Ανέκαθεν οι πόλεμοι γύριζαν τον χρόνο πίσω. Το πισωγύρισμα ήταν πάντοτε οδυνηρό (τουλάχιστον βραχυχρόνια) ακόμα και για τους νικητές επί του πεδίου. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει φέρει αντιμέτωπη τη Ρωσία με ολόκληρη τη Δύση μετατρέποντας την ενέργεια σε κομβική μεταβλητή των συσχετισμών – και σε «όπλο» εκβιασμού της Μόσχας έναντι κυρίως της Ευρώπης

Τα γεγονότα μοιραία αναβαθμίζουν έναν κλάδο που δικαίως αμφισβητήθηκε έντονα και στοχοποιήθηκε ως υπεύθυνος για την περιβαλλοντική έκπτωση του πλανήτη. Οι «τρελές» εισροές χρήματος στα ταμεία των μεγάλων πετρελαϊκών ομίλων το δεύτερο τρίμηνο του έτους επιβεβαιώνουν τη μεγάλη επιστροφή της «παλαιάς οικονομίας», που φαίνεται να ανακτά τάχιστα το χαμένο έδαφος από τον τεχνολογικό κλάδο.

Πρόκειται για μια τάση που ο Τζεφ Κιούρι, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Goldman Sachs για τον τομέα των εμπορευμάτων, χαρακτηρίζει ως «εκδίκηση της παλαιάς οικονομίας». Χαρακτηριστική είναι η εκτίναξη των εισπράξεων της Exxon Mobil στα 16,9 δισ. δολάρια το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου 2022, πολύ πάνω από τα 12,6 δισ. δολάρια που μπήκαν το ίδιο διάστημα στα ταμεία της μητρικής της Google, Alphabet, και αρκετά κοντά στα 17,8 δισ. δολάρια που έβαλε στα ταμεία της η Microsoft (πρώτη «μηχανή που κόβει μονέδα» παραμένει η Apple με εισροές 20,8 δισ. δολαρίων).

Πλήρης ανατροπή

Η σχετική έρευνα, που περιορίζεται μεν στις εισηγμένες στη Wall Street αλλά καταγράφει ένα παγκόσμιο φαινόμενο, βασίζεται σε στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg και επεξεργάστηκε ο ρεπόρτερ του αμερικανικού πρακτορείου Κέβιν Κρόουλι, ο οποίος σημειώνει ότι είναι η πρώτη φορά μετά το 2018 που στα ταμεία της Exxon Mobil εισέρρευσε σε τριμηνιαία βάση περισσότερο χρήμα από όσο στα ταμεία της Alphabet.

Ο Κρόουλι θυμίζει ότι η θεαματική οικονομική αναζωογόνηση της Exxon συμβαίνει ένα χρόνο μετά από τη διοικητική κρίση που προκάλεσε η πρωτοφανής επίθεση του οικολογικού ακτιβιστικού fund Engine Νo.1 και από την πρώτη μείωση κερδών που εμφάνισε στην ιστορία της εξαιτίας της πανδημίας και των συνακόλουθων εγκλεισμών και απαγορεύσεων.

 

Το Engine Νo.1 όμως επιτέθηκε και κατά της Chevron, που επίσης «επέστρεψε» ενθυλακώνοντας 10,6 δισ. δολάρια ζεστό χρήμα το τρίμηνο που πέρασε. Η κορυφαία πετρελαϊκή παγκοσμίως Exxon Mobil, η Chevron και η Valero (5,4 δισ. δολ.) καταλαμβάνουν τρεις θέσεις στο Top 10 των αμερικανικών επιχειρήσεων με τις μεγαλύτερες ταμειακές εισροές το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου.

«Αν και ευνοήθηκαν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι σπόροι για τη σημερινή κούρσα των τιμών ενέργειας φυτεύθηκαν από τη γενικότερη προτίμηση που είχαν την περασμένη δεκαετία οι επενδυτές για τις τεχνολογικές μετοχές έναντι των εμπορευμάτων. Η τάση αυτή οδήγησε σε αναιμικές επενδύσεις σε θεμελιώδη ενεργειακά περιουσιακά στοιχεία, όπως είναι τα ορυχεία, οι πετρελαιοπηγές και τα διυλιστήρια», εκτιμά ο Κιούρι της Goldman Sachs.

Καθώς οι καταναλωτές αισθάνονται όλο και πιο έντονα τις επιπτώσεις από τις αυξημένες τιμές των καυσίμων, οι εταιρείες έρευνας και εξόρυξης πετρελαίου – ιδιαίτερα όσες έδιναν ακόμα προτεραιότητα στην εκμετάλλευση κοιτασμάτων αργού και φυσικού αερίου και όχι στις ανανεώσιμες πηγές – βρέθηκαν, κατά τους ειδικούς, σε πλεονεκτική θέση.

Δεν τους φοβίζει η ύφεση

«Η Exxon και η Chevron έδωσαν ένα καλό παράδειγμα για να αντιληφθεί κανείς την κλίμακα των αποδόσεων που μπορεί να προσδοκά ένας μέτοχος όταν η τιμή του αργού εκτινάσσεται στα 100 δολάρια το βαρέλι», δήλωσε στο Bloomberg ο Ματ Μέρφι, αναλυτής της Tudor, Pickering, Holt & Co. στο Κάλγκαρι. «Ο κλάδος του πετρελαίου είναι ο φάρος που θα δώσει το στίγμα των αποδόσεων για τους επενδυτές ενόσω εισερχόμαστε βαθύτερα σε ένα υφεσιακό περιβάλλον», πρόσθεσε ο αναλυτής.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η προοπτική μιας ύφεσης των οικονομιών (άρα και η προοπτική πτώσης της ζήτησης για ενέργεια) δεν φοβίζει τους μάνατζερ των δύο κορυφαίων αμερικανικών πετρελαϊκών ομίλων. «Δεν θα έλεγα ότι βλέπουμε κάτι που θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει ως ύφεση ή κοντά σε ύφεση», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Exxon Ντάρεν Γουντς απευθυνόμενος σε ειδικούς.

«Δεν πρόκειται για ύφεση, αλλά μάλλον για μετάβαση», δήλωσε εξάλλου πρόσφατα η αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν κληθείσα να χαρακτηρίσει τη συρρίκνωση του ΑΕΠ της χώρας της για δύο συνεχόμενα τρίμηνα (κατά 0,9% το δεύτερο, έπειτα από μια πτώση 1,6% που κατέγραψε το πρώτο).

Η Exxon, η Chevron, η ολλανδοβρετανική Royal Dutch Shell και η γαλλική TotalEnergies SE ανακοίνωσαν κέρδη-ρεκόρ την προηγούμενη εβδομάδα (άγγιξαν συνολικά τα 62 δισ. δολάρια). Και οι τέσσερις πετρελαϊκοί γίγαντες προχώρησαν σε εκτεταμένες αγορές ιδίων μετοχών – η Exxon είχε ήδη από τους πρώτους μήνες του έτους τριπλασιάσει τις αγορές.

Επιστροφή στη «βρώμικη ενέργεια»

Η προοπτική επιστροφής στα ρυπογόνα, αντιπεριβαλλοντικά ορυκτά καύσιμα και η αναστολή των φιλόδοξων σχεδίων μετάβασης στην «πράσινη ενέργεια» ανοίγει νέες προοπτικές κερδοφορίας στον κλάδο, ο οποίος είχε στοχοποιηθεί από περιβαλλοντικούς ακτιβιστές-επενδυτές και είχε εξαναγκαστεί να αλλάξει επενδυτικούς στόχους. Οι επενδύσεις των πετρελαϊκών υποχώρησαν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Η προοπτική εξάλλου να ξεπαγιάσει τον επόμενο χειμώνα η Δύση (με την Ευρώπη πάντα πιο ευάλωτη), αναγκάζει τις κυβερνήσεις να στραφούν στην επανενεργοποίηση ακόμα και λιγνιτικών μονάδων για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.

Η πίεση για την «πράσινη μετάβαση», για την «πράσινη ανάπτυξη», για περιορισμό της χρήσης υδρογονανθράκων που ευθύνονται για την πρωτοφανή αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της γης, ήταν μεγάλη από τις κυβερνήσεις και βεβαίως από την κοινή γνώμη που αντιλαμβανόταν ότι υπονομεύεται η επιβίωση του πλανήτη και το μέλλον των αμέσως επόμενων γενεών.

Κάποιοι αντιστάθηκαν στις πιέσεις αυτές και τώρα απολαμβάνουν τους καρπούς της αντίστασής τους αυτής. Καρποί πρόσκαιροι, φευ, διότι το σημερινό οικολογικό πισωγύρισμα θα καταστήσει στο μέλλον το περιβαλλοντικό ερώτημα ακόμα επιτακτικότερο για να απαντηθεί και θα απαιτήσει από όλους ακόμα μεγαλύτερες θυσίες, οικονομικές και κοινωνικές.

Η Exxon Mobil έχει πρωτοστατήσει στην αντίσταση κατά των «περιβαλλοντιστών». Ιστορικοί έχουν μείνει οι χλευαστικοί προς αυτούς χαρακτηρισμοί του πρώην μάνατζερ της εταιρείας και πρώτου υπουργού Εξωτερικών του Ντόναλντ Τραμπ, Ρεξ Τίλερσον. Πιστός στην εταιρική παράδοση, ο σημερινός μάνατζερ Ντάρεν Γουντς δηλώνει δικαιωμένος επειδή από το 2018 σχεδίαζε την αύξηση της παραγωγής, παρά τις πιέσεις των επενδυτών και των οικολόγων. «Δέχθηκα μεγάλη πίεση και κριτική γι’ αυτό… Αλλά τώρα σκέφτομαι ότι ακολούθησα τη σωστή στρατηγική», σημείωσε ο Γουντς.

Η «νέα οικονομία» σε υποχώρηση

«Οι επενδυτές αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την αλλαγή. Οι 10 εταιρείες με τις καλύτερες οικονομικές αποδόσεις του δείκτη S&P 500 είναι όλες ενεργειακές και ο κλάδος συνεισφέρει σήμερα στο 4,5% της συνολικής κεφαλαιοποίησης του δείκτη, ποσοστό υπερδιπλάσιο συγκριτικά με εκείνο προτού ξεσπάσει η πανδημία. Από την άλλη, μεταξύ των 10 εισηγμένων με τις χειρότερες αποδόσεις συμπεριλαμβάνονται οι πρώην σουπερστάρ του τεχνολογικού κλάδου Netflix Inc. και Meta Platforms Inc.», σημειώνει χαρακτηριστικά το Bloomberg.

«Γινόμαστε μάρτυρες μιας εισροής-ρεκόρ ελεύθερων κεφαλαίων στην παλαιά οικονομία, στο σύνολό της. Καθ’ όλη την προηγούμενη δεκαετία ευνοήσαμε τα βραχύβια iPhones αντί για τα ορυχεία χαλκού και τώρα καταλήξαμε σε δυσαναπλήρωτες ελλείψεις», είχε δηλώσει από τον Ιούνιο κι όλας στην Bloomberg TV ο Τζεφ Κιούρι της Goldman Sachs.

(από ot.gr)