εξ απορρήτων του Ερντογάν ήταν αυτός που είχε ανοικτούς διαύλους με την Αθήνα. Ο Καλίν συνομιλούσε με την πρώην επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του Κυριάκου Μητσοτάκη, Ελένη Σουρανή. Ηταν αυτός που συμμετείχε στην περίφημη τριμερή που έστησαν οι Γερμανοί στις Βρυξέλλες, παρουσία της τότε διπλωματικής συμβούλου του πρώην πρωθυπουργού, Μαρίας Μπούρα. Και είναι ένας πολιτικός άνδρας που γνωρίζει σε βάθος το γεωπολιτικό τοπίο της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ στις δημόσιες παρουσίες του θωράκιζε με τον καλύτερο τρόπο τα ψευδεπίγραφα επιχειρήματα της Άγκυρας περί της αποστρατιωτικοποίησης, της Συνθήκης της Λωζάννης, των «γκρίζων ζωνών», του casus belli.

Οπως θα έκανε ο Καλίν, έτσι και ο Φιντάν είναι βέβαιο ότι θα φέρει μια διαφορετική ποιότητα από τον Τσαβούσογλου στην τουρκική διπλωματία. Οπως για τον Καλίν έτσι κι για τον Φιντάν δεν θα είναι δύσκολο να επικοινωνεί με την Ουάσιγκτον και την Αθήνα. Η «τεχνογνωσία», άλλωστε, θα κληρονομηθεί από τον έναν στον άλλο.

Υπάρχει, όμως, και κάτι άλλο βασικό που δεν αλλάζει. Οπως συνέβαινε με την προηγούμενη τουρκική κυβέρνηση, έτσι θα συμβεί και τώρα: Ο τουρκικός αναθεωρητισμός σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο θα είναι πάλι παρών. Διότι είναι δομικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της γείτονος. Αλλά είναι και δομικό στοιχείο του επεκτατικού οράματος του Ταγίπ Ερντογάν. Ανεξαρτήτως, όμως, του οποιουδήποτε ελληνοτουρκικού «μήνα του μέλιτος», μετά τις εκλογές η ελληνική κυβέρνηση θα έχει να αντιμετωπίσει ένα σαφώς αναβαθμισμένο –πολιτικά, διπλωματικά, τεχνοκρατικά– επιτελείο στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών. Επιστέγασμα αυτού, θα είναι φυσικά, ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος, ο οποίος θα συνεχίσει να λειτουργεί με πυξίδα το θυμικό, ενεργοποιώντας την εθνικιστική ταυτότητα του λαού του.

Καλίν και Φιντάν, πάντως, μοιάζει να αλληλοσυμπληρώνονται. Και φαίνεται πως αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας τις δύσκολες αποστολές της Αγκυρας, στη βάση του νέο-οθωμανικού οράματος του «Αιώνα της Τουρκίας». Αν στηριζόμενος κανείς στο προφίλ των δύο νέων ισχυρών ανδρών του τουρκικού κράτους, περιμένει μια στροφή 180ο του Ερντογάν προς τη Δύση, μάλλον θα διαψευσθεί, ειδικά όσον αφορά τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις, οι οποίες δεν πρόκειται να αμφισβητηθούν, τουλάχιστον σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο. Ναι μεν αναμένεται να ξεκινήσει μια διαδικασία σύγκλισης με τη Δύση, ιδίως στο πεδίο της οικονομίας προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα δυσεπίλυτα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία, αλλά πρωταρχικός στόχος του Ερντογάν θα παραμείνει η μετατροπή της χώρας του σε ηγεμόνα του μουσουλμανικού κόσμου. Και ακόμα παραπάνω: Σε παίκτη που θα επηρεάζει εν συνόλω την Κεντρική Ασία, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ανατολική Μεσόγειο. Σε γεωπολιτικό παράγοντα που δεν ακολουθεί, αλλά δημιουργεί ο ίδιος τις εξελίξεις.

Καλίν και Φιντάν διαθέτουν το ειδικό βάρος, τη γνώση και την προσωπικότητα, για να χαράξουν τη μελλοντική στρατηγική της Τουρκίας. Θέτοντας προφανώς και τα θεμέλια για τη διαδοχή του Ταγίπ Ερντογάν- όταν έρθει αυτή η ώρα.

 

*Από Protagon.gr