Όπως κάθε χρόνο έτσι και εφέτος υποδεχθήκαμε το νέο έτος με ένα ακατάπαυστο τυποποιημένο ευχολόγιο και ένα υποχρεωτικό κύμα αισιοδοξίας. Μπορεί τα πυροτεχνήματα και οι φανφάρες στο πέρασμα του νέου χρόνου, να προσέφεραν μια νότα χαράς και προσμονής και να μας μετέφεραν έστω για λίγα λεπτά σε ένα μάλλον φαντασιακό και πολύχρωμο κόσμο, όμως η σκληρή και άβολη πραγματικότητα για το μεγαλύτερο μέρος της υφηλίου δεν άλλαξε. Τα υγειονομικά προβλήματα λόγω του Covid και άλλων εποχιακών λοιμώξεων επιμένουν και ταλαιπωρούν ένα πολύ μεγάλο τμήμα του πληθυσμού (βλέπε Κίνα, Ινδία, Ν. Αμερική, Ευρώπη κλπ.), ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται αμείωτος και σύντομα πρόκειται να εισέλθει στον δεύτερο χρόνο του ενώ η πείνα, η ένδεια και η έλλειψη υγειονομικής φροντίδας συνεχίζεται αμείωτη για ένα πολύ μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας και επηρεάζει τον μισό και πλέον πληθυσμό του πλανήτη

Και ας επιμένουν διεθνείς οργανισμοί και ΜΚΟ να υποστηρίζουν ψευδώς ότι η πείνα τείνει να εξαλειφθεί. Μια επίσκεψη στις άγονες εκτάσεις της Δυτικής και Υποσαχάριας Αφρική, στην Ινδία και στο Μπαγκλαντές αρκεί για να σας πείσει περί του αντιθέτου.

Σε ότι αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία- μια σκληρή και πολύνεκρη σύρραξη στο μέσον της Ευρώπης που έπρεπε με κάθε τρόπο να είχε αποφευχθεί- οι εκτιμήσεις για την έκβαση του διίστανται. Έχουν ενδιαφέρον τα τρία σενάρια που διατυπώθηκαν τελευταία από τον Economist για τον τερματισμό του πολέμου και την επίτευξη ειρήνης η έστω ανακωχής. Τα οποία καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα εκδοχών που κυμαίνονται από, (α) μια ξεκάθαρη νίκη της Ρωσίας και τον πλήρη έλεγχο των περιοχών που ήδη κατέχει,(β) μια αδιέξοδη κατάσταση και για τις δύο πλευρές και  οδηγεί σε αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν «παγωμένη σύρραξη», και (γ) μια αντεπίθεση των Ουκρανικών δυνάμεων, υποστηριζόμενες από οπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, που θα οδηγήσουν στην πλήρη επανάκτηση τα χαμένων εδαφών και επαπειλούμενη εισβολή στην Κριμαία. Σε αυτή την περίπτωση η Ρωσία απειλεί με ρίψη πυρηνικής βόμβας και οι όποιες εξελίξεις είναι μάλλον δυσοίωνες.

Είναι αξιοσημείωτο ότι και στα τρία σενάρια ο πόλεμος παρατείνεται για το μεγαλύτερο μέρος του 2023 και άρα η ειρήνευση στην περιοχή αργεί. Λίγο να καθυστερήσει ακόμα και ο Ουκρανικός πόλεμος δεν θα διαφέρει σε τίποτα από τον «πολυετή και σκοτεινό πόλεμο στην Ωκεανία, όπου συνεχώς μάχονται σκληρά «οι αόρατες δυνάμεις του καθεστώτος», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο George Orwell στο πολύ προφητικό του βιβλίο « 1984»

Ένας άλλος πλέον σύγχρονος και με προφητικές ιδιότητες συγγραφέας, ο Nouriel Roubini, ο οικονομολόγος που προέβλεψε με μεγάλη ακρίβεια την μεγάλη οικονομική κρίση του 2008/2009, στο τελευταίο του βιβλίο «Megathreats» περιγράφει με αρκετή λεπτομέρεια τις μεγάλες απειλές της εποχής μας και τον κίνδυνο η κοινωνία μας να εισέλθει σε μια παρατεταμένη περίοδο εναλλασσόμενων κρίσεων υψηλής εντάσεως. Κρίσεις οι οποίες περιστρέφονται κυρίως γύρω από την αστάθεια της παγκόσμιας οικονομίας, συνέπεια του υπερδανεισμού κρατών και επιχειρήσεων, την έλευση μια μακράς περιόδου στασιμοπληθωρισμού συνεπεία μιας λαθεμένης πολιτικής στα επιτόκια, μια πιθανή κατάρρευση  του νομισματικού συστήματος έως και την απώλεια ελέγχου στο δημογραφικό που οδηγεί σε υπερπληθυσμό που αδυνατεί να υποστηρίξει το υφιστάμενο διατροφικό και υγειονομικό σύστημα.

Στις σοβαρές απειλές του Roubini δεν μπορούσε να απουσιάζει η απώλεια ελέγχου λόγω της ραγδαίας και ανεξέλεγκτης εξάπλωσης της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), με κίνδυνο οι «έξυπνες» μηχανές να μας διοικούν σε λίγα χρόνια, η έτσι κι αλλιώς υπερτιμημένη Κλιματική Αλλαγή και ένας νέος ψυχρός πόλεμος. Με όλα αυτά να οδηγούν στο τέλος την παγκοσμιοποίηση όπως την γνωρίζουμε σήμερα και να επισπεύδουν την επιστροφή σε επισιτιστικά και ενεργειακά αυτάρκη καθεστώτα, όπως ακριβώς υπήρξαν για τις περισσότερες χώρες μέχρι τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η ενεργειακή κρίση οδηγεί σε ύφεση

Αρκετοί θεωρούν τον Roubini έναν επαγγελματία μάντη κακών και μια σύγχρονη Κασσάνδρα. Όμως οι τρέχουσες και μάλλον αρνητικές εξελίξεις στο μέτωπο της οικονομίας φαίνεται ότι τον δικαιώνουν, έστω και μερικά.

Μπορεί τις τελευταίες ημέρες οι ενεργειακές τιμές να υποχωρούν αισθητά σε όλη την Ευρώπη- με εξαίρεση την Ελλάδα όπου οι τιμές του ηλεκτρισμού παραμένουν με μεγάλη διαφορά οι υψηλότερες στην Ευρώπη - όμως οι επιπτώσεις από την μέχρι σήμερα περίοδο υψηλού ενεργειακού κόστους έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία όπως εύκολα μπορούμε να διαπιστώσουμε κοιτώντας την διακύμανση του πληθωρισμού. Ως γνωστόν, υπό την πίεση των ιδιαίτερα υψηλών ενεργειακών τιμών που επικράτησαν κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους που πέρασε ο πληθωρισμός σε Ευρώπη, αλλά και στις περισσότερες ώριμες οικονομίες διεθνώς, εκτινάχθηκε σε πρωτόγνωρα επίπεδα που είχαμε να δούμε από την δεκαετία του 1980. Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη ευρίσκεται σε αποκλιμάκωση σημειώνοντας υποχώρηση στο 10,1% τον Νοέμβριο από 10,6% τον Οκτώβριο και εκτίμηση για μέσο όρο 8,5 % για όλο το έτος. Λίγο υψηλότερες είναι οι εκτιμήσεις για πληθωρισμό στο σύνολο της ΕΕ την ίδια χρονική περίοδο με αυτόν να φθάνει το 9,3%. Σε σύγκριση με 2,6 % το 2021 στην Ευρωζώνη και 2,9% στην ΕΕ.

Με το μεγαλύτερο μέρος του πληθωρισμού να οφείλεται στις ασυνήθιστα υψηλές ενεργειακές τιμές όπως αυτές διαμορφώθηκαν τους τελευταίους μήνες όπου είδαμε την τιμή του φυσικού αερίου στο TTF να εκτινάσσεται σε ιστορικά υψηλά - στα € 345 /MWh τον περασμένο Αύγουστο- τις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού να ξεπερνούν και τα € 600 / MWh, επίσης τον Αύγουστο και το αργό πετρέλαιο Brent να φθάνει τα $ 125 το βαρέλι τον Μάρτιο στον απόηχο της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Αντίστοιχα ανησυχητικές, πέρα από τον πληθωρισμό, είναι οι επιπτώσεις των υψηλών ενεργειακών τιμών στην οικονομική ανάπτυξη αφού η οικονομία στην Ευρωζώνη τους τελευταίους 12 μήνες ευρίσκεται υπό συνεχή πίεση. Αν και αποφεύχθηκε μια γενικευμένη οικονομική ύφεση η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, περιορίστηκε στο 3,2% σε σύγκριση με το υψηλό του 2021 όπου λόγω οικονομικής ανάκαμψης, μετά την πανδημία αυτή, εκτινάχθηκε στο 5,3%. Τώρα, εν όψει του 2023 οι εκτιμήσεις πολλών έγκριτων οικονομολόγων συγκλίνουν στο ότι το θετικό πρόσημο στην οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη δεν πρόκειται να συνεχιστεί επί μακρόν.

Και αυτό γιατί, παρά την αποκλιμάκωση όλων ανεξαιρέτως των ενεργειακών τιμών (την τελευταία εβδομάδα του χρόνου το αέριο στο ΤΤF κινείτο στα € 75/ΜWh, ο ηλεκτρισμός στην Γερμανία στα € 13,58 /MWh και στα € 31,53/MWh στην Γαλλία, ενώ στην πανάκριβη Ελλάδα στα € 284/MWh, με το Brent στα $ 85 το βαρέλι), η αβεβαιότητα για το αύριο παραμένει έντονη, ενώ διατυπώνονται φόβοι από πολλούς αναλυτές ότι δεν έχουμε δει το τέλος της ενεργειακής κρίσης με τις τιμές να ανακάμπτουν δριμύτερες το 2023. Και αυτό γιατί η Ρωσία του προέδρου Πούτιν δεν έχει παίξει ακόμα όλα της τα ενεργειακά χαρτιά έχοντας στην φαρέτρα της την δυνατότητα περαιτέρω μείωσης της παραγωγής σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Γιατί παρά τις αυστηρές κυρώσεις της ΕΕ και των G7, η Ρωσία εξακολουθεί να παράγει και να εξάγει μεγάλους όγκους πετρελαίου και αερίου σε όλο τον κόσμο όντας ένας από τους βασικούς ενεργειακούς προμηθευτές του πλανήτη. Εκτιμάται ότι σήμερα, δηλ. το τελευταίο τρίμηνο του έτους, η Ρωσία καλύπτει περίπου το 20% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης (αργό πετρέλαιο, πετρελαϊκά προϊόντα, φ. αέριο, άνθρακα, ουράνιο) Έτσι, εάν επιθυμεί το Κρεμλίνο να στριμώξει οικονομικά την Ευρώπη, και κατ´ επέκταση τις ΗΠΑ, δεν έχει παρά να μειώσει αισθητά τις ροές αερίου και πετρελαίου για ένα διάστημα, ωθώντας τις τιμές στα άκρα και δημιουργώντας οικονομική αποπληξία. Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, τα Ρωσικά στρατεύματα είναι υπό πίεση, έχοντας απωλέσει εδάφη, και, άρα, το ενδεχόμενο μιας ενεργειακά υποκινούμενης Ρωσικής αντεπίθεσης δεν πρέπει να υποτιμάται.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι σε πολύ πρόσφατη έρευνα των Financial Times που διεξήγαγαν ανάμεσα σε 37 έγκριτους οικονομολόγους διαπιστώθηκε ότι το 90% πιστεύει ότι βάσει των στοιχείων των τελευταίων μηνών η Ευρωζώνη ευρίσκεται ήδη σε ύφεση, ενώ η πλειοψηφία εκτιμά ότι το 2023 η οικονομία της ΕΕ και της ευρωζώνης ιδιαίτερα θα συρρικνωθεί. Σε αντίθεση με τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ και της Κομισιόν που προβλέπουν ανάπτυξη στην Ευρωζώνη στο 0,5 % και 0,3 % αντίστοιχα, η έρευνα των FT δείχνει ότι η ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα είναι ελαφρώς αρνητική κατά - 0,01% για το ερχόμενο έτος. Σε ότι αφορά δε τον πληθωρισμό οι 37 οικονομολόγοι εκτιμούν ότι αυτός θα κινηθεί στο 6,0% για όλο το 2023 και στο 2,7% το 2024, δηλαδή αρκετά επάνω από τον στόχο του 2,0 % της ΕΚΤ.

Και επειδή το poll των Financial Times μπορεί να μην θεωρείται αρκούντως πειστικό, ήρθε η CEO του Δ.Ν.Τ κα Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα να προειδοποιήσει ότι η παγκόσμια οικονομία, τουλάχιστον κατά το 1/3, θα εισέλθει σε ύφεση εντός του 2023. Οι βασικοί λόγοι που προβάλλει η κα Γκεοργκίεβα είναι ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, οι υψηλές τιμές ενέργειας και ο επακόλουθος υψηλός πληθωρισμός, τα υψηλά επιτόκια από τις κεντρικές τράπεζες και η εξάπλωση του Covid στην Κίνα. Όλα τα ανωτέρω, σύμφωνα με την επικεφαλής του Δ.Ν.Τ, συνιστούν σοβαρές απειλές για την οικονομία την οποία και ήδη επηρεάζουν αρνητικά αφού οι εκτιμήσεις για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη το 2023 έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω, με αυτή να τοποθετείται στο 2.7% σε σύγκριση με εκτιμήσεις για 3.2% πριν από 6 μήνες.

Το αγκάθι του ενεργειακού

Εάν κάτι έδειξε ξεκάθαρα η ενεργειακή κρίση των τελευταίων 18 μηνών, όπου οι τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού εκτινάχθηκαν σε πρωτόγνωρα επίπεδα, ήτο η σημασία που εξακολουθούν να παίζουν - και θα παίζουν για αρκετά χρόνια ακόμα- τα ορυκτά καύσιμα στην διατήρηση της παγκόσμιας ενεργειακής τάξης και στον έλεγχο των τιμών. Η μεγάλη ανωμαλία που προέκυψε στις τιμές του αερίου, κυρίως στην Ευρώπη, ήτο το αποτέλεσμα περιορισμού της προσφοράς από ένα συγκεκριμένο προμηθευτή (την Ρωσία) και την προσπάθεια αντικατάστασης της από ένα άλλο (LNG) Είναι δε τόσο ευάλωτο το διεθνές σύστημα παραγωγής και προμήθειας αερίου στο ενδεχόμενο διακοπής της τροφοδοσίας, που ήρκεσε η προσωρινή απώλεια 20-30 δισεκ. κυβ. μέτρων αερίου, σε μια παγκόσμιο αγορά 1200 δισεκ. κυβ. ( δηλ. 2,5%) για να έρθουν τα πάνω κάτω και η τιμή του αερίου να ξεφύγει σε δυσθεώρητα ύψη.

Το παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα αποτελεί ένα πολύπλοκο μηχανισμό που στόχο έχει την εξασφάλιση προμήθειας σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου σε τιμές που προσαρμόζονται σε διαρκή και καθημερινή βάση με βασικό κριτήριο τις οικονομικές δυνατότητες του αγοραστή αλλά και την εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής τιμής για τον πωλητή παραγωγό. Η ελεύθερη, και χωρίς περιορισμούς, λειτουργία των κατά τόπο Χρηματιστηρίων Ενέργειας εξασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό τις ανωτέρω συνθήκες.

Ενώ η μακροπρόθεσμη μετάβαση του παγκόσμιου ενεργειακού συστήματος σε ένα περιβάλλον χαμηλότερης ενεργειακής κατανάλωσης και καθαρών καυσίμων (ΑΠΕ, πυρηνική ενέργεια, εξοικονόμηση ενέργειας) είναι κατά βάση νομοτελειακή και αναπόφευκτη, το μέγα ζητούμενο είναι το πώς μπορεί να επιτευχθεί ο απαιτούμενος ενεργειακός μετασχηματισμός χωρίς σοβαρούς κλυδωνισμούς στην οικονομία - με την καταπολέμηση της φτώχειας και την αντιμετώπιση των νόσων να παραμένουν εξ ίσου σημαντική πρόκληση ιδίως για τα δισεκατομμύρια κατοίκων στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας, Αφρικής και Νότιας Αμερικής. Όμως, αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς την συνδρομή των υδρογονανθράκων που αποτελούν βασική πηγή προόδου και ανάπτυξης για πολλές φτωχές χώρες που διαθέτουν κοιτάσματα και αποβλέπουν στην ανάπτυξη τους.

Υπό αυτό το πρίσμα, οι υπερφιλόδοξες πολιτικές για έλεγχο της κλιματικής αλλαγής μέσω της αποκλειστικής και μόνο ανάπτυξης των ΑΠΕ και τον πλήρη εκτοπισμό των υδρογονανθράκων απαιτούν αναθεώρηση. Όχι ότι οι ΑΠΕ δεν θα έχουν ισχυρό ρόλο στο αυριανό ενεργειακό τοπία, αλλά ας είμεθα ρεαλιστές. Σήμερα, είναι ζήτημα αν καλύπτουν το 1,5% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης μετά από επενδύσεις  της τάξεως των $3.0 τρισεκ. τα τελευταία 10-12 χρόνια. Άρα, θα χρειαστεί πολύ περισσότερος χρόνος έως ότου οι ΑΠΕ, μαζί με την πυρηνική ενέργεια, να είναι σε θέση να καλύψουν ένα αξιόλογο μέρος των  ενεργειακών αναγκών του πλανήτη.

Η εμμονή σε αδικαιολόγητα υψηλούς στόχους μείωσης των εκπομπών και εισαγωγής ΑΠΕ και υδρογόνου (π.χ. Νet Zero 50) και η χαλιναγώγηση μιας ολόκληρης οικονομικής και ενεργειακής πολιτικής με άξονα αναφοράς τον μηδενισμό των εκπομπών σε λιγότερο από 25 χρόνια από σήμερα, είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε πολιτική πόλωση και τελικά σε ένα είδος μονοκρατορίας. Η δε επιβολή και εφαρμογή τέτοιων πολιτικών μοιραία θα αναδείξει ολοκληρωτικά καθεστώτα και βίαιες καταστάσεις με ανεξέλεγκτες συμπεριφορές. Και αυτές είναι που ορίζουν τελικά τον επερχόμενο ενεργειακό δυστοπικό κόσμο. Ας προσέξουμε.