Οι Επιπτώσεις της Ενεργειακής Κρίσης σε Ε.E. & Ρωσία –Πού Βρισκόμαστε Ένα Χρόνο Μετά

Οι Επιπτώσεις της Ενεργειακής Κρίσης σε Ε.E. & Ρωσία –Πού Βρισκόμαστε Ένα Χρόνο Μετά
του Αδάμ Αδαμόπουλου
Τετ, 8 Φεβρουαρίου 2023 - 08:05

Στις 24 Φεβρουαρίου 2022 η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Ήταν η αρχή ενός νέου κεφαλαίου βίας στην ιστορία της περιοχής που επηρέασε όπως ήταν επόμενο, την πολιτική,  την οικονομία και την ενέργεια στην Γηραιά ήπειρο. Εκείνη την ημέρα, η τιμή του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης, φυσικού αερίου, στο ολλανδικό TTF, έκανε άλμα 23 ευρώ/MWh και από τα 83,18 ευρώ μια ημέρα νωρίτερα, έφθασε στα 106, 10 ευρώ/MWh, στην πρώτη ένδειξη της κλιμάκωσης μιας κρίσης στο χώρο της ενέργειας που είχε ξεσπάσει το καλοκαίρι του 2021, που κορυφώθηκε στις 25 Αυγούστου 2022, όταν τα futures του TTF έφθασαν στο απόγειό τους, των 339,20 ευρώ/MWh.

 

Η αποκλιμάκωση από εκείνα τα ύψη ήταν, όμως, εξίσου εντυπωσιακή. Από τις 21 Δεκεμβρίου 2022 που οι τιμές στο TTF έπεσαν κάτω από τα 100 ευρώ/MWh ουδέποτε επέστρεψαν σε αυτά τα επίπεδα. Χθες, Τρίτη 7 Φεβρουαρίου, τα futures φυσικού αερίου για παραδόσεις Μαρτίου, στον ολλανδικό κόμβο, έκλεισε στα 55,40 ευρώ/MWh.

Ανάλογη είναι η εικόνα στις αγορές πετρελαίου. Το δίδυμο πλήγμα από την πανδημία του Covid-19 και του πολέμου στην Ουκρανία έστειλε τις τιμές του Brent, που θεωρείται το διεθνές benchmark, πάνω από 130 δολάρια ανά βαρέλι, τον Μάρτιο του 2022, ήτοι σε νέο υψηλό 14 ετών, καθώς τέθηκαν σε ισχύ οι διεθνείς κυρώσεις που στόχευαν στη ρωσική βιομηχανία ενέργειας. Έκτοτε, οι τιμές αποκλιμακώνονται σταθερά, με αποτέλεσμα οι τιμές των συμβολαίων του αργού Βόρειας Θάλασσας για παραδόσεις Μαρτίου, να κινούνται, με μικρές αποκλίσεις,  στο εύρος διακύμανσης των 79-83 δολαρίων ανά βαρέλι.  

Η ενέργεια και οι παραφυάδες της βρέθηκαν για πρώτη φορά έπειτα από πολλές δεκαετίες, στο επίκεντρο της προσοχής της κοινωνίας των πολιτών, ενώ απετέλεσε κεντρική προτεραιότητα για τις κυβερνήσεις, ιδίων των χωρών της Ευρώπης. Ο αρχικός πανικός έδωσε τη θέση του στην αγωνία για το μέλλον των οικονομιών που πάσχιζαν να ανακάμψουν μετά τις βαριές επιπτώσεις της διετούς περιόδου που διαρκούσε η πανδημία. Κορυφαίοι οργανισμοί και αναλυτές προέβλεπαν ζοφερό το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία κινδύνεψε σοβαρά να διολισθήσει σε μια καταστροφική περίοδο στασιμοπληθωρισμού που θα ανέτρεπε τα φιλόδοξα σχέδια της Ε.Ε. για την Πράσινη Ανάπτυξη. 

Η συσπείρωση των χωρών-μελών και οι σμβιβασμοί που επιτεύχθηκαν στο μεσοδιάστημα, διέσωσαν τους 27 από τα χειρότερα, ενώ η κινητοποίησή τους για απεξάρτηση από την ρωσική ενέργεια και διαφοροποίηση των πηγών προμηθειών αερίου, απέφερε ένα καταλυσμό εισαγωγών LNG, ιδίως από τις ΗΠΑ και το Κατάρ. 

Σε συνδυασμό με τις πολιτικές για περιορισμό της κατανάλωσης φυσικού αερίου, την έγκαιρη πλήρωση των ευρωπαϊκών αποθηκών φυσικού αερίου, και τον γενικά πιο ήπιο, έως τώρα, χειμώνα, κατέστη δυνατό να συγκρατηθεί το συνολικό κόστος της ενέργειας που λίγο έλλειψε να τινάξει στον αέρα δυνητικά εύρωστους προϋπολογισμούς ανά την Ευρώπη.

    

(Ετήσια μεταβολή τιμών Brent  - Μάρτιος 2022-Φεβρουάριος 2023. Πηγή: markets.businessinsider.com)

(Ετήσια μεταβολή τιμών TTF -Mάρτιος 2022-Φεβρουάριος 2023. Πηγή: Yahoo Finance. com)  

Το ερώτημα παραμένει, όμως: εάν συνεχιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία και μεταβληθούν ορισμένα θεμελιώδη δεδομένα στις αγορές φυσικού αερίου και πετρελαίου (π.χ. ανάκαμψη της ζήτησης από την Κίνα) θα είναι η Ευρώπη σε θέση να ανταπεξέλθει σε μια τέτοια περίπτωση, όταν και εκτιμάται ήδη ότι ο κύριος όγκος των φορτίων LΝG θα ανακατευθυνεί προς τις αγορές της Ασίας. Και πώς θα επιδράσει μια τέτοια αναστροφή του κλίματος στις αγορές υγροποιημένου φυσικού αερίου στην εκτέλεση των προϋπολογισμών των χωρών της Γηραιάς ηπείρου;     

Και τί θα συμβεί, τελικά με την Ρωσία; Θα μπορέσει να ανταπεξέλθει στις αυξημένες ανάγκες που επιβάλει η διαιώνιση των μαχών με τους Ουκρανούς;

Ήδη, το τελικό έλλειμμα του ρωσικού ομοσπονδιακού προϋπολογισμού για το 2022 ανέρχεται στα 3,35 τρισ. ρούβλια, ήτοι, σχεδόν 48,8 δισ. δολάρια ΗΠΑ, (μέση ετήσια συναλλαγματική ισοτιμία), τα συνολικά έσοδα της γενικής κυβέρνησης φθάνουν στα περίπου 409,68 δισ. δολάρια και οι συνολικές δαπάνες ανέρχονται σε περίπου 459 δισ. δολάρια, αυξημένες κατά 107 δισ. δολάρια σε σχέση με τον αρχικό προϋπολογισμό που είχε συντάξει η κυβέρνηση, με σημαντικό μέρος αυτών να φέρεται να έχει κατευθυνθεί σε δαπάνες για την εθνική άμυνα.

Σημειώνουμε ότι ο προϋπολογισμός για το 2023 προβλέπει περαιτέρω αύξηση των δαπανών για την εθνική άμυνα (ενδεχομένως περισσότερα από 74 δισ. δολάρια, από 45 δισ. δολάρια το περασμένο έτος).

Σε κάθε περίπτωση και καθώς η γενική κατάσταση της χώρας θα πρέπει να θεωρείται εξαιρετικά ρευστή, εξαιτίας της συνέχισης των μαχών και των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων από τις διεθνείς κυρώσεις σε βάρος της, το παρόν επίπεδο προϋπολογισμού δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί οριστικό και υπόκειται σε περαιτέρω επικαιροποιήσεις, από τη στιγμή που το εκτιμώμενο, άμεσο κόστος του πολέμου για την Ρωσία φέρεται να ξεπερνά τα 147 δισ. δολάρια από τον Νοέμβριο του 2022 και βαίνει συνεχώς αυξανόμενο.

Το κατά πόσο είναι όμως πιθανό το Κρεμλίνο να λυγίσει από το οικονομικό βάρος που συνεπάγεται η επίθεση στην Ουκρανία, αυτό μέλλει να φανεί στους αμέσως επόμενους μήνες.